Κατά έναν παράδοξο τρόπο, όσο και αν η τέχνη, η λογοτεχνία στη συγκεκριμένη περίπτωση, διατηρεί μιαν αναμφισβήτητη προτεραιότητα και υπεροχή σε σχέση με την πολιτική, αισθάνεται κανείς την τελευταία, αν όχι να αθωώνεται, εν πάση περιπτώσει να μην αμφισβητείται τόσο κατηγορηματικά όταν δείχνει να μην της είναι ξένη η περιοχή της λογοτεχνίας και ιδιαίτερα όταν την προσεταιρίζεται χωρίς την άμεση ή έμμεση πρόθεση κάτι να κερδίσει.
Μπορεί να έχουν περάσει δεκαετίες και ενώ έχει ξεχάσει κανείς πάρα πολλά, συνεχίζει να θυμάται την αναφορά ενός πολιτικού σε ένα μυθιστόρημα που έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη μνήμη του ή, τη μνεία σε ένα βιβλίο που σε αυτό επανέρχεται ιδιαίτερα στις τρικυμιώδεις περιόδους της σταδιοδρομίας του. Σε βαθμό που θα έλεγε κανείς πως η λογοτεχνία, αλλά και κάθε μορφή τέχνης, συνιστά έναν άξονα ώστε ακόμη και ζωές προσανατολισμένες σε μια διαρκή εξωστρέφεια και στον αναπόφευκτο θόρυβο που συνδέεται μαζί της, χρειάζεται προκειμένου να αναγνωρίσουν ένα νόημα σε οτιδήποτε επιχειρούν, τη σταθερότητα και τη συνέχεια όπως ακριβώς έξοχα διατυπώνει τη σχετική ανάγκη του κάθε ανθρώπου ο Γκράχαμ Γκρην λέγοντας πως «ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την πίστη σε κάτι που δεν καταστρέφεται».
Ισως γιατί σε αντίθεση με την πολιτική όπου η επιτυχία και η αποτυχία, η εκτίμηση και ο ψόγος, η δόξα και η πτώση, με οποιαδήποτε ένταση και αν διαδέχονται η μία την άλλη, δεν φαίνεται να πτοούν τελικά κανέναν, η λογοτεχνία μπορεί να εσωτερικοποιεί σε τόσο υψηλό βαθμό τις μεγάλες αυτές αντιφάσεις ώστε το εξαγόμενο να παραμένει πάντα ένα βέβαιο κέρδος. Με λίγα λόγια, η τόσο διατυμπανιζόμενη ανάγκη για σταθερότητα στην πολιτική ζωή, δεν φαίνεται να μπορεί να διασφαλιστεί χωρίς τη συνδρομή της λογοτεχνίας, κάτι που με απερίφραστη βεβαιότητα φαίνεται να αποδέχονται τα πέντε πολιτικά πρόσωπα του σημερινού μας αφιερώματος.
Ολγα Γεροβασίλη
Ο Μέλιος στο «Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα»
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Θανάση Νιάρχο γι’ αυτή την πρόσκληση, γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να ανατρέξω στη βιβλιοθήκη και να θυμηθώ τα πρώτα μου λογοτεχνικά ταξίδια. Επέλεξα σήμερα να σας μιλήσω για το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα» γιατί θυμάμαι ότι την πρώτη φορά που το διάβασα έτσι πάλι είχα σταθεί μπροστά στη βιβλιοθήκη και το επέλεξα γιατί είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον μου ο τίτλος του. Ηταν μάλιστα η πρώτη έκδοση που είχε βγει σε δύο τόμους από τον εκδοτικό οίκο Δίφρος. Εκτοτε έχει επανεκδοθεί πολλές φορές και για δεκαετίες είναι ένα από τα πιο δημοφιλή νεανικά αναγνώσματα. Το διάβασα εγώ, το ξαναδιάβασα και το έχουν διαβάσει και τα παιδιά μου.
