Δεινός αφηγητής και με πλούσια φαντασία, χάρισε απλόχερα στους μαθητές του τα εργαλεία της γνώσης και την ελευθερία να τα αξιοποιήσουν. Είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά του Πάνου Βαλαβάνη, του καθηγητή Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπως τα περιγράφουν οι μαθητές του στον πρόλογο του συλλογικού τόμου «Καλλίνικος», ο οποίος κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καπόν.

Την έκδοση-αφιέρωμα στον Πάνο Βαλαβάνη ως ελάχιστο αντίδωρο ευγνωμοσύνης για την ανιδιοτελή και πολυετή προσφορά του στον ακαδημαϊκό χώρο μετά την αφυπηρέτησή του επιμελήθηκαν οι Ειρήνη Μ. Δημητριάδου και Νικόλας Δημάκης και περιλαμβάνει 53 άρθρα-συμβολές, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, καλύπτοντας το πεδίο του ερευνητικού και διδακτικού έργου του τιμωμένου. Τα «Πρόσωπα» διά της υπογράφουσας, επίσης μαθήτριας του αντισυμβατικού και γενναιόδωρου δασκάλου, επέλεξαν και παρουσιάζουν πέντε από τις ιστορίες της τιμητικής έκδοσης.

Τρίχρονα με κουκούλες και φυλαχτά

Ενα μικροσκοπικό παιδικό κεφαλάκι με κόκκινη κουκούλα έχει δώσει τη μορφή του σε ένα πήλινο κανατάκι, που βρέθηκε στα θεμέλια του Μουσείου Ακρόπολης. Είναι ένα από τα λιγοστά πλαστικά αγγεία με μορφή κεφαλής αγοριού που προέρχονται από την Αθήνα των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Ποιος ήταν ο ρόλος των αγγείων αυτών με ύψος περί τα 20 εκ.; Για ποιον λόγο δεν βρέθηκαν σε τάφους και ιερά, αλλά σε οικιακά πηγάδια; Και γιατί το μέτωπο και ο λαιμός τους κοσμούνταν με μισοφέγγαρα (μηνίσκους); Τις απαντήσεις αναζητά στο άρθρο της η Αγγελική Κουβέλη, παρουσιάζοντας ένα σύνολο επτά εξ αυτών. Και διατείνεται ότι πρέπει να συνδέονταν με την τελετουργία κάποιου αθηναϊκού εθίμου, ενώ θεωρεί κομβικής σημασίας την αποτύπωση των μηνίσκων που είχαν αποτροπαϊκό χαρακτήρα και λειτουργούσαν ως φυλαχτά. Ενδεχομένως να συνδέονται με μια τελετή της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου ανάλογη εκείνης της κλασικής εποχής, στο πλαίσιο των Ανθεστηρίων: τον εορτασμό της μετάβασης από την επικίνδυνη βρεφική ηλικία στην ασφαλέστερη νηπιακή – όταν συμπληρώνονταν τα τρία έτη ζωής – που έδινε περισσότερες ελπίδες για ενηλικίωση.

Αρωματικές «γέφυρες» με τον Κάτω Κόσμο

Μοναδικό εύρημα χαρακτηρίζεται ο εντοπισμός τεσσάρων λάκκων με υπολείμματα καύσης νηπίων που βρέθηκαν ανάμεσα στα ρωμαϊκής εποχής ταφικά μνημεία, έξω από τα τείχη της αρχαίας Μεσσήνης. Τι οδήγησε σε αυτό το ασυνήθιστο για τα ελληνικά δεδομένα ταφικό έθιμο της καύσης των νεογνών; Και για ποιον λόγο κτερίστηκαν με θυμιατήρια; Δεν αποκλείεται μια πανδημία να είναι η αιτία θανάτου και το έθιμο συνάδει με τις συνήθειες των Ρωμαίων που κατοικούσαν στη Μεσσήνη τον 2ο και τον 3ο αι. σύμφωνα με τη συγγραφέα του άρθρου, Μιμίκα Γιαννοπούλου. «Η συγκεκριμένη πρακτική ακολουθούνταν από επιφανείς οικογένειες που επιθυμούσαν να αποδώσουν τιμές στα άωρα χαμένα βρέφη που δεν πρόλαβαν να ενταχθούν στην κοινότητα» σημειώνει. Τα θυμιατήρια θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος του τελετουργικού, για την αποτροπή της δυσοσμίας, αλλά και για τον εξαγνισμό των παρευρισκομένων. Τέλος, «η ευχαρίστηση και η ευφορία που προκαλείται από τη μυρωδιά αρωματικών ουσιών στους ζώντες και η υποβλητική ατμόσφαιρα του καπνού από την καύση δημιουργεί υποσυνείδητες γέφυρες επικοινωνίας με τον “άγνωστο” τόπο της κατοικίας της ψυχής».

