Οταν οι ηγέτες αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις, αναζητούν έμπνευση σε ιστορικούς παραλληλισμούς. «Η μόνη ένδειξη για το τι μπορεί να κάνει ο άνθρωπος είναι τι έχει κάνει ο άνθρωπος», έγραψε κάποτε ο ιστορικός της Οξφόρδης Ρ.Τζ. Κόλινγκγουντ.
Μία από τους σύγχρονους πολιτικούς που επηρεάζεται περισσότερο από το παρελθόν είναι η πρωθυπουργός της Εσθονίας Κάγια Κάλας, που προαλείφεται για επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. Παίρνει στις διακοπές της βιβλία για τις σχέσεις ΝΑΤΟ – Ρωσίας όπως το «Ούτε μία ίντσα: Αμερική, Ρωσία και η δημιουργία αδιεξόδου μετά τον Ψυχρό Πόλεμο», ένα βιβλίο της καθηγήτριας Ιστορικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, Μ. Σάροτ. Η Κάλας πιστεύει πως βρισκόμαστε σε μια στιγμή που θυμίζει έντονα το 1938 – μια στιγμή που επίκειται ένας ευρύτερος πόλεμος, αλλά η Δύση δεν έχει δει ακόμα τη μεγάλη εικόνα.
Η Κάλας πιστεύει ότι το ίδιο λάθος έγινε το 1938, γράφει ο Πάτρικ Ουίντουρ στην «Guardian», όταν οι εντάσεις στην Αβησσυνία, την Ιαπωνία και τη Γερμανία αντιμετωπίστηκαν ως μεμονωμένα γεγονότα. Οι αιτίες των σημερινών συγκρούσεων στην Ουκρανία, τη Μέση Ανατολή, τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, ακόμη και την Αρμενία, μπορεί να είναι διαφορετικές, αλλά η ευρύτερη εικόνα έδειξε ένα αλληλένδετο πεδίο μάχης στο οποίο οι μεταψυχροπολεμικές βεβαιότητες είχαν δώσει τη θέση τους στον «ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων» – εκεί όπου οι αυταρχικοί ηγέτες δοκίμαζαν τα όρια των αυτοκρατοριών τους. «Το μάθημα από το 1938 και το 1939 είναι ότι αν η επιθετικότητα αποδίδει κάπου, χρησιμεύει ως πρόσκληση για χρήση αλλού», πιστεύει η Κάλας.
Η διαπίστωση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς φέτος οι συγκρούσεις φθάνουν στο υψηλότερο επίπεδο παγκοσμίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 56 ενεργές συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο, με μια όλο και πιο διεθνή εμπλοκή: 92 χώρες εμπλέκονται σε πολέμους εκτός των συνόρων τους, σύμφωνα με τον τελευταίο Παγκόσμιο Δείκτη Ειρήνης που εξέδωσε το Ινστιτούτο Οικονομίας και Ειρήνης (ΙΕΡ), ένα think tank που αναλύει από στρατιωτικές επενδύσεις και το κόστος της βίας μέχρι τους στρατιωτικούς νόμους και τους θανάτους στη μάχη. «Βλέπουμε μια συνεχή επιδείνωση την τελευταία δεκαετία, ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια ξεσπούν όλο και περισσότεροι πόλεμοι», λέει ο Μάικλ Κόλινς, εκτελεστικός διευθυντής του IEP. «Υπάρχουν περισσότερες εξαγωγές και εισαγωγές όπλων, περισσότερες στρατιωτικές επενδύσεις, σαν κάτι να ετοιμάζεται να ξεσπάσει».
Τσεχοσλοβακία, όπως Ουκρανία
Ο αγαπημένος ιστορικός της Κάγια Κάλας, ο καθηγητής Ιστορίας στο πανεπιστήμιο του Γέιλ, Τίμοθι Σνάιντερ, μίλησε κι αυτός για το 1938, σε συνέδριο που έγινε τον περασμένο μήνα στο Ταλίν, με θέμα την Ουκρανία και τίτλο «Ας μην απελπιστούμε, ας δράσουμε». Βλέπει το 1938 ως τη χρονιά κατά την οποία η Τσεχοσλοβακία, όπως η Ουκρανία το 2022, επέλεξε να πολεμήσει: «Η Τσεχοσλοβακία τότε ήταν όπως η Ουκρανία σήμερα, μια ατελής δημοκρατία. Είχε διάφορα προβλήματα, αλλά όταν απειλείται από έναν μεγαλύτερο γείτονα, επιλέγει να αντισταθεί. Σε εκείνον τον κόσμο, όπου η Τσεχοσλοβακία αντιστέκεται, δεν υπάρχει Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος».
Ο Σνάιντερ θεωρεί ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα ήταν δυνατό. «Θα μπορούσαν να είχαν συγκρατήσει τους Γερμανούς. Ηταν σε μεγάλο βαθμό μια μπλόφα από τη γερμανική πλευρά. Αν οι Τσέχοι αντιστάθηκαν και οι Γάλλοι, οι Βρετανοί και ίσως οι Αμερικανοί άρχιζαν τελικά να βοηθούν, θα υπήρχε σύγκρουση, αλλά δεν θα είχε γίνει Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αντίθετα, όταν η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία το 1939, εισέβαλε στην Πολωνία με την τσεχική βιομηχανία εξοπλισμών, η οποία ήταν η καλύτερη στον κόσμο. Εισέβαλε με σλοβάκους στρατιώτες. Εισέβαλε από μια γεωγραφική θέση που κέρδισε μόνο επειδή είχε καταστρέψει την Τσεχοσλοβακία».