Μέσα από την ιστορία του Μέλιου, ενός φτωχού και ορφανού παιδιού που ξεφεύγει από το αφεντικό του για να πάει στο γυμνάσιο κι έρχεται αντιμέτωπος με τις ανισότητες και τις αδικίες της κοινωνίας, ο Λουντέμης μιλάει για τη ζωή του. Παράλληλα, όμως, σκιαγραφεί μια ολόκληρη εποχή ως χαρακτηριστικός εκπρόσωπος μια γενιάς που άφησε το στίγμα της στη νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Ο Μέλιος στο «Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα» αποβάλλεται απ’ όλα τα γυμνάσια της χώρας γιατί αντέδρασε στην άδικη μεταχείριση ενός συμμαθητή του. Ο ίδιος ο Λουντέμης είχε αποβληθεί απ’ όλα τα γυμνάσια της χώρας λόγω της πολιτικής του στράτευσης στην Αριστερά. Μεγαλώνοντας με τις ηρωικές αφηγήσεις για εκείνη τη γενιά, πηγαίνοντας δημοτικό σχολείο μέσα στη χούντα, σε ένα κοινωνικό πλαίσιο με ανισότητες και αποκλεισμούς για πολλά παιδιά και νέους ειδικά στην ελληνική επαρχία, μέσα από τέτοια βιβλία πολλοί από εμάς μάθαμε και τα πρώτα πολιτικά μας γράμματα.
Ξεφυλλίζοντάς το ξανά σήμερα, πέφτω σε σημεία που είχα υπογραμμίσει, μάλλον χαρακτηριστικά όσων είχα νιώσει όταν το διάβαζα. Γράφει ο Λουντέμης: «Ο Μέλιος απ’ τη θέση του έμεινε άφωνος. Υστερα, άρχισε σιγά σιγά να καταλαβαίνει. Κάποιοι άνθρωποι που δεν ήξερε ποιοι, ούτε για ποιο λόγο, σκάβανε ανάμεσα από τους ανθρώπους χαντάκια, σήκωναν αξεπέραστα βουνά. Ποιοι ήταν και γιατί το κάνανε; Ενα μόνο καταλάβαινε. Οτι σ’ αυτή τη ζωή είχε ο καθένας τη θέση του, που δεν ήταν όμοια για όλους. Τώρα ποιος ήταν αυτός που μοίραζε τις θέσεις; Μήπως ο Θεός; Μα οι μεγάλοι, εξόν από τα άλλα κακά που κάνανε, κάνανε και τούτο: Φτιάξανε το Θεό σύμφωνα με το μπόι τους και δεν περίσσευε Θεός για τα παιδιά. Του ήρθε να ξεφωνίσει. Να ξεφωνίσει την αδικία. Και τότε, ανακάλυψε ότι η μόνη δύναμη, που μπορούσε να στηρίζεται, ήταν μες στα χέρια του. Ηταν ο εαυτός του. Ο μικρός φτωχός εαυτός του. Κανένας άλλος».
Οσα χρόνια κι αν περάσουν, το «Ενα παιδί μετράει τ’ άστρα» θα βρίσκεται στις βιβλιοθήκες των σπιτιών και των σχολείων. Γιατί η ιστορία του Μέλιου – με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο – καταφέρνει και βρίσκει τη θέση της στην εκάστοτε εποχή σαν ένα νήμα – θα λέγαμε – που συνδέει διαχρονικά τη δίψα και τον αγώνα των νέων γενεών για μόρφωση, δικαιοσύνη και ζωή. Ή αλλιώς, όπως το έγραψε ο Στρατής Τσίρκας: «Τώρα τα παιδιά, όταν θα μετράνε τ’ άστρα, θα ξέρουν πως εκείνο που τους λείπει βρίσκεται στη βιβλιοθήκη τους».
