Στις 14 Ιουνίου 1928 γεννήθηκε ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, μία από τις πιο επιδραστικές φυσιογνωμίες του 20ου αιώνα.
Ο Τσε Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροζάριο της Αργεντινής στις 14 Ιουνίου 1928. Σπούδασε ιατρική, ταξίδεψε με μοτοσυκλέτα σε όλη τη Λατινική Αμερική και όντας ιδιαίτερα πολιτικοποιημένος, όταν γνώρισε τον Φιντέλ Κάστρο και τον αδερφό του Ραούλ, συμμετείχε στην Κουβανική Επανάσταση (1953 – 1959) ενάντια στον κουβανό δικτάτορα Φουλχένθιο Μπατίστα.
Ύστερα από την επικράτηση της επανάστασης και την άνοδο του Φιντέλ Κάστρο στην εξουσία, ο Τσε Γκεβάρα ανέλαβε κρατικά αξιώματα από τα οποία όμως παραιτήθηκε θέλοντας να συνεχίσει τον ένοπλο αγώνα σε άλλες χώρες όπου δρούσαν επαναστατικά κινήματα.
Εκτελέστηκε, ύστερα από απαίτηση των ΗΠΑ, στα Βουνά της Βολιβίας, το 1967, όπου συμμετείχε στην ένοπλη επανάσταση ενάντια στη δικτατορία του Ρενέ Μπαριέντος.
O Tσε Γκεβάρα αποτέλεσε ένα από τα ισχυρότερα σύμβολα των επαναστατικών αγώνων κατά των απολυταρχικών καθεστώτων αλλά και της συνέπειας μεταξύ ιδεών, λόγου και πράξεων.
Οι ρίζες του
Το 1986, ο Γιάννης Ε. Διακογιάννης συνάντησε για λογαριασμό του περιοδικού «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» τον πατέρα του Τσε, Ερνέστο, ο οποίος μίλησε για τις ρίζες της οικογένειας Γκεβάρα.
«Ο παππούς μου, ο Λεντς Γκεβάρα, ήταν αρχηγός των χρυσοθήρων στην Καλιφόρνια. Ήταν πλούσιος άνθρωπος, αλλά δεν ένιωθε ευχαριστημένος. Τον προστάτευε ο στρατός και αυτό δεν το ανεχόταν. Κάποια μέρα δεν άντεξε.
“Δεν μπορώ ν’ ανήκω σ’ έναν στρατό δολοφόνων’, είπε.
»Πήρε την γυναίκα του και τ’ άλογά του και πήγε στην Αργεντινή. Οι συνθήκες, όμως, που επικρατούσαν εκεί, τους ανάγκασαν να φύγουν. Με πλοίο έφυγαν και βρέθηκαν εξόριστοι, για 30 χρόνια στην Ουρουγουάη…
»Ό,τι έχει να κάνει με επανάσταση είναι μέσα στην οικογένεια. Οι Ιρλανδοί πρόγονοί μου ήρθαν από την Ιρλανδία, γιατί δεν άντεχαν την καταπίεση των Άγγλων.
»Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός, είχε λεφτά και ζούσε καλά. Αλλά είπε: “Δεν δέχομαι δύο πράγματα, τη φτώχεια και το ψέμα. Η μόνη αριστοκρατία που πιστεύω, είναι η πνευματική”.
»Έτσι, το 1906, το σπίτι μας ήταν “κέντρο” κριτικής εξέτασης των πολιτικών πραγμάτων. Η πρώτη μου γυναίκα σπούδαζε να γίνει καλόγρια. Όταν όμως, με γνώρισε, έγινε πιο επαναστάτρια από μένα.
»Πέθανε η πρώτη μου σύζυγος και ξαναπαντρεύτηκα μια γυναίκα 40 χρόνια νεότερη. Μαζί της έχω τρία παιδιά…Ξέρεις τι λέω σήμερα στα παιδιά μου;
Μην προσπαθήσετε να γίνετε σαν τον Τσε, αλλά ακολουθήστε τον δρόμο του. Μην προσπαθήσετε να τον μιμηθείτε. Είναι επικίνδυνο να γίνεις σαν κάποιον άλλον. Μπορείς, όμως, να διδαχθείς απ’ αυτόν και να χτίσεις τη δική σου πορεία.
