Το σχέδιο μάχης που σκοπεύει να ακολουθήσει με την ελπίδα να εξασφαλίσει μια «καθαρή πλειοψηφία» για τα υπόλοιπα τρία χρόνια της προεδρικής του θητείας παρουσίασε χθες ο Εμανουέλ Μακρόν, 18 ημέρες πριν από τις πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές που προκήρυξε μετά τον θρίαμβο της Ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές.
Ο γάλλος πρόεδρος υπεραμύνθηκε της απόφασής του, σημειώνοντας πως «η επιστροφή στον λαό δεν πρέπει να είναι ποτέ ακατανόητη, είναι μια δημοκρατική αρχή»· εξήγησε πως «δεν θέλει να δώσει τα κλειδιά της εξουσίας στην Ακροδεξιά το 2027», στις επόμενες προεδρικές εκλογές· κατήγγειλε τις «παρά φύσει συμμαχίες στα δύο άκρα», στη Δεξιά και την Αριστερά· και απηύθυνε έκκληση για τη δημιουργία ενός «προοδευτικού, δημοκρατικού και ρεπουμπλικανικού μετώπου, ενωμένου και ξεκάθαρου όσον αφορά τη σχέση του με τη Ρεπουμπλίκ, την Ευρώπη και τις προτεραιότητές του».
Ζήτησε, πιο συγκεκριμένα, τη συσπείρωση «σοσιαλδημοκρατών, ριζοσπαστών, οικολόγων, χριστιανοδημοκρατών, γκωλικών» και γενικότερα όλων όσοι «δεν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον εξτρεμιστικό πυρετό». Πριν καλά καλά προλάβει ωστόσο να ολοκληρώσει τη συνέντευξη Τύπου, η προσοχή των Γάλλων είχε μετατοπιστεί στο δράμα των Ρεπουμπλικανών, που ξεκίνησε προχθές με την ανακοίνωση μιας συμμαχίας με τη Μαρίν Λεπέν από τον επικεφαλής τους, τον Ερίκ Σιοτί, και κατέληξε χθες στη διαγραφή του Σιοτί από το πολιτικό γραφείο του κόμματος.
Πολιτικές συμφωνίες
Σύμφωνα με το παρασκήνιο που αποκάλυψε η «Monde», ο Σιοτί συνήψε πολιτική συμφωνία με την ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση (RN) χωρίς να ρωτήσει ή να ενημερώσει κανέναν στο κόμμα του. Επικαλέστηκε την ανάγκη πολιτικής επιβίωσης (οι Ρεπουμπλικανοί έλαβαν 7,25% στις ευρωεκλογές, η RN 31,37%) και υποστήριξε ότι το ζητούν τα μέλη του κόμματος. Τα κομματικά στελέχη που βρέθηκαν ωστόσο να υπερασπιστούν αυτή τη συμμαχία δεν ξεπερνούσαν τα δάχτυλα του ενός χεριού. Ολα τα υπόλοιπα κατηγόρησαν τον Σιοτί ότι συνήψε μια νέα «συμφωνία του Μονάχου», ότι πρόδωσε «την κληρονομιά του στρατηγού Ντε Γκωλ», ότι «πούλησε το κόμμα» στη Λεπέν, και απαίτησαν την παραίτησή του. Μπροστά στην άρνησή του, η αντιπρόεδρος των Ρεπουμπλικανών, Ανί Ζενεβάρ, συγκάλεσε για χθες το μεσημέρι το πολιτικό γραφείο του κόμματος. Ο Σιοτί υποστήριξε πως δεν είχε, βάσει καταστατικού, δικαίωμα να το κάνει – παράλληλα, κλείδωσε τις πόρτες του κομματικού αρχηγείου, επικαλούμενος «λόγους ασφαλείας». Τελικά, το πολιτικό γραφείο των Ρεπουμπλικανών συνεδρίασε στο κοντινό Musée social και αποφάσισε ομόφωνα τη διαγραφή του. Το ανακοίνωσε μάλιστα μπροστά στην έδρα του κόμματος, την οποία και ξεκλείδωσε στη συνέχεια. Ο Σιοτί επέμεινε πως «παραμένει» πρόεδρος των Ρεπουμπλικανών, απειλώντας με «νομικές» και «ποινικές» συνέπειες.
Αλλά ο πολιτικός χρόνος στη Γαλλία έχει επιταχθεί τόσο που γρήγορα τον προσπέρασε, την ηγεσία του κόμματος ανέλαβαν προσωρινά η Ανί Ζενεβάρ και ο επικεφαλής της κομματικής λίστας στις ευρωεκλογές, Φρανσουά-Ξαβιέ Μπελαμί, και υποψήφιοι στις επικείμενες κοινοβουλευτικές εκλογές ανακηρύχθηκαν όλοι οι απερχόμενοι (61) βουλευτές του πλην του Σιοτί και της Κριστέλ ντ’Ιντορνί, που είχε ταχθεί στο πλευρό του.
Στο ίδιο σακί
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε όμως ο Μακρόν έβαλε στο ίδιο σακί και τη συμμαχία που επιχείρησε ο Σιοτί με την Ακροδεξιά, και το «λαϊκό μέτωπο» που συμφώνησαν επί της αρχής Σοσιαλιστές, Οικολόγοι, Κομμουνιστές και «Ανυπότακτοι» – δήλωσε μάλιστα πως ο Λεόν Μπλουμ, ο πρωθυπουργός του αυθεντικού Λαϊκού Μετώπου, «πρέπει να στριφογυρίζει στον τάφο του». Στο στόχαστρό του ήταν φυσικά πρωτίστως η ριζοσπαστική Αριστερά του Ζαν-Λικ Μελανσόν, την οποία κατήγγειλε για «αντισημιτισμό, κοινοτισμό και αντικοινοβουλευτισμό».
Τα κόμματα της Αριστεράς κατέληξαν πράγματι χθες σε μία επί της αρχής συμφωνία διαμοιρασμού των περιφερειών, η οποία αναγνωρίζει την καλή επίδοση της σοσιαλιστικής λίστας υπό τον Ραφαέλ Γκλικσμάν (13,83%, έναντι 14,60% για τη μακρονική συμμαχία) στις ευρωεκλογές. Μένουν όμως τα δυσκολότερα, δεδομένων των ιδεολογικών διαφορών τους: να συμφωνήσουν σε ένα κοινό πρόγραμμα. Στο μεταξύ, ο Μακρόν κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να αμβλύνει αυτή την εντύπωση του «Εγώ ή το χάος» που έδωσε διαλύοντας την Εθνοσυνέλευση. Ο λόγος του χθες εμπεριείχε μια κάποια δόση αυτοκριτικής για τα επίπεδα που έχουν φτάσει τα άκρα στη Γαλλία. Επί της ουσίας ωστόσο ο γάλλος πρόεδρος επέμεινε σε μια συνταγή που έχει ήδη δείξει τα όριά της: υποσχέθηκε «περισσότερη ασφάλεια» και «περισσότερη αυστηρότητα», «αλλά στο πλαίσιο της Ρεπουμπλίκ και των αξιών της».