Η Ολγα Γεροβασίλη είναι Δ’ αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, βουλευτής Αρτας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ
Λούκα Τ. Κατσέλη
Ο Αποστόλης στα «Μυστικά του Βάλτου»
Ημουν στην Πέμπτη τάξη του Δημοτικού όταν, ημέρα Χριστουγέννων, ο αδελφός της μητέρας μου και θείος μου, Γιώργος Μαζαράκης, μου χάρισε τα «Μυστικά του Βάλτου» της Πηνελόπης Δέλτα, για να γνωρίσω καλύτερα τον δικό του θείο, τον Κωνσταντίνο Μαζαράκη-Αινιάν, τον περίφημο οπλαρχηγό και μακεδονομάχο «Καπετάν Ακρίτα»… Το βιβλίο αυτό βρίσκεται και σήμερα ακόμα στη βιβλιοθήκη της κρεβατοκάμαράς μου. Το διάβασα από τότε τουλάχιστον πέντε φορές. Συνεπαρμένη από την εξέλιξη του αγώνα και τον ηρωισμό των μακεδονομάχων απέναντι στους βούλγαρους κομιτατζήδες, ταυτιζόμουν με τον μυθοπλαστικό χαρακτήρα του Αποστόλη που, αν και ορφανό παιδί 15 ετών, ήξερε όλα τα μονοπάτια τόσο στη στεριά όσο και μέσα στα καλάμια της Λίμνης των Γιαννιτσών. Ο ήρωάς μου αψηφούσε τους κινδύνους και τα κουνούπια για να οδηγήσει, μέσα από την πυκνή βλάστηση του Βάλτου, τα σώματα των λίγων εθελοντών του Ελληνικού στρατού και τους οπλαρχηγούς από τη θάλασσα που έφταναν μυστικά με καράβι στις κρυψώνες της Λίμνης, τις ονομαζόμενες Καλύβες…
Μέσα από τον Αποστόλη γνώρισα τους οπλαρχηγούς και κυρίως τον θρυλικό Καπετάν Αγρα, ψυχή και οργανωτή του αγώνα που, στα 21 του χρόνια, έστησε αντάρτικο στη Λίμνη, κατάφερε να αποδυναμώσει τους Βούλγαρους κομιτατζήδες και τελικά, στην προσπάθειά του να προσεταιρισθεί τον Βοεβόδα του Βουλγαρικού Κομιτάτου Βάννη Ζλατάν, προδόθηκε, συνελήφθη, κακοποιήθηκε βάναυσα και κρεμάστηκε. Στα μάτια μου, όπως και στα μάτια του Αποστόλη, ήρωες όπως ο καπετάν Αγρας, ο καπετάν Νικηφόρος, ο καπετάν Κάλλας και ο μακρινός θείος μου, ο καπετάν Ακρίτας, έγιναν σύμβολα και φωτεινά παραδείγματα θάρρους, αγάπης για την πατρίδα και αυτοθυσίας στον βωμό του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας και ειρηνικής συνύπαρξης.
Η Λούκα Τ. Κατσέλη είναι ομότιμη καθηγήτρια ΕΚΠΑ, πρώην υπουργός
Πέτρος Ευθυμίου
«Ο Βασίλης ο Αρβανίτης» και ο «Νουρεντίν Μπόμπα»
Ο ευρηματικός τίτλος του τελευταίου βιβλίου του Αλέξη Σταμάτη («Υπήρξα τόσοι άλλοι») με βοηθά να πιάσω το νήμα της σχέσης μου με τη λογοτεχνία. Γιατί μέσω της λογοτεχνίας, υπήρξα «πολλοί άλλοι», που σχημάτισαν την ευαισθησία μου και διαμόρφωσαν πρότυπα και στάση ζωής.
