Ο «ψυχρός πόλεμος» των 200 ημερών, όσο δηλαδή διαρκεί η περίοδος υψηλής κατανάλωσης παγωτού στη χώρα μας, εφέτος μοιάζει λίγο διαφορετικός. Σημαντικές επιχειρηματικές κινήσεις που έγιναν τους τελευταίους 10 μήνες «υποθηκεύουν» μεγάλες ανακατατάξεις φέρνοντας τα πάνω – κάτω στην «παγωμένη» αγορά αξίας 250 εκατ. ευρώ. Λίγο πριν αλλάξουν οι ισορροπίες στον κλάδο, η αγορά του παγωτού στην Ελλάδα καταγράφει ανοδική πορεία, ενώ από το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξής της είναι διψήφιος.
Σε ό,τι αφορά το βιομηχανοποιημένο παγωτό, η αγορά είναι χωρισμένη σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις οικογενειακές και τις ατομικές συσκευασίες, με τις πωλήσεις των δεύτερων να καταγράφουν τριπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης συγκριτικά με τις πρώτες. Τα οικογενειακά παγωτά κυριαρχούν στα σούπερ μάρκετ όπου οι συνολικές πωλήσεις έφθασαν σε 114,55 εκατ. ευρώ το 2023 από 100,7 εκατ. ευρώ του 2022 με την ιδιωτική ετικέτα να παίρνει όλο το… χαρτί, ενώ τα ατομικά παγωτά «βασιλεύουν» στη μικρή λιανική (περίπτερα, μίνι μάρκετ, ψιλικατζίδικα κ.λπ.).
Ας σημειωθεί ωστόσο ότι η αύξηση του τζίρου στα σούπερ μάρκετ ήταν αποκλειστικά πληθωριστική, καθώς οι όγκοι πωλήσεων υποχώρησαν κατά 5,88%.
Αυξήσεις στις τιμές, που «τρέχουν» με ταχύτατους ρυθμούς και εφέτος, καταγράφονται και στη μικρή λιανική, στο σύνολο των υποκατηγοριών παγωτού, οι οποίες κυμαίνονται στο 20-25% μέσα σε έναν χρόνο. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει και στο χύμα παγωτό από τζελατερίες, ζαχαροπλαστεία κ.ά. που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τις τιμές επίσης να εμφανίζουν αύξηση.
Το κλαμπ των ισχυρών του παγωτού
Σε επιχειρηματικό επίπεδο αρχής γενομένης με την απόφαση του ομίλου Unilever να απεγκλωβιστεί από την δραστηριότητα του παγωτού, γεγονός που θα έχει αντίκτυπο και στην εγχώρια αγορά σε βάθος διετίας, η διάσωση της Παγωτά Δωδώνη, αλλά και η επανείσοδος της ΔΕΛΤΑ στην κατηγορία μέσω της εξαγοράς της Cold Sin, είναι κάποιες από τις επιχειρηματικές κινήσεις που διαμορφώνουν το νέο σκηνικό στον κλάδο.
Ο γρίφος της Unilever
Η απόφαση της Unilever για διαχωρισμό της δραστηριότητας του παγωτού, δημιουργώντας μια νέα εταιρεία με κύκλο εργασιών 7,9 δισ. ευρώ το 2023, μπορεί να μην έχει άμεση επίπτωση στο every day business του κλάδου στην εγχώρια αγορά, ωστόσο μεσοπρόθεσμα όλοι «βλέπουν» τις ισορροπίες να αλλάζουν, αφού μέχρι το τέλος του 2025, όταν με βάση τις προβλέψεις του πολυεθνικού κολοσσού θα έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες απόσχισης, θα αλλάξει και ο μεγαλύτερος «παίκτης».
Προς το παρόν ωστόσο, όπως εξηγεί ο κος Γιώργος Τζαβάρας, επικεφαλής του παγωτού της Unilever στην περιφέρεια της Νότιας και Κεντρικής Ευρώπης, όπου εκτός από την Ελλάδα ανήκουν η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Σερβία, το Μαυροβούνιο η Μολδαβία, η Αλβανία, το Κόσσοβο, η Κύπρος και η Βόρεια Μακεδονία, στην ελληνική αγορά δεν αλλάζει κάτι, με την εταιρεία να συνεχίζει τα πλάνα της όπως τα έχει τα καταρτίσει.
Με μάρκες όπως Magnum, Ben & Jerry’s, Viennetta, Carte d’Or, Cornetto, Algida, Magic αλλά και το σήμα της ΕΒΓΑ από το 2010, ο τζίρος Unilever στην ελληνική αγορά παγωτού το 2023 έφθασε στα 100 εκατ. ευρώ αυξημένος κατά 10,4% σε σχέση με το 2022, ενώ η δυναμική του μεριδίου της, συνυπολογίζοντας τα μικρά σημεία (περίπτερα, mini market), την τουριστική αγορά και τα σούπερ μάρκετ, αγγίζει περίπου το 33%, όντας ο leader της αγοράς.
