Αυτό ήταν και πέρασε. Εβδομάδες «προπαρασκευής» για μια διαδικασία πέντε, το πολύ, λεπτών. Μια ολιγόλεπτη διαδικασία που μια συντριπτική πλειοψηφία σνόμπαρε, αδιαφόρησε, αμέλησε. Η αποχή, λένε κάποιοι εξυπνάκηδες, είναι άποψη, πολιτική θέση, «μήνυμα» με πολλούς αποδέκτες. Μπούρδες. Η αποχή είναι, για να το πω κομψά, αδιαφορία. Είναι η αποτίμηση ενός καθήκοντος, μιας υποχρέωσης ως… εθελοντική προσφορά ή αποποίηση κάποιου δικαιώματος. Μην πω ότι τον τελευταίο καιρό είναι και στυλ.

Τέλος πάντων, τη στιγμή που ψηφίζεις, τα δευτερόλεπτα που είσαι πίσω από το παραβάν, εκείνα τα λίγα που χρειάζεται για να εντοπίσεις το ψηφοδέλτιο που θέλεις, μπορεί και να περάσει απ’ το μυαλό σου ότι είναι η δική σου μικρή «εκδίκηση» προς όλους αυτούς που τις προηγούμενες εβδομάδες έδωσαν τα ρέστα σου για να σε πείσουν να τους ψηφίσεις. Τόσος κόπος, τόση προσπάθεια, τόση αγωνία και άλλος τόσος αγώνας από την πλευρά τους για αυτά τα δικά σου λίγα δευτερόλεπτα. Για μια επιλογή που μπορεί να καθορίσει τη ζωή τους. Κυρίως όμως τη δική σου ζωή.

Το έργο το έχουμε ξαναδεί πολλές φορές, μόνο που κάθε φορά είναι όλο και μικρότερη η «παραγωγή». Από τις χολιγουντιανές υπερπαραγωγές προηγούμενων δεκαετιών φτάσαμε στα «ανσάμπλ». Ούτως ή άλλως, όμως, κατά την προεκλογική περίοδο υπάρχει αυτή «η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι». Ακόμη κι αν, όπως φέτος, δεν υφίσταται θέμα για τις πρώτες αλλά για τις τελευταίες θέσεις, για το ποιο από τα λεγόμενα «μικρά» κόμματα θα σπάσει το φράγμα του ποσοστού που θα το βάλει στο Ευρωκοινοβούλιο. Και σε αυτές τις ευρωεκλογές τα «μικρά» έως μη ανιχνεύσιμα κόμματα ήταν πάρα πολλά. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει ακόμη κι όταν έβλεπα (από βίτσιο λέμε τώρα) εκείνες τις μεταμεσονύχτιες διακαναλικές συνεντεύξεις στην τηλεόραση, με κάτι απίθανους τύπους που έλεγαν κάτι απίθανα πράγματα, εφάμιλλα των καλύτερων νούμερων της επιθεώρησης. Οταν μπήκα όμως στο εκλογικό κέντρο και είδα τις ντάνες με τα ψηφοδέλτια στη σειρά, λίγο τρόμαξα…

Στην αίθουσα υπήρχαν μόνο δύο μέλη της εφορευτικής, το ένα για να τσεκάρει την ταυτότητα και το άλλο για να μου δώσει τον φάκελο. Τα ψηφοδέλτια έπρεπε να τα μαζέψω μόνη μου. Στην αρχή σκέφτηκα να πάρω μόνο του κόμματος το οποίο θα ψήφιζα αλλά το θεώρησα «κωλοπαιδισμό», παρόλο που δεν υπήρχε άλλος στην αίθουσα. Πήρα δύο-τρία. Μετά σκέφτηκα πως ούτε αυτό είναι σωστό και πήρα άλλα τόσα. Εκανα ένα βήμα προς το παραβάν αλλά ξαναγύρισα να πάρω ακόμη ένα-δύο για ξεκάρφωμα. Και να μην τα πολυλογώ, τελικά τα πήρα όλα. Και πίσω από το παραβάν διαπίστωσα ότι το μόνο που δεν είχα – ίσως να είχε παραπέσει με τόσα χαρτιά στα χέρια μου – ήταν του κόμματος που ήθελα να ψηφίσω. Ευτυχώς υπήρχε ένα πάνω πάνω στον κάδο. Πήρα αυτό, πέταξα όλο το χαρτομάνι που είχα μαζέψει και τέλος καλό, όλα καλά.

Η Κυριακή των σταθερών

Ψηφίσαμε λοιπόν αυτή την Κυριακή, την τόσο όμοια με κάθε Κυριακή εκλογών εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μια Κυριακή, για τη δική μου και τις λίγο πιο πάνω, λίγο πιο κάτω γενιές τουλάχιστον, με τηλεοπτικές σταθερές. Ξεκινάμε από το πρωί και μέχρι το μεσημέρι έχουμε δει πού ψήφισαν οι πολιτικοί αρχηγοί και, για κάποιον λόγο, και ο Κώστας Σημίτης, τι είπαν, σε τι ποσοστά κυμαίνεται η αποχή. Στη συνέχεια βλέπουμε ταινίες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου με αναφορές σε εκλογές και πολιτικούς. Ή που θα ‘ναι το «Τζένη Τζένη» ή που θα ‘ναι το «Υπάρχει και φιλότιμο» ή που θα ‘ναι το «Η κύρια δήμαρχος». Μετά θα περιμένουμε το πρώτο exit poll, μετά τα πρώτα αποτελέσματα, μετά θα αρχίσουν να γυρίζουν τα κανάλια οι πολιτικοί (ευτυχώς έχει ατονήσει η μόδα να καλούν στα πάνελ και ηθοποιούς που, αυτήν ειδικά την ημέρα, είναι κάπως σαν γλάστρες). Και όταν ξεκαθαρίσουν τα αποτελέσματα, θα περιμένουμε και τις δηλώσεις των αρχηγών των κομμάτων. Και μετά θα πάμε να κοιμηθούμε νομίζοντας ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα στη ζωή μας. Το θέμα ωστόσο είναι ότι οι πιο ουσιαστικές αλλαγές συντελούνται αθόρυβα.