Δεν μπορώ να σκεφθώ τον εαυτό μου, την αντίληψή μου για τη ζωή, για τις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, για την ατομική ηθική και την αίσθηση ευθύνης, για τη σχέση με τη φύση, για τις ιδεολογίες που ενστερνίστηκα ή με επηρέασαν, χωρίς να ανακύψουν αυτόματα τα βιβλία – και οι ήρωές τους.
Υπήρξα ο Μόγλης του Κίπλινγκ, το παιδί «Με οικογένεια» και «Χωρίς οικογένεια» του Εκτορος Μαλό. Ημουν ο Τομ Σόγερ και ο Χάκλμπερι Φιν του Μαρκ Τουέιν. Υπέφερα μαζί με την Αννα Φρανκ και ένιωσα τη δικαίωση της τυραννικής μοίρας των εβραίων με την «Εξοδο» του Λέον Γιούρις. Υπήρξα ο Σπάρτακος του Χάουαρντ Φαστ και ο Μέγας Πέτρος του Αλεξέι Τολστόι. Ταυτίστηκα με όλους τους ήρωες των «Αθλίων» του Ουγκό, εκτός από τον Ιαβέρη και την Τιτίκα. Ημουν ο κόμης Μπεζούχοφ του Τολστόι και ο κόμης Μοντεχρήστος του Αλέξανδρου Δουμά. Υπήρξα και ο «Δεκαπενταετής Πλοίαρχος» και ο Κάπτεν Νέμο του Ιουλίου Βερν. Ταυτίστηκα με τις «Μεγάλες Προσδοκίες» του Ντίκενς και τον «Δον Κιχώτη» του Θερβάντες.
Αν με ρωτήσετε όμως, ποιοι λογοτεχνικοί ήρωες ως σήμερα συνομιλούν μαζί μου, με ποιους νιώθω ότι ζυγιάζω μαζί τους τις αποφάσεις μου, τότε δύο ονόματα έρχονται με απόλυτη φυσικότητα: O «Bασίλης ο Αρβανίτης» του Στράτη Μυριβήλη και ο «Νουρεντίν Μπόμπα» του Στρατή Τσίρκα.
Ημουν 11 χρονών, στην Πέμπτη Δημοτικού, όταν σε μια μαγική συναστρία, μέσα σε τρεις μήνες, ήλθαν στη ζωή μου πρώτα ο Βασίλης και μετά ο Νουρεντίν. Θεωρώ και τις δύο νουβέλες λογοτεχνικά αριστουργήματα, από τα ωραιότερα κείμενα σε μια ρέουσα, κυματιστή, γεμάτη χρώμα και ήθος γραφή.
Τόσο το είδος (νουβέλα) όσο και ο επικός – κατά βάση – χαρακτήρας των ηρώων τυπικά δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη ενός δραματικού βάθους της προσωπικότητάς τους, με την ανάδειξη διλημμάτων, εσωτερικών συγκρούσεων κ.τ.λ. που συνοδεύουν τους μεγάλους κλασικούς λογοτεχνικούς ήρωες, ή και την ύφανση της ίδιας της ζωής αν θέλετε. Κι όμως είναι ρωμαλέα υποδείγματα ζωής. Εξωτερικά, είναι διαφορετικοί. Ο Βασίλης ο Αρβανίτης μπορεί να ήταν Μακεδονομάχος, μπορεί να πολέμησε τον Σουλτάνο με τους Νεότουρκους, μπορεί ως κοντραμπατζής να είναι έμπρακτος αμφισβητίας της οθωμανικής εξουσίας, ωστόσο κατευθύνεται κυρίως από τον «δαίμονα εαυτού». Ο ίδιος ο Μυριβήλης προσδιορίζει: «Τέτοια, λογιάζω, θα ήταν κ’ η παληκαριά του Βασίλη του Αρβανίτη. Ανάβρα αχρείαστη για όλο τον κόσμο, αξήγητη για τους ανθρώπους, όμως μεγάλη χαρά στα μάτια του Θεού, που σπαρταρούσε μέσα του». Ο Νουρεντίν Μπόμπα, αντιθέτως, ενώ ως δομή προσωπικότητας – και αρχικής