Η Εβα Σέπεσι γεννήθηκε το 1932 στη Βουδαπέστη και ζει στη Φρανκφούρτη. Ηταν 12 χρόνων όταν μεταφέρθηκε στο Αουσβιτς. Βίωσε πολύ επώδυνα την απώλεια των πλεξούδων της και της γαλανής ζακέτας της. Ενας σλοβάκος φρουρός τη συμβούλευσε να προσποιηθεί ότι ήταν 16. Αυτό την έσωσε από τον άμεσο θάνατο στους θαλάμους αερίου, αφού όλοι οι νεότεροι κρατούμενοι κρίνονταν ανίκανοι για εργασία.
«Αυτή η επιστολή απευθύνεται στις εγγονές και τους εγγονούς μας, σε όσους θα ψηφίσουν για πρώτη φορά στις 9 Ιουνίου, σε όλους τους δημοκράτες. Για εκατομμύρια από εσάς, αυτές οι ευρωεκλογές ενδεχομένως να είναι οι πρώτες σας. Για εμάς, μπορεί να είναι οι τελευταίες».
Ο Βάλτερ Φράνκενσταϊν γεννήθηκε το 1924 στο Φλάτοφ της Δυτικής Πρωσίας και ζει κοντά στη Στοκχόλμη. Συνάντησε τη μέλλουσα σύζυγό του σε ηλικία 12 χρόνων, σε ένα ορφανοτροφείο του Βερολίνου. Παντρεύτηκαν το 1942, απέκτησαν τον πρώτο τους γιο, τον Πέτερ-Ούρι, το 1943. Πέντε εβδομάδες μετά, άρχισαν να κρύβονται σε σπίτια φίλων και στα ερείπια βομβαρδισμένων κτιρίων.
«Την τελευταία φορά που η Ακροδεξιά ανήλθε στην εξουσία, ήμασταν έφηβοι. Παιδιά, μερικές φορές. Οι ηγέτες της είχαν υποσχεθεί να κάνουν τη χώρα μας και πάλι σπουδαία. Να βάλουν πρώτα τους Γερμανούς. Ετσι έφτιαξαν αποδιοπομπαίους τράγους: Εβραίους, Σίντι και Ρομά, ομοφυλόφιλους, άτομα με αναπηρία, αφοσιωμένους δημοκράτες. Εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τα δικαιώματά τους, το ένα μετά το άλλο, μέχρι και το δικαίωμα στη ζωή».
Η Ρενάτε Αρις γεννήθηκε το 1935 στη Δρέσδη και ζει στο Κέμνιτς. Ο πατέρας της ήταν Εβραίος, η μητέρα της όχι. Επρόκειτο κανονικά να απελαθεί στο Τερεζίν, με τη μητέρα και τον αδελφό της, στις 16 Μαρτίου του 1945, μαζί με τους εναπομείναντες Εβραίους της Δρέσδης. Μεσολάβησε όμως ο συμμαχικός βομβαρδισμός της πόλης και μέσα στο χάος η οικογένειά της κατάφερε να διαφύγει.
«Εκείνη την εποχή, δεν μπορούσαμε να τους σταματήσουμε. Τώρα όμως, μπορείτε. Δεν ξεκίνησαν όλα με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η Ακροδεξιά δεν κατέκτησε την εξουσία με τη βία, αλλά μέσω της κάλπης. Την υποτίμησαν, ελάχιστοι την είχαν πάρει στα σοβαρά. Μέσα σε λίγα χρόνια, η ειρήνη έδωσε τη θέση της στον πόλεμο. Η δημοκρατία μας έδωσε τη θέση της σε μια δικτατορία. Γι’ αυτό απευθυνόμαστε σήμερα σε εσάς με ένα απλό μήνυμα: Ζήτω η δημοκρατία».
