Ο δολοφόνος που αρχικά προσπάθησε να αρνηθεί το έγκλημα, ομολόγησε όταν είδε τις εικόνες που είχαν στα χέρια τους οι αστυνομικοί και κατάλαβε πως υπήρχαν αποδείξεις εναντίον του. Πήρε τα πράγματα χρονικά και προσπάθησε να εξηγήσει πώς έβαψε τα χέρια του με αίμα.
«Το μεσημέρι της 9ης Ιουνίου ήμουν στο κέντρο του χωριού Μυρτιά Ηλείας και σταμάτησα με το αυτοκίνητό μου στο φούρνο. Εκεί τυχαία, ήταν η ανιψιά μου Βασιλική. Η Βασιλική με ρώτησε πότε θα πάμε για μπάνιο όλοι μαζί με τα παιδιά μου και εγώ της είπα ότι θα τους πάω όποια μέρα σχολάσω νωρίς. Εκείνη τη στιγμή δεν ξέρω πώς μου ήρθε και είπα στη Βασιλική να περάσω να την πάρω το βραδάκι και να πάμε μια βόλτα και αυτή δέχτηκε και κανονίσαμε να πάω κατά τις 20:00», ανέφερε.
Λίγες ώρες μετά ο δράστης και το ανήλικο θύμα του, βρίσκονται μαζί στο ίδιο σπίτι. Η 11χρονη Βασιλική μάλιστα του πλένει το αυτοκίνητο.
«Πράγματι, πήγα στο σπίτι της περίπου στις 8:20 της 9ης Ιουνίου και έκατσα με τη Βασιλική και τη μητέρα της, Ιουλία. Η Βασιλική μου έπλυνε το αυτοκίνητο και μετά έφυγα περίπου στις 9:30 ώρα. Όταν έφυγα εγώ, έφυγε και η Βασιλική από το σπίτι της και όπως είχαμε κανονίσει θα βρισκόμασταν λίγο έξω από το χωριό για να μη μας δουν», είπε.
«Άρχισα να την καρφώνω με το κατσαβίδι»
Λίγο πριν τις 10:00 το βράδυ ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση στη σύντομη ζωή της Βασιλικής. Το μαύρο αυτοκίνητο του 37χρονου καταγράφεται και πίσω η ανήλικη, που εκείνα τα δευτερόλεπτα δεν γνώριζε τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
Σε άλλο βίντεο από διαφορετική κάμερα ασφαλείας το ίδιο όχημα με οδηγό τον 37χρονο θείο της 11χρονης περνά μπροστά από την ανήλικη με μειωμένη ταχύτητα.
«Εγώ πήγα με το αυτοκίνητό μου και την περίμενα πίσω από το χωριό στο δρόμο προς Χανάκια. Μετά από λίγο η Βασιλική ήρθε, μπήκε στο αυτοκίνητο με τη θέλησή της και ξεκινήσαμε να πάμε βόλτα. Πρώτα ήρθαμε στο σούπερ μάρκετ στον Πύργο και έβγαλα λεφτά, μετά στο βενζινάδικο στον Πύργο και έβαλα βενζίνη, περάσαμε από τον Άγιο Ιωάννη και πήραμε να πιούμε από το περίπτερο ενεργειακά ποτά και φύγαμε και πήγα προς Λεχαινά. Η Βασιλική μου είπε πού πάμε και εγώ της είπα πάμε βόλτα και συνέχισε να πίνει ένα ενεργειακό ποτό», πρόσθεσε ο 37χρονος.
Τα λόγια του σοκάρουν. Υποστήριξε στους αστυνομικούς ότι φοβήθηκε όταν άκουσε την ανιψιά του να λέει πως θα ενημερώσει τους γονείς της και άρχισε να την χτυπάει μέχρι θανάτου με ένα κατσαβίδι.
«Εγώ θόλωσα, την έσπρωξα και έπεσε κάτω και πήγα στο αμάξι, στην πόρτα του οδηγού που είχα ένα κατσαβίδι και το πήρα και πήγα πάλι σε αυτή. Ήταν ακόμα κάτω και άρχισα να την καρφώνω με το κατσαβίδι. Την κάρφωνα στο λαιμό, την πλάτη και στο πλάι και είδα ότι έβγαινε αίμα. Την τράβηξα από τα μαλλιά και την πήγα λίγο πιο πέρα και τότε αυτή έβγαλε ένα ήχο σαν “ωχ” και μετά δεν ξαναμίλησε. Μετά την πήγα πιο πέρα να την κρύψω γιατί φοβήθηκα και την έκρυψα σε κάτι καλάμια και τη σκέπασα με ξερά χόρτα», περιέγραψε.
Το θέατρο του 37χρονου μετά την δολοφονία
Μετά το έγκλημα ο 37χρονος επιστρέφει στο σπίτι του, σαν να μην έχει συμβεί το παραμικρό.
«Το βράδυ, η ξαδέρφη μου Ιουλία πήρε τηλέφωνο τη γυναίκα μου και της είπε ότι χάθηκε η κόρη της η Βασιλική και η γυναίκα μου ανησύχησε και μου είπε να την πάω το πρωί στην Μυρτιά και όταν ξυπνήσαμε το πρωί πήγαμε», είπε.