διαδρομής ζωής – παρουσιάζει τα ίδια χαρακτηριστικά του Βασίλη του Αρβανίτη, (ξεκινά ως παλικάρι-κοντραμπατζής) στην πορεία διαφοροποιείται ουσιαστικά. Τα προσωπικά του χαρακτηριστικά γενναιότητας, τόλμης και ακεραιότητας χαρακτήρα, υποτάσσονται και υπηρετούν έναν ανώτερο συλλογικό-κοινωνικό σκοπό: να απαλλαγεί η Αίγυπτος όχι μόνον από τον εγγλέζο αποικιοκράτη, αλλά να έλθει στο προσκήνιο, απέναντι σε κάθε μορφής εκμετάλλευση, η πλέον πολυάριθμη αλλά και πιο καταπιεσμένη κοινωνική τάξη, αυτή των φελάχων. Ο Νουρεντίν Μπόμπα εκτελείται στην Επανάσταση του 1919, αλλά ο θρύλος του γίνεται πυροδότης των λαϊκών εξεγέρσεων, μέχρι ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ «να μοιράσει τα όπλα στον λαό».
Πυροδότης όμως μιας διαρκούς σύγκρουσης στην αναζήτηση νοήματος τελείωσης στη ζωή γίνεται και ο Βασίλης ο Αρβανίτης. Και το κρυφό σημείο συνάντησης των δύο ηρώων βρίσκεται στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του Τσε Γκεβάρα στη γυναίκα του, όταν της θυμίζει ότι «δούλεψα τον εαυτό μου με την επιμονή ενός καλλιτέχνη», όταν ιδέα, στάση και χειρονομία ζωής γίνονται – με λίγα λόγια – ένα.
Κουβαλώ λοιπόν και τους δύο λογοτεχνικούς μου ήρωες σε πλήρη εσωτερική αρμονία, παρά τη διαφορετικότητά τους. Γιατί γίνονται τελικά ένα.
Ο Πέτρος Ευθυμίου είναι πρώην υπουργός Παιδείας
Ανδρέας Λοβέρδος
Ο ιππότης Ιβανόης
Ενα συννεφιασμένο απόγευμα στην Πάτρα. Ενα νοσοκομείο. Ενας πατέρας χειρουργημένος που αναρρώνει. Ενας γιος που του κρατά συντροφιά. Και ο «Ιβανόης». Αυτό το μυθιστόρημα του Ουόλτερ Σκοτ πήρε μαζί του φεύγοντας από το σπίτι όντας παιδάκι το πολύ έντεκα ετών. Ενα βιβλίο που μου είχαν φέρει δώρο. Γιατί τότε το βιβλίο ήταν πολύ ψηλά στη λίστα των επιλογών για το τι να χαρίσεις σε ένα παιδί. Αραγε σήμερα σε ποια θέση αυτής της λίστας βρίσκεται το βιβλίο;
Δεν μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου εάν ήταν το χειρουργείο που είχε κάνει ο πατέρας μου (με την έννοια ότι από τη φύση τους τα χειρουργεία ποτέ δεν είναι ευχάριστα), εάν ήταν η εντυπωσιακή εικόνα του σιδηρόφρακτου ιππότη που έπλασα εκείνες τις ώρες για τον Ιβανόη (γιατί η φαντασία μου έτσι τον σμίλεψε ως σιδηρόφρακτο και πάντα νικητή), εάν ακόμη-ακόμη ήταν αυτό και μόνο το όνομά του (μου είχε φανεί αφόρητα εντυπωσιακό) που με έκαναν να δεθώ με αυτόν τον ήρωα στα παιδικά μου χρόνια. Και δέθηκα αμέσως, από τις πρώτες σελίδες ανάγνωσης. Και δέθηκα σφιχτά. Σκεφτόμουν τον Ιβανόη και γέμιζα δύναμη. Πόσο απλή είναι η ζωή ενός παιδιού! Αλλά και οποία η δύναμη μιας λογοτεχνικής πένας!
