Τον Νοέμβριο του 2023 οι Έλληνες είχαν το πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα στην Ένωση. Πριν λίγες ημέρες μάθαμε ότι είχαν το δεύτερο: Σλοβάκοι, Ρουμάνοι, Ούγγροι προηγούνται πλέον και έχουν μείνει μόνο οι Βούλγαροι σε χειρότερη θέση. Ισχύει βεβαίως ότι στην Ελλάδα «οι αριθμοί πάσχουν ενώ οι άνθρωποι ευημερούν» διότι τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τις φορολογικές δηλώσεις και είναι γνωστό ότι εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες φοροδιαφεύγουν.
Άρα στην πραγματικότητα τα διαθέσιμα εισοδήματα είναι αρκετά μεγαλύτερα. Άγνωστο πόσο αλλά γνωστό ποιών: των πλουσιότερων, φυσικά. Η αντικειμενική καταγραφή των εισοδημάτων θα αναδείκνυε ότι οι πλουσιότεροι έχουν πολύ μεγαλύτερα διαθέσιμα εισοδήματα από αυτά που δηλώνουν.
Των φτωχότερων όμως η θέση δεν θα βελτιωνόταν: είναι αναμφισβήτητο ότι η θέση τους συνεχώς χειροτερεύει αν λάβουμε υπόψη μας ότι ο δείκτης τιμών τροφίμων έχει αυξηθεί κατά 30% από το 2019 – και η διατροφή είναι τόσο σημαντικότερο στοιχείο του προϋπολογισμού των νοικοκυριών όσο μικρότερο είναι το εισόδημά τους.
Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί κατά 30% επίσης. Ο αμειβόμενοι με τον κατώτατο μισθό είναι μόλις 550.00 – οι οποίοι, νέοι κατά κανόνα, έχουν δει στο ίδιο διάστημα να εκτοξεύονται σε ύψη δυσθεώρητα ενοίκια και τιμές ακινήτων. Ενώ οι συνταξιούχοι είδαν αυξήσεις της τάξεως του 10% και είναι περίπου 2.500.000.
Τρία εκατομμύρια Ελληνίδες και Έλληνες λοιπόν είδαν κατά 20% μείωση του εισοδήματος τους ή «υποκειμενική φτωχοποίηση» σε σχέση με τις προοπτικές που έχουν για τη ζωή τους, αυτός είναι ο απολογισμός της τελευταίας πενταετίας – δεν είναι η κυβέρνηση ο βασικός υπεύθυνος, αντίστοιχα συμπτώματα υπάρχουν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Κάποιοι τουλάχιστον από τους ήδη πλούσιους, οπωσδήποτε γίνονται ακόμη πλουσιότεροι: ως πριν 2-3 χρόνια τα σούπερ μάρκετ έδιναν δωρεάν τις τσάντες για τα ψώνια. Τώρα –εκτός από τις συνήθεις πλαστικές που τις χρεώνουν 9 λεπτά αποδιδόμενα σε περιβαλλοντικό ταμείο– προωθούν «βιοδιασπώμενες τσάντες» και ενθυλακώνουν 20-25 λεπτά για κάθε μία. Που θα πει, κάνουν ωραία μπίζνα προσποιούμενα «ότι σώζουν τον πλανήτη».
Επιπλέον, η συνεχής επέκταση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας και η εξαφάνιση των brands δεν επιτρέπει τη σύγκριση τιμών και ποιότητας: τα σουπερμάρκετ καταργούν τον ανταγωνισμό στα ράφια προωθώντας μόνο δικά τους προϊόντα, ισχυριζόμενα ότι έτσι προστατεύουν τον καταναλωτή, προσφέροντας δήθεν φθηνότερα προϊόντα.
Το θέμα δεν είναι η κυβέρνηση να φροντίζει για φθηνότερο ταξί αλλά για τη βελτίωση των δημόσιων συγκοινωνιών που ελέγχει η ίδια. Και ο έλεγχος των μονοπωλιακών πρακτικών μάλλον είναι επωφελέστερος από την αλά ΣΥΡΙΖΑ διανομή βοηθημάτων.