Αλλάζουν όλα στον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών από το 2025 κι έπειτα, καθώς η ετήσια αναπροσαρμογή τους παύει να συνδέεται με την εξέλιξη του πληθωρισμού και θα συνδέεται με έναν καινούργιο δείκτη, τον δείκτη μεταβολής μισθών. Η ρύθμιση θα αφορά τις νέες συνταξιοδοτήσεις από το 2025 και εφεξής. Δηλαδή από την επόμενη χρονιά οι συντάξιμες αποδοχές των ασφαλισμένων που αποτελούν τη βάση υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης παύουν να αυξάνονται με τον πληθωρισμό και θα αυξάνονται με το ποσοστό αύξησης του δείκτη μισθών όλων των εργαζομένων.
Αν το 2024 ο δείκτης μισθών καταγράψει αύξηση 3,5%, αυτό το ποσοστό θα αυξήσει και τον μισθό που θα ληφθεί υπόψη για την ανταποδοτική σύνταξη όσων αποχωρήσουν το 2025.
Η σχετική διάταξη του νόμου 4670/2020 αναφέρει ότι «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2024 διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ».
Ηδη συγκροτείται η επιτροπή για την κατασκευή του δείκτη μισθών που προβλέπει η νομοθεσία, όπως ανέφερε σε δηλώσεις του ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου. Με βάση τη μεταβολή αυτού του δείκτη θα γίνονται οι αναπροσαρμογές που προβλέπει η σχετική νομοθεσία (συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών, εισφορές αυτοαπασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών).
ΔΥΟ ΤΡΟΠΟΙ. Οσοι ασφαλισμένοι αποχωρήσουν από το 2025 κι έπειτα θα έχουν δύο τρόπους για τον καθορισμό των συντάξιμων αποδοχών τους:
n Το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξής τους από το 2002 ως και το 2024 θα αυξάνεται κατά το ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή κάθε έτους.
n Το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξής τους από το 2025 και μετά, θα αυξάνεται ανάλογα με το ποσοστό μεταβολής του δείκτη μισθών για το σύνολο της οικονομίας.
Ο νόμος προέβλεπε την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης από το 2021, αλλά επειδή δεν μπορούσε να τον προσδιορίσει η ΕΛΣΤΑΤ, πήρε αναβολή και θα εφαρμοστεί από 1/1/2025.
Ο δείκτης αυτός θα δείχνει πόση ήταν η αύξηση του μέσου μισθού κάθε χρόνο. Από το αποτέλεσμα που θα προκύπτει θα κρίνεται εάν οι νέες συντάξεις θα είναι υψηλότερες ή χαμηλότερες από τις τωρινές. Ανάλογη θα είναι και η επίδραση στις ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών.
Με τον δείκτη μισθών η αύξηση της ανταποδοτικής σύνταξης μπορεί να είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την αύξηση που θα προέκυπτε αν η μεταβολή των συντάξιμων αποδοχών συνεχιζόταν να γίνεται με βάση τον πληθωρισμό. Αν πάρει κανείς το παράδειγμα του κατώτατου μισθού θα διαπιστώσει ότι στα τρία τελευταία χρόνια έχει πάρει αθροιστικά αύξηση 23% ενώ ο πληθωρισμός αυξήθηκε σωρευτικά 16,1%. Το 2022, ο μισθός αυξήθηκε κατά 7,2% με πληθωρισμό 9,6%. Το 2023 ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε 9,4%, με πληθωρισμό 3,5% και το 2024 ο μισθός αυξήθηκε κατά 6,4% με εκτίμηση για πληθωρισμό 3%.
Παράδειγμα. Ασφαλισμένος που σήμερα έχει συντάξιμο μισθό 1.700 ευρώ και σκοπεύει να βγει στη σύνταξη το 2025, θα έχει αύξηση 3,5% στον συντάξιμο μισθό ο οποίος θα διαμορφωθεί στα 1.760 ευρώ. Αν έχει 40 χρόνια ασφάλισης η ανταποδοτική σύνταξη που θα λάβει βγαίνει στα 880 ευρώ. Αν οι αποδοχές του αυξάνονταν με τον πληθωρισμό που για το 2024 προβλέπεται να είναι κάτω από 3%, ο συντάξιμος μισθός θα ήταν 1.750 ευρώ και η ανταποδοτική σύνταξη 874 ευρώ. Αν η αύξηση μισθών πιάσει φέτος το 4% κατά μέσο όρο τότε η ανταποδοτική σύνταξη για τον ασφαλισμένο που θα βγει το 2025 θα είναι 885 ευρώ.