Κανείς μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσε να διανοηθεί αυτό που είχε συμβεί. Όταν οι συγγενείς της Βασιλικής έγιναν μάρτυρες της προσαγωγής του 37χρονου αντέδρασαν. Οι αστυνομικοί όμως είχαν ήδη «δέσει» την υπόθεση.
«Στην αρχή που με ρώτησαν οι αστυνομικοί δεν είπα την αλήθεια, αλλά όταν μου έδειξαν τα βίντεο τους είπα τι ακριβώς είχε γίνει και τους πήγα και τους έδειξα που είχα βάλει τη Βασιλική. Δεν τη βίασα, την έπιασα από το χέρι και ήθελα να συνευρεθούμε ερωτικά, αλλά αυτή δεν ήθελε και δεν έγινε τίποτα μεταξύ μας», υποστήριξε ο 37χρονος.
«Μακάρι να τον είχαν βάλει μέσα και να γλίτωνε η Βασιλική»
Η σύζυγος του 37χρονου δολοφόνου, που είναι παιδική φίλη της μητέρας της 11χρονης, μίλησε στο Live News και περιέγραψε τη στιγμή που είδε τον σύζυγό της και φονιά της μικρής Βασιλικής, μετά την άγρια δολοφονία στην Ηλεία και τη σύλληψή του.
«Ήρθε στο σπίτι και πήγε και κοιμήθηκε», είπε χαρακτηριστικά η γυναίκα και αναφερόμενη στην καταδίκη του 37χρονου για βιασμό ανηλίκου το 2017 ξέσπασε:
«Για το 2017 το ήξερα αλλά ήταν λάθος μου που δεν το πίστεψα. Κανένας δεν το πίστεψε. Τον δικάσανε αλλά τον αφήσανε ελεύθερο και δεν το πίστεψα. Μακάρι να τον είχαν βάλει μέσα, και να γλίτωνε η Βασιλική. Και εγώ δεν θα είχε 5 παιδιά μαζί του, δεν θα είχαν ένα πατέρα δολοφόνο. Όλοι με κρίνουν και με βρίζουν γιατί πιστεύουν πως δεν θα μίλαγα; Την Ιουλία πάντα θα την αγαπάω. Εμείς τσακωνόμασταν αλλά στα παιδιά του ήταν πολύ καλός».
Όπως λέει, όταν έμαθε τι έχει συμβεί ρώτησε τις μεγάλες της κόρες αν τους έχει κάνει κάτι αντίστοιχο.
«Μου είπαν πως δεν τις πείραξε. Δεν έχω πρόβλημα να πάνε στον γιατρό τα παιδιά. Για εμένα δεν υπάρχει πια αυτός, έχει πεθάνει. Η μεγάλη μου κόρη κάθε μέρα κλαίει. Της εξηγώ πως δεν ήταν άνθρωπος αυτός. Δεν θα το αφήσω έτσι και σε ψυχολόγο θα τα πάω άμα χρειάζεται. Θέλω να σταθώ στα πόδια μου, γιατί είμαστε μόνες μας. Στο χωριό δεν έχω πάει, γιατί δεν ξέρω τι μπορεί να κάνει ο καθένας πάνω στα νεύρα μου. Θα βγάλω το επίθετό του από τα παιδιά και θα τους βάλω το δικό μου», πρόσθεσε η ίδια.
«Δεν τον υποστηρίζει κανείς»
Στο Live News μίλησε και η αδερφή του δολοφόνου. «Είναι έγκυος στον έκτο μήνα, έχει πέντε παιδάκια. Αυτός δεν λέγεται άνθρωπος, λέγεται δολοφόνος», ξέσπασε.
Την παραδειγματική τιμωρία του 37χρονου ζητούν από χθες όλοι οι δικοί του στενοί συγγενείς. «Δεν τον υποστηρίζει κανείς, τον έχουν διαγράψει», τόνισε η αδερφή του δράστη.
Σημειώνεται ότι ο 37χρονος είχε συλληφθεί για κλοπές αυτοκινήτων, μέχρι και για βιασμό άλλης ανήλικης το 2017.
Σε βάρος του είχαν εκδοθεί δεκάδες καταδικαστικές αποφάσεις, ενώ για την υπόθεση του βιασμού της 14χρονης είχε αφεθεί ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.
Το 2012 συνελήφθη για κλοπές αυτοκινήτων και το 2014 για κλοπές δίκυκλων, με τον ίδιο να καταδικάζεται ερήμην. Την ίδια χρονιά (2014) συνελήφθη για κλοπή καραμπίνας. Τα αποτυπώματα που εντοπίστηκαν πρόδωσαν και τις κλοπές που είχε κάνει. Το 2017 συνελήφθη για τον βιασμό της 14χρονης και μέχρι την εκδίκαση της έφεσης του επιβλήθηκαν οι όροι να παρουσιάζεται δύο φορές τον μήνα στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.