Υπάρχουν τρεις λόγοι για τους οποίους κατεβαίνεις, ως υποψήφιος, στην αρένα της πολιτικής. Ο πρώτος αφορά την πρόθεσή σου να τεθείς στη διάθεση του δημοσίου συμφέροντος, να υπηρετήσεις τον λαό όπως μόνο εσύ μπορείς. Εννοείται ότι στην πραγματικότητα δεν ισχύει για κανέναν. Ο δεύτερος λόγος είναι η έπαρση, η μεγαλομανία, η ανάγκη να ποτίζεις τον ναρκισσισμό σου με το νέκταρ της επιβεβαίωσης. Αυτή η περίπτωση καλύπτει πάρα πολλούς. Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με την ανάγκη σου για βόλεμα μέσα από τις πόρτες που ανοίγει η εξουσία. Αφορά εκείνους που βλέπουν την πολιτική ως ένα απάνεμο λιμάνι που προσφέρει χρήμα, εξουσία και, γενικώς, εύκολη ζωή.
Ειδικά στις ευρωεκλογές, οι περισσότεροι υποψήφιοι που παίζουν στο γήπεδο της πιθανής εκλογής, συμμετέχουν επειδή, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν υπάρχει καλύτερη δουλειά από εκείνη του ευρωβουλευτή. Διότι μιλάμε για πολιτική πολυτελείας. Δεν έχεις καμία σχέση με τον κακομοίρη, του ελληνικού Κοινοβουλίου, που δέχεται αντιπροσωπείες Ρομά στο γραφείο του και αιτήματα μεσολάβησης σε αλυσίδα σουπερμάρκετ μήπως και ψάχνουν καμιά καθαρίστρια. Ο ευρωβουλευτής δεν τρώει τη σαβούρα της εγχώριας πολιτικής ζωής. Επίσης δεν χρειάζεται να βρίσκεται συνέχεια σε επαφή με τους εκλογικούς πελάτες, ενώ, εκ των πραγμάτων, κάνει σχετικά μικρή προεκλογική εκστρατεία. Τους παρατηρούσα, λοιπόν, όλο το προηγούμενο διάστημα. Ειδικά τους πολύ γνωστούς υποψηφίους που βρίσκονται ανάμεσα στα φαβορί εκλογής. Και χαχάνιζα. Διότι στον πυρήνα του το θέμα είναι γελοίο.
Ακούς ανθρώπους που, μέχρι χθες, δεν είχαν και καμιά σπουδαία σχέση με την πολιτική, να σου αναπτύσσουν το όνειρό τους για την Ευρώπη ή να σου υπόσχονται ότι μόλις πατήσουν το πόδι στις Βρυξέλλες, η Ελλάδα θα αλλάξει πίστα, θα ανέβει σε υψηλότερο επίπεδο.
Αλλά αυτό δεν είναι η πολιτική; Τα ευγενέστερα των κινήτρων, να τίθενται στην υπηρεσία των πιο ταπεινών. Προσέξτε, άλλωστε, τι θα συμβεί έτσι και δεν εκλεγεί ο καλός μας υποψήφιος. Την επόμενη φορά που θα ασχοληθεί με την Ευρώπη θα είναι λόγω της κλήρωσης των ομάδων στα ευρωπαϊκά Κύπελλα.