Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι τόσο συνδεδεμένοι με μία εποχή, τόσο αντιπροσωπευτικοί του κλίματός της, τόσο «σφραγίδα» μία αντίληψης που, κατά κάποιον τρόπο, «χάνουν» την ανθρώπινη υπόστασή τους. Ενας από αυτούς ήταν και ο Τάσος Μπιρσίμ που έφυγε χθες. Ο σκηνοθέτης που ταυτίστηκε με τις μεγάλες πολιτικές συγκεντρώσεις, αυτές που αποτελούν ένα από τα αναγνωριστικά στοιχεία της δεκαετίας του 1980. Ο σκηνοθέτης του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ που επίσης είναι η ούγια εκείνης της δεκαετίας.
Αν κάποιος που γεννήθηκε στη δεκαετία του 1990 βρισκόταν σε μία από εκείνες τις συγκεντρώσεις θα πάθαινε πολιτισμικό σοκ. Ή κρίση πανικού.
Χιλιάδες κόσμος, πολλοί ανεβασμένοι σε δένδρα και φανοστάτες. Παντού κομματικές πλαστικές σημαίες (είχα κρατήσει μια για ενθύμιο και όταν πριν από μερικά χρόνια την πήρα στα χέρια μου, διαλύθηκε – πλαστικούρα γαρ – ακριβώς όπως το παρελθόν, ίσως και το ΠΑΣΟΚ), νήπια στους ώμους των γονιών τους, παλμός και συνθήματα. Και ομιλίες που, στην πραγματικότητα, έδιναν έναυσμα για ακόμη περισσότερα συνθήματα (κι αυτό το έχει πει ο Σαββόπουλος: «Τον λόγο τους αντανακλά σαν κάτοπτρο το πλήθος»). Ολα αυτά τα ανέδειξε, με τη σκηνοθετική του ευφυΐα, πρώτος απ’ όλους ο Μπιρσίμ. Και επειδή το «πάπλωμα», εκείνη την εποχή, ήταν το ποιος είχε τον περισσότερο κόσμο, εκείνος μπορούσε, με την κάμερά του, να τον «πολλαπλασιάζει», να τον κάνει να φαίνεται πολύ περισσότερος. Στις συγκεντρώσεις του Ανδρέα, τα πλάνα έδειχναν ότι ο κόσμος από το Σύνταγμα έφτανε μέχρι το Χίλτον. Και επειδή ανέδειξε με τον δικό του τρόπο την πληθωρικότητα εκείνης της εποχής, δίκαια θα μπορούσε να διεκδικήσει τον τίτλο του «σκηνοθέτη της Μεταπολίτευσης».
Αν θα έπρεπε να ανακαλέσω μία ανάμνηση, μία εικόνα από την πολιτική της δεκαετίας του 1980, κι αυτή θα είναι του Μπιρσίμ. Πρέπει να ήταν η Πέμπτη πριν από τις εκλογές του 1981 αφού, κατά παράδοση, την Παρασκευή μιλούσε στο Σύνταγμα ο αρχηγός του κυβερνώντος κόμματος. Ο κόσμος, σύμφωνα με την κάμερα του Μπιρσίμ πάντα, έφτανε μέχρι τα Πατήσια, μέχρι τους Αμπελοκήπους, μέχρι τον Νέο Κόσμο. Τα πλάνα εναλλάσσονταν. Γενικά πλάνα πλήθους, ο Ανδρέας στο μπαλκόνι να μιλάει για την Αλλαγή, γκρο σε συγκινημένα πρόσωπα θεατών και πάλι απ’ την αρχή. Και μετά σαν η εικόνα να «πάγωσε» στη Βουλή. Και τότε ο Παπανδρέου έγινε «γραμματόσημο» που «καρφώθηκε» στο Κοινοβούλιο. Ηταν σαν οι εκλογές να είχαν ήδη γίνει και να είχαν βγάλει νικητή.
Ο Μπιρσίμ ήταν, επίσης, αυτός που στις εκλογές του 1985 έβγαλε στο μπαλκόνι τη μικρή Αννούλα, κεντρικό πρόσωπο στις προεκλογικές αφίσες του ΠΑΣΟΚ. Αυτός που επιμελήθηκε σκηνοθετικά την άφιξη του πρωθυπουργικού αεροπλάνου, τον Οκτώβριο του 1988, στον γεμάτο από κόσμο του ΠΑΣΟΚ διάδρομο προσγείωσης του Ελληνικού, και το πότε θα έκανε ο Ανδρέας το ιστορικό, πλέον, νεύμα στη Δήμητρα Λιάνη.
Δεν θυμάμαι πότε, πού και πώς τον γνώρισα, άλλωστε ουδεμία σημασία έχει. Θυμάμαι απλά έναν άνθρωπο προσηνή, εξωστρεφή, πάντα ευδιάθετο και με ένα βροντερό, χαρακτηριστικό γέλιο που λες και έβγαινε κατευθείαν από τα σπλάχνα του. Σαν την ίδια τη δεκαετία του 1980.
Γιατί κάνω αυτήν τη δουλειά
Μία άλλη απώλεια αυτής της εβδομάδας είναι ο Μανώλης Μαθιουδάκης. Δεν τον είχα γνωρίσει προσωπικά αλλά ήταν για μένα ένα πρόσωπο μυθικό και ένας βασικός λόγος που κάνω σήμερα αυτήν τη δουλειά. Στο Δημοτικό πρέπει να πήγαινα ακόμη όταν «ανακάλυψα» στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» το «Ποινικό Μητρώο της Αθήνας». Μια σελίδα που έγραφαν ο Μανώλης Μαθιουδάκης και ο Δημήτρης Μαθιόπουλος και όπου ποινικές υποθέσεις παρουσιάζονταν με έναν τρόπο που παρέπεμπε κατευθείαν σε Τσιφόρο.
Ηταν αυτή η λοξή ματιά που «μαλάκωνε» τις σκληρές υποθέσεις, ο «προβολέας» που έπεφτε όχι μόνο στις συμπεριφορές αλλά, κυρίως, στις αντιλήψεις και τα χούγια των ανθρώπων, ακόμη και αυτών που παραβαίνουν τον νόμο, ο τρόπος που ιχνογραφούσαν τους χαρακτήρες έτσι ώστε να «ζωντανεύουν» μπροστά στα μάτια μου που με έκαναν να νιώσω αρχικά (και αργότερα να συνειδητοποιήσω) ότι δεν έχει σημασία το θέμα αλλά ο τρόπος που το γράφεις. Και τότε αποφάσισα ότι αυτό θέλω να κάνω όταν μεγαλώσω ακόμη κι αν δεν ήξερα τότε περί τίνος ακριβώς επρόκειτο.