»Δεν ήμουν ποτέ μέλος σε οποιοδήποτε κόμμα. Όμως, από το 1917, που έγινε η επανάσταση στη Ρωσία, είμαι πνευματικά μαζί τους.
Είδωλο του 20ου αιώνα
Ο Paul Vallely του Independent, σε κείμενό του που αναδημοσιεύθηκε στο «ΒΗΜΑ» της 27ης Νοεμβρίου 2004 μιλάει για τη δύναμη του Τσε Γκεβάρα.
«Ο Τσε Γκεβάρα κυριάρχησε απόλυτα στη φαντασία της εποχής του: ο Ζαν Πολ Σαρτρ τον αποκάλεσε “τον πιο ολοκληρωμένο άνθρωπο στην Ιστορία” και το περιοδικό “Time”, προσωποποίηση των αμερικανικών αξιών που ο Γκεβάρα τόσο περιφρονούσε, τον ανακήρυξε “είδωλο του 20ου αιώνα”.
»Το 1968 – τη μεγάλη χρονιά της πολιτικής, πολιτιστικής και κοινωνικής επανάστασης που ακολούθησε τον θάνατό του – το σύνθημα “O Tσε Ζει” γραφόταν σε τοίχους από το Παρίσι ως την Πράγα, από το Μπέρκλεϊ ως το Μπέλφαστ και σε κάθε μέρος όπου η παλαιά τάξη έμοιαζε να απειλείται από κάτι το οποίο φαινόταν να είναι ένα κύμα νεανικής αντίστασης που κανείς δεν μπορούσε να σταματήσει. Ήταν η εποχή των διαδηλώσεων εναντίον του πολέμου του Βιετνάμ και των φοιτητικών οδοφραγμάτων.
»Οι καιροί άλλαζαν και η εικόνα του Τσε Γκεβάρα, νεκρού αλλά αναστημένου σε δισεκατομμύρια δωμάτια, ήταν το νέο σύμβολο αυτής της νέας δυναμικής γενιάς.
Τι ήταν ο Τσε;
»Δεν δύσκολο να προσδιορίσει κανείς από πού προέρχεται η δύναμη του άνδρα και του μύθου του. Ήταν αισθησιακός και σέξι. (…) Πέθανε νέος, όπως έκαναν και έπρεπε να κάνουν όλοι οι ήρωες αυτής της εποχής, από τον Τζέιμς Ντιν ως τον Τζίμι Χέντριξ. (…)
»Έκανε απόβαση στην Κούβα για να διεξαγάγει μια αντάρτικη εκστρατεία εναντίον του υποστηριζόμενου από τις ΗΠΑ δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα.
»Ήταν γενναίος. Συνέχισε την εισβολή παρ’ ότι τραυματίστηκε στον λαιμό, θανάσιμα όπως είχε νομίσει τότε, σε μια ενέδρα.
»Ήταν η απόλυτη εμβληματική φυσιογνωμία της αντικουλτούρας, είχα κάνει πραγματικότητα το όνειρο ότι όσο υπέρμετρες και αν φαίνονταν οι δυσκολίες, τα πράγματα μπορούσαν να αλλάξουν.
»Ήταν ο άνθρωπος που πέρασε στην κουβανική και ύστερα στην παγκόσμια επαναστατική μυθολογία με μια μάχη όπου ο ίδιος και μερικές εκατοντάδες αντάρτες νίκησαν 10.000 κουβανούς κυβερνητικούς στρατιώτες στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα και μετέτρεψαν μια περιπέτεια που έμοιαζε αδύνατη σε αληθινή επανάσταση. (…)
»Είχε το χάρισμα να συμπυκνώνει τον ιδεαλισμό και τη φιλοσοφία του σε μεστές φράσεις που χαράζονταν στη μνήμη: “Καλύτερα να πεθάνεις όρθιος παρά να ζεις γονατιστός”. (…)
»Έγινε για λίγο, και όχι με μεγάλη επιτυχία, κυβερνήτης της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας – το πορτρέτο του τυπώθηκε στα χαρτονομίσματα των τριών πέσος – και αργότερα για ένα μικρό διάστημα υπουργός Βιομηχανίας. Γρήγορα όμως βαρέθηκε τις κοινές, άχαρες λεπτομέρειες της προσπάθειας να τεθεί ο μαρξισμός σε λειτουργία και, αφού πέρασε μια περίοδο οργώνοντας τον κόσμο ως πρεσβευτής της Κούβας, αναζήτησε ξανά την αγνότητα της πολιτικής στράτευσης σε μακρινούς τόπους».