Για όσους δεν έτυχε να συναντηθούν με τον ιππότη Ιβανόη να επισημάνω επιγραμματικά ότι πρόκειται για έναν ήρωα που επιστρέφει στην πατρίδα του από τους Αγίους Τόπους, αγωνίζεται στο πλευρό του νόμιμου βασιλιά και τελικά δικαιώνεται. Δεν θα ισχυριστώ ότι ο Ιβανόης συντρόφευσε τη σκέψη μου στην ενήλικη ζωή μου. Τη θέση των ιπποτών κατέλαβαν άλλα ζητήματα, ίσως πιο… πεζά, σίγουρα πιο νομικά, πιο πολιτικά! Επειδή μάλιστα εκ φύσεως κοιτάω πάντα εμπρός και δεν υποκύπτω ούτε εύκολα ούτε συχνά σε ιστορικές αναδρομές της προσωπικής μου ζωής, ομολογώ ότι ο Ιβανόης είχε πολλά χρόνια τεθεί εν υπνώσει στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Λάθος. Είναι πάντα ωραίο, πάντα ωφέλιμο, πάντα ενθαρρυντικό να σκέφτεσαι εικόνες ηρώων που τα κατάφεραν όταν μάλιστα αυτό επιτυγχάνεται με υψηλά ιδανικά και αξίες όπως έγινε στην περίπτωση του ιππότη Ιβανόη.
Δεν συνηθίζω να δίνω συμβουλές. Δεν είναι του γούστου μου οι υποδείξεις. Η δύναμη όμως του παραδείγματος πάντα με αφορούσε και μου άρεσε. Χαρίστε βιβλία ιδίως στα παιδιά. Η σχέση που αναπτύσσει ένα παιδί με τον ήρωα ενός βιβλίου είναι ανεπανάληπτη.
Ειλικρινείς ευχαριστίες στον Θανάση Νιάρχο που με «ανάγκασε» να ξεθάψω από τις αναμνήσεις μου αυτόν τον αγαπημένο ήρωα των παιδικών μου χρόνων. Προκαταβολικές απολογίες στον Ιβανόη που θα τον «ξεχάσω» πάλι σύντομα γιατί έτσι συμβαίνει στη ζωή. Στο κάτω-κάτω ο Ιβανόης θα συνεχίζει να νικά και μαζί του να νικά το δίκαιο και ο έρωτας κάθε φορά που ένα παιδάκι θα διαβάζει τις περιπέτειές του μέχρι στο τέλος ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος να ανέβει στον θρόνο του. Γιατί μόνο αυτό είναι πάντα το τέλος: ο Βασιλιάς στον θρόνο του.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος είναι καθηγητής Πανεπιστημίου,
δικηγόρος, πρ. υπουργός
Ελίζα Βόζεμπεργκ
Η στάση ζωής της Αντιγόνης
Η ηρωίδα που με συγκινούσε και με ενέπνεε από παιδί είναι η Αντιγόνη. Εχει μία ηθική που δεν συναντάται εύκολα ούτε στους λογοτεχνικούς ήρωες ούτε κατά μείζονα λόγο στον πραγματικό κόσμο.
Η στάση ζωής της ηρωίδας που δεν κάμπτεται, η γενναιότητά και η βαθιά πίστη σε αρχές και πανανθρώπινες αξίες είναι τα βασικά στοιχεία τα οποία με έκαναν να την ξεχωρίσω.
Επίσης με κέρδισε ο συνδυασμός στο πρόσωπο της Αντιγόνης του δυναμισμού και του αλύγιστου φρονήματος από τη μία πλευρά με την ευαισθησία και την αξιοπρέπεια από την άλλη.
