Είκοσι επτά εθνικές αναμετρήσεις για τη συγκρότηση ενός υπερεθνικού κοινοβουλίου είναι ένα στρεβλό σχήμα, που σχεδόν νομοτελειακά οδηγεί σε «εθνικοποίηση» της αντιπαράθεσης και σε άγνοια ή αδιαφορία για το τι διακυβεύεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το αίτημα για πραγματικά «πανευρωπαϊκές» εκλογές, με υπερεθνικούς συνδυασμούς, έχει τεθεί εδώ και καιρό και κάθε τόσο επανέρχεται: είχαμε ψηφίσει σχετικό κείμενο στην Ευρωβουλή στην οποία συμμετείχα, το απαίτησαν οι ευρωπαίοι πολίτες με την ευκαιρία της «Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης» το 2022. Αν δεν γίνει αυτό, θα επαναλαμβάνεται νομοτελειακά το φαινόμενο απομάκρυνσης από την ουσία, το οποίο μάλιστα φέτος γιγαντώθηκε. Στη μεν χώρα μας λόγω έλλειψης αντιπάλου για την κυβέρνηση και τόνου που έδωσε ένας νεοσσός της πολιτικής που μόνο για την πολιτική δεν ενδιαφέρεται (μεγάλο κατάντημα η συζήτηση περί πόθεν έσχες), στη δε Ευρώπη παρά τα σημαντικά που έγιναν κατά την προηγούμενη πενταετία και τις μεγάλες προκλήσεις του άμεσου μέλλοντος.
Να το πω όσο πιο απλά γίνεται: ενώ εμείς περί άλλα τυρβάζουμε και με το κιάλι ψάχνουμε ικανά πρόσωπα, από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών αυτής της εβδομάδας θα κριθεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, η απάντηση της Ευρώπης – που είναι και η μόνη δυνατή απάντηση – σε ζητήματα κυριολεκτικά επιβίωσης. Πόλεμοι που μπορούν να οδηγήσουν σε ακόμα μεγαλύτερη παγκόσμια ανάφλεξη. Κλιματική αλλαγή που έχει φτάσει στο όριο και που είναι πιθανό τα αμέσως προσεχή χρόνια να το ξεπεράσει. Ρόλος της Ευρώπης ως ήπιας ή ως εξοπλισμένης δύναμης σε έναν παγκόσμιο συσχετισμό που γέρνει προς τον αυταρχισμό (ακόμα κι αν δεν βγει ο Τραμπ). Προσπάθεια να μπουν κανόνες σε μια τεχνολογική επανάσταση που, με αιχμή την τεχνητή νοημοσύνη, βρίσκεται πολύ κοντά στο να τεθεί εκτός ελέγχου. Την πενταετία που πέρασε η Ευρωπαϊκή Ενωση έκανε, ενστικτωδώς περισσότερο, το καθήκον της, αντιμετωπίζοντας, ατελώς μεν, καταπρόσωπο δε, όλα τα μεγάλα ζητήματα της εποχής: κοινό Ταμείο Ανάκαμψης για την πανδημία αλλά και για την προστασία των πιο αδύναμων, αταλάντευτη στήριξη της Ουκρανίας με διπλωματικά, οικονομικά, στρατιωτικά μέσα, «Νέα Πράσινη Συμφωνία» για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τη δημιουργία ενός διαφορετικού μοντέλου ανάπτυξης, σημαντικοί «νόμοι» για τις ψηφιακές υπηρεσίες και για την τεχνητή νοημοσύνη. Το πρόβλημα, και η τεράστια συλλογική πρόκληση, είναι ότι όλα αυτά τα ζητήματα, και όλα τα ατελή βήματα, βρίσκονται μετέωρα και θα κριθούν στην πενταετία που ξεκινά από την Κυριακή.
Ας το έχουμε τουλάχιστον υπόψη μας: από τη θεωρία και κυρίως από την πράξη προσώπων και κομμάτων (με ύψιστη προεκλογική πράξη το φλερτάρισμα από σύσσωμη την ευρωπαϊκή Δεξιά της δήθεν εξευγενισμένης, πάντως σίγουρα ακραίας, Μελόνι) έχει φανεί ότι οι διαχωριστικές γραμμές ταυτίζονται με τα μεγάλα ζητήματα και άρα τίποτε δεν εξασφαλίζει την έκβασή τους. Αν το εκκρεμές κινηθεί προς μια συμμαχία της παραδοσιακής Δεξιάς με μια Δεξιά τύπου Μελόνι είναι πολύ πιθανή μια υπέρμετρη «στρατιωτικοποίηση» της Ευρώπης, μια επιβράδυνση των μέτρων για την κλιματική αλλαγή, μια μεγαλύτερη χαλαρότητα σε ζητήματα κράτους δικαίου, μια πιο ουδέτερη στάση έναντι της τεχνολογίας, της παραπληροφόρησης, των «ψεύτικων νέων», της εικονικής αλήθειας. Αντίθετα, αν διατηρηθεί μια «ισορροπία λογικής», με έντονο κεντροαριστερό χρώμα, υπάρχουν πολύ περισσότερες πιθανότητες για κοινά αναπτυξιακά σχέδια, για οργάνωση της οικονομίας και των κοινωνιών γύρω από την «πράσινη ανάπτυξη», για μέτρα για την κοινωνική συνοχή και τη μείωση των ανισοτήτων, για πιο ενεργό υπέρ της ειρήνης και του κράτους δικαίου ρόλο. Οι πολίτες που δεν θέλουν να κοιμούνται, επιλέγουν.