Σύμφωνα με τον κο Τζαβάρα και εφέτος ο ρυθμός ανάπτυξης υπολογίζεται να τρέξει επίσης με 10%.
Με τα δεδομένα πλέον να αλλάζουν, ειδικά μάλιστα εάν κάποια στιγμή βγει mandate για το ελληνικό χαρτοφυλάκιο παγωτού της Unilever, οι υπόλοιποι βασικοί παίκτες στην αγορά του βιομηχανοποιημένου παγωτού βρίσκονται υπ’ ατμόν.
Πού ποντάρει η Froneri
Η Froneri, ήτοι η κοινοπραξία της Nestle και της βρετανικής R&R, η οποία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε παγκόσμιο είναι το αντίπαλο δέος της Unilever, ευελπιστεί ότι και εφέτος θα καταφέρει να μεγεθύνει το οικονομικό της αποτύπωμα, μεγεθύνοντας ταυτόχρονα και τον αριθμό των σημείων απ’ όπου σερβίρει τους πελάτες της.
Χωρίς οποιαδήποτε παραγωγική δραστηριότητα επί ελληνικού εδάφους, αφού από το 2017 έβαλε λουκέτο στο εργοστάσιο της ΔΕΛΤΑ Παγωτού στον Ταύρο, το οποίο μάλιστα πριν λίγους μήνες πούλησε στον όμιλο MRP, έναν από τους μεγαλύτερους developers της Ολλανδίας, η Froneri κατάφερε το 2023 να επιτύχει τα υψηλότερα έσοδα από την ίδρυση της στα 45,7 εκατ. ευρώ (+8,57% σε σχέση με το 2022).
Οι σημαντικότεροι παράγοντες για την αύξηση αυτή ήταν, σύμφωνα με την διοίκηση της εταιρείας, η καλύτερη απόδοση πωλήσεων στο κανάλι Out of Home , οι εξαγωγές και οι σημαντικές επιδόσεις του τουρισμού. Επίσης σημαντική θετική επίδραση είχαν το επιτυχές λανσάρισμα για δεύτερη χρονιά της νέας σειρά προϊόντων Nuii και οι αναπροσαρμογές τιμών κατά την διάρκεια του έτους παρά τα αυξημένα κόστη για αγορές ετοίμου προϊόντος.
Η εικόνα της κερδοφορίας παρότι μειωμένη σε επίπεδο καθαρών αποτελεσμάτων, ελέω υψηλής φορολόγησης, έκλεισε θετικά με τα καθαρά κέρδη να διαμορφώνονται σε 1,79 εκατ. ευρώ έναντι 3,28 εκατ. ευρώ το 2022.
Και το 2023 συνεχίστηκε η στρατηγική επένδυση σε νέα ψυγεία, με την εταιρεία να διαθέτει κεφάλαια ύψους 1,3 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι το αντίστοιχο κονδύλι το 2022 ανήλθε σε 3 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι το 2006, η ΔΕΛΤΑ είχε πουλήσει τη δραστηριότητά της στο παγωτό στη Nestle, η οποία το 2016 μεταβίβασε αυτή τη δραστηριότητα στην εταιρεία Froneri.
Το αμερικανικό όνειρο της Κρι-Κρι
Την ίδια ώρα η Κρι-Κρι της οικογένειας του Παναγιώτη Τσινάβου, η μοναδική αμιγώς ελληνική επιχείρηση που έχει παραμείνει στο top3 του κλάδου, συνεχίζει να επεκτείνεται εντός και εκτός συνόρων.
Σερβίροντας 20.000 σημεία στην ελληνική αγορά επιχειρεί μέσω του frozen yogurt να διευρύνει περαιτέρω τη διείσδυσή της σε νέες αγορές. Στο πλαίσιο αυτό ήδη δραστηριοποιείται σε Ιταλία, Κορέα και Γερμανία, ενώ επιδιώκει σχετικό άνοιγμα εντός του έτους σε Νορβηγία, Η.Π.Α., Σιγκαπούρη και Ταϊβάν.
Μάλιστα η σερραϊκή γαλακτοβιομηχανία ήδη βρίσκεται στη διαδικασία αποστολής των πρώτων φορτίων με Greek Frozen Yogurt στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η απόφαση της Κρι Κρι να επενδύσει στο frozen yogurt της επιτρέπει να πραγματοποιεί εξαγωγές σε πολύ πιο μακρινούς προορισμούς, από τις ΗΠΑ μέχρι τη Σιγκαπούρη, καθώς το προϊόν έχει μεγάλη διάρκεια ζωής σε αντίθεση με το γιαούρτι.