Ενα μπικίνι για την κροταλίστρια

Φορά ένα μάλλινο «μπικίνι» – ένα στηθόδεσμο και ένα περίζωμα. Τα μακριά μαλλιά της αχτένιστα πέφτουν ελεύθερα στους ώμους της, όπως των νεαρών ορχηστρίδων που συμμετέχουν σε συμπόσια, φορά στεφάνι από κισσό και στα χέρια της κρατά κρόταλα. Ποια είναι η νεαρή αυτή γυναίκα που απεικονίζεται σε ένα ερυθρόμορφο πινάκιο του 5ου αι. π.Χ. που βρέθηκε σε έναν αποθέτη του ιερού της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα; Η ενδυμασία της μαρτυρά ότι φορά τα εσώρουχά της ή ένα σύνολο που συνδέεται με την άθληση και την ψυχαγωγία καθώς προσφέρει ελευθερία κινήσεων; Η Αθηνά Χατζηδημητρίου προτείνει ότι η νεαρή κροταλίστρια δεν αποκλείεται να ήταν «μία εκπαιδευόμενη ορχηστρίδα εταίρα» – μια χορεύτρια – υπό την εποπτεία μιας καλλιεργημένης εταίρας, όπως ερμηνεύει τη δεύτερη γυναικεία μορφή που απεικονίζεται πλήρως ενδεδυμένη και με καλυμμένο το κεφάλι της. Το γεγονός δε ότι στο πινάκιο αποτυπώνεται κι ένα κιβώτιο μαρτυρά πως η σκηνή εκτυλίσσεται σε εσωτερικό χώρο, πιθανόν σε ένα διδασκαλείο εταίρων.

Αδικαίωτος Ολυμπιονίκης επί 70 χρόνια

Δεν νίκησε στο παγκράτιο το 408 π.Χ. ο Πολυδάμας από τη Σκοτούσσα, μια πόλη ανάμεσα στα Φάρσαλα και τις Φερρές. Σκότωσε με γυμνά χέρια ένα δυνατό λιοντάρι. Αρπαξε τον πιο άγριο ταύρο ενός κοπαδιού από την οπλή του πίσω ποδιού και δεν τον άφηνε μέχρι που ο ταύρος έβαλε όλη του τη δύναμη για να ξεφύγει, αφήνοντας την οπλή στο χέρι του Ολυμπιονίκη. Μονομάχησε με τρεις «αθάνατους» Πέρσες μετά από πρόσκληση του βασιλιά Δαρείου και τους σκότωσε. Και πέθανε όταν καταπλακώθηκε από την οροφή μιας σπηλιάς που κατέρρεε υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις του. Κι όμως ο ανδριάντας του «πιο μεγαλόσωμου άνδρα της εποχής του» δεν στήθηκε στην Ολυμπία – έργο του περίφημου γλύπτη Λυσίππου – παρά το 338 π.Χ. Για ποιον λόγο αφού η έρευνα δείχνει ότι η πόλη που καταστράφηκε ολοσχερώς το 367 π.Χ. από τις γειτονικές Φερρές, ευημερούσε κατά το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ.; Την απάντηση στο αίνιγμα επιχειρεί να δώσει με το άρθρο του ο Κωνσταντίνος Παντζουρής. Και διατυπώνει την άποψη ότι ο Φίλιππος Β’ στο πλαίσιο της στρατηγικής του φρόντισε όχι μόνο για την ανασύσταση και την τείχιση της Σκοτούσσας, αλλά και για την ηρωοποίηση του Ολυμπιονίκη της, έτσι ώστε και να συνδέσει τους κατοίκους της με το παρελθόν τους, αλλά και επειδή ένας Ολυμπιονίκης βοηθούσε σημαντικά στην ανύψωση της φήμης της πατρίδας του.

Μαστίγιο ναι, σκαπάνη ποτέ!

Τι συνδέει τον Μίκυ, τον Γκούφυ και τον υπερήρωα Ανταμ Στρέιντζ που καλείται να σώσει τους κατοίκους του πλανήτη Ραν με τη Λύδα Πυραμίδα και τη Λάρα Κροφτ; Είναι μερικοί μόνο από τους «χάρτινους αρχαιολόγους», τους αρχαιολόγους όπως εμφανίζονται στα κόμικς, τους οποίους παρουσιάζει στο άρθρο της η Ανδριάνα Κώτση. Με καπέλο τύπου φεντόρα, χακί σακάκι και μπότες, επηρεασμένος από τον ενδυματολογικό κώδικα του πλέον δημοφιλή αρχαιολόγου της μεγάλης οθόνης Ιντιάνα Τζόουνς με το μαστίγιο ανά χείρας – ο αριστοκράτης, χρηματιστής, συλλέκτης, μέλος της Βουλής των Λόρδων, σερ Μίκυ (συγγενής του Μίκυ Μάους) κρατά ημερολόγιο των αρχαιολογικών του περιπετειών. Από την άλλη ο εκκεντρικός Ιντιάνα Γκούφυ δεν είναι γκαφατζής, όπως ο ξάδελφος του Γκούφυ, ντύνεται επίσης στο ίδιο στυλ με τους προηγούμενους και αγγίζει μετά μανίας τα εκθέματα στα μουσεία διότι ως αρχαιολόγος μπορεί! Λιγότερο γνωστός στο ευρύ κοινό είναι ο Αταμ Στρέιντζ που προτού φορέσει κόκκινη εφαρμοστή στολή – απαραίτητη για έναν υπερήρωα – όσο ζούσε στη γη φορούσε χακί πουκάμισο και ήταν ένας ταπεινός αρχαιολόγος. Από τη χάρτινη συντροφιά δεν λείπουν η σέξι Λάρα Κροφτ και προγενέστερή της, Λύδα Πυραμίδα από τον κόσμο του Ντίσνεϊ. Κοινό χαρακτηριστικό των περισσοτέρων; Δεν απεικονίζονται σχεδόν ποτέ εν ώρα ανασκαφής!