Τι μαθήματα μπορούμε να συνάγουμε από αυτά για το μέλλον; «Αν οι Ουκρανοί τα παρατήσουν, ή αν εγκαταλείψουμε την Ουκρανία, τότε θα είναι διαφορετικά. Είναι η Ρωσία που κάνει πόλεμο στο μέλλον. Είναι η Ρωσία που κάνει πόλεμο με την ουκρανική τεχνολογία, με τους ουκρανούς στρατιώτες, από διαφορετική γεωγραφική θέση – δηλαδή ανάλογα με όσα έγιναν το 1939. Τώρα είμαστε στο 1938. Στην πραγματικότητα, αυτό που μας επιτρέπουν οι Ουκρανοί είναι να παρατείνουμε το 1938».
Στο ίδιο συνέδριο ο Σαμίρ Σάραν, επικεφαλής του ινδικού think tank Observer Research Foundation, ο οποίος περιέγραψε τον εαυτό του ως άθεο σε μια αίθουσα γεμάτη πιστούς, συμφώνησε ότι διακυβεύεται κάτι μεγαλύτερο από την Ευρώπη καθώς σχεδόν χλεύασε την ανικανότητα της οικονομίας των 40 τρισ. δολαρίων της Δύσης να οργανώσει μια ήττα στο πεδίο της μάχης της ρωσικής οικονομίας των 2 τρισ. δολαρίων. Οπως είπε: «Υπάρχει ένας παράγοντας που έχει αναδιοργανώσει τη στρατηγική του δέσμευση για να διεξάγει έναν πόλεμο και ο άλλος όχι. Η μία πλευρά δεν συμμετέχει στη μάχη. Εχετε φιλοξενήσει συνέδρια υποστηρίζοντας την Ουκρανία και μετά δεν κάνετε τίποτα περισσότερο. Αλλά όταν πρόκειται για δράση, η Ρωσία προχωρά».
Το σύνδρομο του Μονάχου
Οπως είχε γράψει κάποτε ο Κρίστοφερ Χίτσενς, πολλές αμερικανικές περιπέτειες στο εξωτερικό από την Κορέα έως το Βιετνάμ και το Ιράκ έγιναν λόγω του συνδρόμου του Μονάχου, την πεποίθηση ότι αυτοί που κατευνάζουν τους νταήδες, όπως τότε ο βρετανός πρωθυπουργός Νέβιλ Τσάμπερλεν επιδίωξε να κάνει με τον Αδόλφο Χίτλερ στο Μόναχο το 1938, είναι απατεώνες ή δειλοί. Τέτοιοι ηγέτες, παρατηρεί ο Ουίντουρ, αναγκάζονται τελικά να βάλουν τους στρατιώτες τους στη μάχη, συχνά απροετοίμαστους και ανεπαρκώς εξοπλισμένους – άνδρες ενάντια σε μηχανές, όπως περιγράφεται έντονα στο βιβλίο «Guilty Men», που γράφτηκε από τους Μάικλ Φουτ, Φρανκ Οουεν και Πίτερ Χάουαρντ, μετά τη Δουνκέρκη.
Η Σαμπίν Φίσερ, πολιτικός επιστήμονας στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, λέει ότι στο βάθος βρίσκεται ο άξονας γύρω από τον οποίο στρέφεται κάθε κρίση: εάν η Ευρώπη πιστεύει ότι μια ουκρανική ήττα μπορεί να περιοριστεί. Με άλλα λόγια, ποιες θα είναι οι συνέπειες για την Ευρώπη εάν η Ουκρανία καταρρεύσει ή μια ειρήνη που υπαγορεύει η Ρωσία οδηγήσει στη διατήρηση των εδαφών που κατακτήθηκαν στρατιωτικά;
Πέντε ιστορικοί του 20ού αιώνα, μεταξύ των οποίων ο ειδικός στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, Χάινριχ Ογκαστ Βίνκλερ, παραπονέθηκαν σε ανοιχτή επιστολή ότι ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς δεν είναι διατεθειμένος να κατανοήσει τα μαθήματα της ιστορίας ή να αναγνωρίσει ότι η Ρωσία είναι αποφασισμένη να καταστρέψει την Ουκρανία. «Ο καγκελάριος και η ηγεσία του SPD, χαράσσοντας κόκκινες γραμμές, όχι για τη Ρωσία αλλά για τη γερμανική πολιτική, αποδυναμώνουν την πολιτική ασφάλειας της Γερμανίας και ωφελούν τη Ρωσία», έγραψαν, προτρέποντας την κυβέρνηση να καταστρώσει «μια στρατηγική για τη νίκη».
Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ξέρει ότι πολλοί στην Ευρώπη νομίζουν ότι η εξωτερική απειλή προέρχεται από τη μετανάστευση, όχι ο Πούτιν, και κυρίως ως γάλλος πολιτικός, γνωρίζει το δημοφιλές δέλεαρ μιας εύκολης ειρήνης. Με λουλούδια είχαν υποδεχθεί τον γάλλο πρωθυπουργό Εντουάρντ Νταλαντιέ, προς έκπληξή του, όταν επέστρεψε από το Μόναχο το 1938. Γνωρίζοντας πολύ καλά την απειλή του Χίτλερ, και ότι αυτός και ο Τσάμπερλεν είχαν προδώσει την Τσεχοσλοβακία, τη μοναδική δημοκρατική χώρα στην Κεντροανατολική Ευρώπη, γύρισε στον σύμβουλό του και είπε για τα πλήθη που ζητωκραύγαζαν: «Ενα μάτσο ανόητοι».