Πολλά παράδοξα συνόδευσαν τη χθεσινή απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την πρώτη έπειτα από πέντε χρόνια μείωση των επιτοκίων του ευρώ, κατά 0,25%, στο 3,75%. Το πρώτο ήταν ότι βρέθηκε ένα μέλος της να διαφωνεί με τη μείωση! Το δεύτερο ήταν ότι ανακοίνωσε τη μείωση αφού πρώτα αύξησε τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό. Στο 2,5% από 2,3% για φέτος και στο 2,2% από 2% για το 2025. Κι όμως η μείωση των επιτοκίων προχώρησε κανονικά. Μην ξεχνάμε ότι η άνοδος των επιτοκίων την τελευταία διετία έγινε ακριβώς για να μειωθεί ο πληθωρισμός και η πρόβλεψη που συνόδευσε την πρώτη μείωση ότι αυτός θα αυξηθεί, προκάλεσε πολλές απορίες για τις επόμενες κινήσεις. Το τρίτο παράδοξο ήταν η επίμονη αναφορά της Κριστίν Λαγκάρντ στο θέμα των μισθών και πως η αύξησή τους σε πολλές χώρες επηρεάζει τον πληθωρισμό, αφήνοντας πολλά υπονοούμενα για την πολιτική μισθών της Γερμανίας.
Γενικώς οι αποφάσεις της ΕΚΤ παρά το γεγονός ότι επιβεβαίωσαν τις πληροφορίες μείωσης των επιτοκίων δεν σκόρπισαν ικανοποίηση στις αγορές. Αντίθετα ήρθαν να προστεθούν στους πολλούς μετεκλογικούς προβληματισμούς που υπάρχουν για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ακόμα και η απάντηση της Λαγκάρντ που αμφισβήτησε τη σημασία της έκκλησης του συμπατριώτη της προέδρου Μακρόν για διεύρυνση του ρόλου της ΕΚΤ σε θέματα που σχετίζονται με τις θέσεις εργασίας και την κλιματική αλλαγή, επέτεινε αυτήν την τάση.
Αυτό που είναι πλέον σαφές είναι ότι το μετεκλογικό σκηνικό στην Ευρώπη και όσο θα διαρκούν οι συζητήσεις για τη νέα ηγεσία της Κομισιόν και τις πιθανές αλλαγές που θα πρέπει να υπάρξουν, θα περάσει από χίλια κύματα. Μέχρι τότε οι αγορές βλέπουν αύξηση των ασφάλιστρων κινδύνου για τα ομόλογα παντού στην Ευρώπη, ελαφρώς μεγαλύτερο πληθωρισμό και μικρότερη ανάπτυξη. Και η ΕΚΤ με τις χθεσινές της αποφάσεις δεν περιόρισε αυτό το πρόβλημα.
Σε αυτό το κλίμα, η ελληνική οικονομία μπορεί να απολαύσει τα οφέλη ενός ακόμα εντυπωσιακού από πλευράς κίνησης και εισπράξεων τουριστικού καλοκαιριού, να δει πώς θα αξιοποιήσει γρήγορα και καλύτερα τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και να οργανώσει καλύτερα το μέλλον της. Αν τα κάνει όλα αυτά μπορεί πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα να συνεχίσει να βλέπει αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού, μεγαλύτερη επιβράδυνση του πληθωρισμού και ακόμα υψηλότερη ανάπτυξη.
Παράλληλα με τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις του οικονομικού επιτελείου με την Κομισιόν για το νέο τετραετές πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής (τέλη Σεπτεμβρίου), μπορούμε με την ανάληψη της νέας επιτροπής να έχουμε μπροστά μας ένα κατά πολύ πιο καθαρό ορίζοντα. Αν ταυτόχρονα έχουμε προετοιμάσει και τις αλλαγές που θα πρέπει κάνουμε, ειδικά αν αυτές τις κάνουμε μόνοι μας χωρίς να μας τις ζητήσει αυτή τη φορά κανείς, τότε είναι πολύ πιθανό να καλύψουμε μέσα στην επόμενη διετία το τεράστιο χαμένο έδαφος που μας χωρίζει από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες. Αν ωστόσο αφήσουμε τον καιρό να περνάει, τότε κινδυνεύουμε οι νέοι ευρωπαϊκοί συσχετισμοί να μας βρουν απροετοίμαστους.