Ο Γκέοργκ Στέφαν Τρόλερ γεννήθηκε το 1921 στη Βιέννη και ζει στο Παρίσι. Θα μπορούσε να είχε πεθάνει στο Νταχάου, αντ’ αυτού συμμετείχε στην απελευθέρωσή του, στις 29 Απριλίου του 1945 – καθώς και στην κατάληψη του Μονάχου, την 1η Μαΐου. Είχε εγκαταλείψει ήδη από το 1938 την Αυστρία, καταφεύγοντας πρώτα στην Τσεχοσλοβακία, μετά στη Γαλλία, και τελικά στις ΗΠΑ.
«Ας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την προστατεύσουμε. Γιατί, αντίθετα απ’ ό,τι φαίνεται, δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί δεδομένη. Πρέπει να αγωνιζόμαστε γι’ αυτήν, καθημερινά. Πρέπει να μιλάμε ο ένας στον άλλον. Να προσεγγίζουμε ο ένας τον άλλον. Να τείνουμε το χέρι στους πιο αδύναμους. Εχουμε εμπιστοσύνη στη νέα γενιά. Εχουμε εμπιστοσύνη σε εσάς!».
Η Ρουθ Γουίνκελμαν γεννήθηκε το 1928 στο Χόχεν-Νέουεντορφ, κοντά στο Βερολίνο, όπου και ζει σήμερα. Ο πατέρας της ήταν Εβραίος, η μητέρα της προτεστάντισσα που είχε ασπαστεί τον εβραϊσμό. Οι γονείς της χώρισαν στις αρχές του πολέμου, σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν την ίδια και τη μικρότερη αδελφή της. Ο πατέρας της στάλθηκε στο Αουσβιτς το 1943. Δεν περνάει μέρα που να μην τον σκέφτεται.
«Καταλαβαίνουμε την απογοήτευσή σας για όλα όσα δεν λειτουργούν σωστά. Αλλά πιστέψτε μας: η λύση δεν είναι η αποχή. Η δημοκρατία μάς αφορά όλους. Νέους και ηλικιωμένους. Παππούδες και εγγόνια. Εβραίους, χριστιανούς, μουσουλμάνους, άθεους. Είναι στο χέρι μας να οικοδομήσουμε τη χώρα και την Ευρώπη των ονείρων μας».
Ο Λέον Βάινστραουμπ γεννήθηκε το 1926 στο Λοτζ της Πολωνίας και ζει στη Στοκχόλμη. Πέρασε τέσσερα χρόνια μαζί με την οικογένειά του στο γκέτο του Λοτζ πριν μεταφερθεί, μαζί τους, στο Αουσβιτς. Επιβίωσε επειδή κατάφερε να δραπετεύσει, τον Απρίλιο του 1945, από μια πορεία θανάτου. Ζύγιζε 35 κιλά, και έπασχε από τύφο.
«Δώστε λοιπόν μια ευκαιρία στη δημοκρατία. Πηγαίνετε να ψηφίσετε στις 9 Ιουνίου. Ας δείξουμε μαζί ότι το “Ποτέ ξανά” δεν είναι μια κενή φράση: είναι μια υπόσχεση. Μια υπόσχεση που υπερασπιζόμαστε σήμερα. Αύριο. Για πάντα».
Η Εβα Ούμλαουφ γεννήθηκε το 1942 στο στρατόπεδο εργασίας του Νόβακι, στη Σλοβακία, και ζει στο Μόναχο. Μεταφέρθηκε στο Αουσβιτς σε ηλικία δύο χρόνων, έφτασε εκεί στις 2 Νοεμβρίου του 1944, μόλις δύο ημέρες αφότου είχαν πάψει να στέλνουν κρατουμένους στους θαλάμους αερίων. Παρά το χάος της υποχώρησης, οι Ναζί φρόντισαν να της κάνουν τατουάζ τον αριθμό μητρώου της.
Δεν είναι πολλοί πια οι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος που παραμένουν εν ζωή, και γίνονται όλο και λιγότεροι. Η ανοιχτή επιστολή αυτών των επτά συντονίστηκε από την πλατφόρμα Avaaz, δημοσιεύτηκε σε πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες. Δεν μένει κάτι να προσθέσει κανείς.