Πιστεύω ότι αυτά τα χαρακτηριστικά της ηρωίδας του Σοφοκλή σε συνδυασμό με το ότι είναι μια νεαρή γυναίκα που ενσαρκώνει την ηθική αντίσταση απέναντι στην αυθαιρεσία της εξουσίας εξηγούν τη διαχρονική γοητεία που ασκεί μέχρι σήμερα.
Αναμφίβολα στην ιστορία υπήρξαν πολλές Αντιγόνες, οι οποίες δεν δίστασαν να συγκρουστούν με κάθε μορφής τυραννία προκειμένου να υπερασπιστούν τις αρχές και τα ιδανικά τους.
Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια ότι όσο υπάρχουν Κρέοντες, που θα θεσπίζουν άδικους νόμους και θα παραβιάζουν τα πιο ιερά δικαιώματα των ανθρώπων, είναι ανάγκη να υπάρχουν Αντιγόνες, ως σύμβολο αντίστασης και ως απάντηση σε κάθε μορφή τυραννίας.
Εάν περισσότεροι άνθρωποι είχαν την ηθική και τη στάση ζωής της Αντιγόνης, ο κόσμος μας θα ήταν σίγουρα πολύ διαφορετικός. Ομως η ιστορία έχει δείξει ότι κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν είναι εφικτό.
Αυτό που επίσης μου είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον μελετώντας την Αντιγόνη είναι ότι, εκτός των άλλων, αποτελεί την τραγωδία με το μεγαλύτερο πολιτικό βάθος.
Η στάση της Αντιγόνης αναδεικνύει τη σύγκρουση ανάμεσα στους γραπτούς κανόνες που επικαλείται ο Κρέων και στους εθιμικούς που επικαλείται η Αντιγόνη, προτάσσοντας τον άγραφο νόμο του σεβασμού στους νεκρούς.
Ταυτόχρονα αντιπαραβάλλονται ηθικές αρχές και πολιτικές θέσεις με την αντιπαράθεση της ηθικής αρετής της Αντιγόνης με τον κυνισμό της εξουσίας του Κρέοντα.
Επίσης στη σύγκρουση Κρέοντα – Αντιγόνης έχουμε αντιπαράθεση της νεότητας με την ωριμότητα και του αρσενικού με το θηλυκό.
Περαιτέρω η φράση της Αντιγόνης που είχα ξεχωρίσει κατά την αντιπαράθεσή της με τον Κρέοντα είναι: «Γεννήθηκα για να μοιράζομαι την αγάπη και όχι το μίσος».
Με αυτή τη φράση εκφράζει ένα τόσο απλό και ξεκάθαρο, αλλά ταυτόχρονα τόσο σημαντικό και δυνατό μήνυμα.
Για την Αντιγόνη η αγάπη και όχι το μίσος είναι ο προορισμός του ανθρώπου από τη φύση του. Η έλλειψη της αγάπης είναι η πηγή κάθε κακού και η κυρίαρχη αιτία για τη δυστυχία των ανθρώπων. Το μίσος οδηγεί στην έχθρα, που είναι η βασική αιτία για τη βία και τον πόλεμο.
Είναι προφανές ότι τα διαχρονικά και πανανθρώπινα μηνύματα που εκφράζει η Αντιγόνη με τη δυναμική και αταλάντευτη στάση της παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρα στις ημέρες μας, όπου κυριαρχούν το μίσος, ο φόβος και οι συγκρούσεις.
Σε προσωπικό επίπεδο τα στοιχεία που κρατώ από την Αντιγόνη και με συνοδεύουν σε ολόκληρη την πορεία της ζωής μου είναι η θαρραλέα και αξιοπρεπής στάση ζωής, οι δεσμοί των ανθρώπων, η αντίσταση απέναντι στο άδικο και το να μένεις πιστός σε αυτά που πιστεύεις, χωρίς να υπολογίζεις το κόστος.