Οπως και να το κάνουμε είναι εντυπωσιακή ως είδηση: στην ελληνική οικονομία ο αριθμός των κενών θέσεων εργασίας στο πρώτο τρίμηνο του έτους αυξήθηκε κατά 115,6% σε σύγκριση με έναν χρόνο πριν. Ηταν 32.850 οι κενές θέσεις εργασίας και αυξήθηκαν σε 70.826 φέτος. Από το 2009 δεν έχει παρατηρηθεί παρόμοιο μέγεθος. Είχε προηγηθεί αύξηση 97,9% στη σύγκριση μεταξύ 2023 και 2022 (το α’ τρίμηνο 2022 ήταν 16.603), σημάδι της αλματώδους ζήτησης για εργαζομένους από τις επιχειρήσεις. Ποιος να το έλεγε, ότι η Ελλάδα του σχεδόν 30% ανεργία και του 50% σε κατηγορίες όπως οι νέοι πριν από μερικά χρόνια, έχει γυρίσει τόσο πολύ την κατάσταση, που καταγράφει πλέον τέτοιες ελλείψεις.
Κενή θέση εργασίας, να θυμίσουμε, θεωρείται σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή μια νεοδημιουργηθείσα θέση, μια ήδη κενή θέση ή μια θέση που πρόκειται να κενωθεί σύντομα, για την οποία ο εργοδότης έχει προβεί πρόσφατα σε δραστικές ενέργειες για να βρεθεί κατάλληλος υποψήφιος, εκτός της επιχείρησης, και η οποία είναι διαθέσιμη είτε άμεσα είτε στο άμεσο/εγγύς μέλλον. Σημειώνεται ότι οι κενές θέσεις εργασίας αφορούν μόνο τους μισθωτούς. Επίσης κενές θέσεις εργασίας στο άμεσο μέλλον είναι οι κενές θέσεις πλήρους ή μερικής απασχόλησης, οι οποίες θα πρέπει να καλυφθούν σε διάστημα όχι μεγαλύτερο των τριών μηνών.
Το παράδοξο ωστόσο είναι ότι ενώ οι κενές θέσεις αυξάνονται με αριθμητική πρόοδο, οι επίσημα καταγεγραμμένοι άνεργοι ξεπερνούν τους 520.000, ενώ οι εγγεγραμμένοι για τα επιδόματα στις λίστες της ΔΥΠΑ αγγίζουν τους 870.000. Κάτι δεν πάει καλά είναι το μόνο βέβαιο. Το πρόβλημα φαίνεται ότι είναι στην αρχιτεκτονική των επιδομάτων, τα οποία δημιουργήθηκαν σε άλλη εποχή, πριν από μία δεκαετία και πλέον δεν ανταποκρίνονται στις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην οικονομία.
O οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης προανήγγειλε χθες αλλαγές στο επίδομα ανεργίας. Ανέφερε ότι πρέπει να υπάρχει μια μεγαλύτερη διασύνδεση του επιδόματος ανεργίας με το ύψος του μισθού και την προϋπηρεσία των δικαιούχων. Σήμερα είτε δουλεύει κάποιος για δύο χρόνια με τον κατώτατο μισθό είτε εργάζεται 20 χρόνια με μισθό 1.500 ευρώ, το ίδιο επίδομα θα λάβει, για το ίδιο χρονικό διάστημα. Πλέον έπειτα και από μια μελέτη που παρέδωσε στην κυβέρνηση ο ΟΟΣΑ, εξετάζεται η αλλαγή του, προκειμένου να γίνει πιο ανταποδοτικό και πιο δίκαιο.
Μπορεί ωστόσο να λύσει το πρόβλημα της άρνησης σημαντικού κομματιού του εργατικού δυναμικού να εργαστεί; Δύσκολο. Θα χρειαστεί μια πολύ πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση. Για παράδειγμα, η παροχή του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, αλλά και πολλών άλλων επιδομάτων, διακόπτεται απότομα μόλις το εισόδημα υπερβεί ένα όριο. Είναι επομένως συχνά περισσότερο συμφέρον για έναν δικαιούχο να διατηρήσει το οικογενειακό του εισόδημα κάτω από το όριο, είτε χωρίς να αναζητήσει εργασία, είτε εργαζόμενος επιπλέον ώρες «μαύρα», παρά να αναζητήσει επιπλέον επίσημη εργασία. Ολα αυτά προφανώς χρειάζονται επανεξέταση, μαζί με τη διασφάλιση ότι τα προγράμματα κατάρτισης ανέργων κάνουν τη δουλειά τους. Οτι παραδίδουν δηλαδή επιμορφωμένους εργαζομένους, που να καλύπτουν τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.