Το τέλος
Οι μακρινοί τόποι στους οποίους αναφέρεται ο Paul Vallely είναι το πρώτην Βελγικό Κογκό και οι σαφώς εγγύτερη Βολιβία, στην οποία ο αγώνας του Τσε Γκεβάρα έλαβε τραγικό τέλος.
«Η επανάστασή του [στη Βολιβία] κατέληξε σε αποτυχία και, ταλαιπωρημένος και ηττημένος, συνελήφθη από κυβερνητικούς στρατιώτες και παραδόθηκε στη CIA για ανακρίσεις. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Γκεβάρα αρνήθηκε να μιλήσει και εκτελέστηκε την επόμενη ημέρα».
Επικριτές
Στον αντίποδα έχουν εκφραστεί κατά καιρούς δυσμενέστατες επικρίσεις για τον Τσε Γκεβάρα, όπως π.χ. ότι ευθύνεται για τον θάνατο δεκάδων λιποτακτών και οπαδών του Μπατίστα, ότι θαύμαζε τον απολυταρχικό τρόπο εξουσίας του Ιωσήφ Στάλιν, ότι ήταν πρόθυμος να εκτοξεύσει πυρηνικά όπλα, αν η Κούβα αποκτούσε πρόσβαση στον έλεγχο των σοβιετικών πυραύλων στην κρίση του Κόλπου των Χοίρων ή ότι ήταν περιφρονητικός απέναντι στους ομοφυλόφιλους.
Όπως όμως γράφει ο Paul Vallely «μεγάλο μέρος αυτής της κριτικής προδίδει άγνοια. Το 1963 ο Τσε είχε ήδη συνειδητοποιήσει ότι ο σταλινισμός ήταν μια καταστροφή, ύστερα από μια επίσκεψη στη Ρωσία όπου είχε δει τις συνθήκες στις οποίες ζούσε η πλειονότητα του πληθυσμού.
»Το μεγαλύτερο μέρος της είναι επίσης ιστορικά σαθρό, εφόσον τον αποσπά από το ιστορικό πλαίσιο, τις πολιτικές αντιλήψεις και τις πραγματικότητες της εποχής του και απαιτεί από αυτόν να είχε συμπεριφερθεί όπως θα συμπεριφερόταν ένας άνθρωπος του 21ου αιώνα και όχι όπως ένας άνθρωπος καθηλωμένος σε έναν ψυχροπολεμικό κόσμο όπου κυριαρχούν δύο αντιτιθέμενες κοσμοθεωρείες, με την αμερικανική CIA να επιδεικνύει εξίσου κακή συμπεριφορά με τους Σοβιετικούς – ανατρέποντας βίαια ξένες κυβερνήσεις, υποστηρίζοντας λατινοαμερικανικές ομάδες θανάτου και συμμαχώντας με τη μαφία στη μάχη εναντίον του κομμουνισμού».
Η αρετή ενός επαναστάτη
Ας κλείσουμε όμως με κάτι που έγραψε ο ίδιος ο Τσε Γκεβάρα , το οποίο δύσκολα επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες και που σίγουρα μάς δίνει μια σαφή εικόνα για το τι ήταν ο Τσε. Το έγραψε στην τελευταία επιστολή που έλαβαν ποτέ από εκείνον τα παιδιά του:
«Ο πατέρας σας είναι ένας άνθρωπος που ενεργεί όπως σκέπτεται. Και που σίγουρα έμεινε πιστός στις πεποιθήσεις του…
»Προπάντων να κρατήσετε μέσα σας την ικανότητα να αισθάνεστε πολύ βαθιά κάθε αδικία που διαπράττεται εναντίον οποιουδήποτε, σ’ οποιοδήποτε σημείο και αν είναι του κόσμου. Αυτή είναι η πιο ωραία αρετή ενός επαναστάτη…»