Ας σημειωθεί ότι φέτος, κλείνοντας 70 χρόνια επιχειρηματικής δράσης, η γαλακτοβιομηχανία πρωτοπορεί με τη δημιουργία του πρώτου θεματικού πάρκου για το παγωτό. Πρόκειται για μια επένδυση που ανήλθε στο ποσό του 1 εκατ. ευρώ και εκτιμάται ότι θα αποτελέσει πόλο τουριστικής έλξης για την πόλη των Σερρών.
Η επόμενη μέρα για τα Παγωτά Δωδώνη
Τα «θεϊκά παγωτά» Δωδώνη έχοντας χάσει πάνω από το 50% του τζίρου τους τα τελευταία χρόνια που η αλυσίδα λειτουργούσε σχεδόν χωρίς ιδιοκτήτη, φαίνεται ότι τελικά δεν θα «λιώσουν», με τους Φούρνους Βενέτη από τη θέση του «λευκού ιππότη» να ποντάρουν στην αναγνωρισιμότητά τους, η οποία παρά τα δυσβάσταχτα οικονομικά προβλήματα της εταιρείας συνεχίζει να είναι τεράστια.
Για την ανάπτυξη της Παγωτά Δωδώνη, ο νέος ιδιοκτήτης πρόκειται να επενδύσει περί τα 10 εκατ. ευρώ στην επόμενη διετία αγοράζοντας –μεταξύ άλλων- και μια φάρμα στη Βοιωτία, δυναμικότητας 5.000 κιλών γάλακτος ημερησίως. Κι αυτό γιατί το νέο concept που δρομολογεί ο κος Μονεμβασιώτης για την αλυσίδα Παγωτά Δωδώνη περιλαμβάνει gelateria, γαλακτοπωλείο και ζαχαροπλαστείο με υπερψυγμένο γλυκό, που όλα απαιτούν «φυσικό γάλα», όπως τόνισε ο ίδιος, περιγράφοντας την ολοκλήρωση του deal μετά από 32 μήνες διαπραγματεύσεων με τις πιστώτριες τράπεζες.
Υπενθυμίζεται ότι το σήριαλ για την πώληση της Παγωτά Δωδώνη εκτείνεται σε βάθος χρόνου με άκαρπους διαγωνισμούς, άτυχα «φλερτ» και με την τελευταία διαγωνιστική διαδικασία να βγάζει ως προτιμητέο επενδυτή τη First Runner του Αλέξανδρου Κατσιώτη της ΕΛΓΕΚΑ, ο οποίος όμως υπαναχώρησε λόγω καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Σε αυτόν τον διαγωνισμό η εταιρεία Φούρνοι Βενέτη είχε πλασαριστεί δεύτερη, αλλά δεν εγκατέλειψε, εξαγοράζοντας τελικά την εταιρεία μετά από περιπέτειες 2,5 χρόνων.
Η ΔΕΛΤΑ ξανά στα παγωτά διά της πλαγίας
Πέραν των παραδοσιακών «παικτών» στην αγορά του τυποποιημένου παγωτού η αξία της οποίας υπολογίζεται σε 250 εκατ. ευρώ, πριν λίγους μήνες έκανε την εμφάνισή του και ένα νέος παίκτης, αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά παλιός.
Ο λόγος για τη ΔΕΛΤΑ (όμιλος Vivartia), που επέστρεψε στο παγωτό μετά από 17 χρόνια μετά, εξαγοράζοντας την Cold Sin του Γιώργου Γιαννίτση, δηλαδή τον 4ο παίκτη στο παγωτό μετά τις Unilever, Froneri και Κρι-Κρι.
Η Cold Sin αποτελεί τον επίσημο εθνικό διανομέα παγωτών της εταιρείας Mars Hellas Α.Ε., επίσημο διανομέα των παγωτών της εταιρείας General Mills A.E. (Häagen-Dazs) και αποκλειστικό διανομέα της Sammontana SPA για την Ελλάδα και Κύπρο, μέσα από ένα δίκτυο 12.000 ψυγείων που καλύπτει ολόκληρη την ελληνική επικράτεια.
Η κίνηση αυτή δεν «μεταφράζεται» σε επαναφορά του σήματος της Δέλτα Παγωτού, όπως αναφέρουν πηγές της εταιρείας, αλλά περιλαμβάνεται στη στρατηγική του «χτισίματος» ενός ολοκληρωμένου χαρτοφυλακίου προϊόντων στο πλαίσιο του μετασχηματισμού της ΔΕΛΤΑ σε μια ολοκληρωμένη πλατφόρμα καλής διατροφής παράλληλα με την παραγωγική της αναδιάρθρωση μέσω και στοχευμένων εξαγορών.
Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι σε βάθος χρόνου η εταιρεία δεν θα επανέλθει και παραγωγικά στην κατηγορία του παγωτού.
Για την ιστορία να πούμε ότι η Cold Sin έχει υψηλές αποδόσεις, καθώς το 2022 (τελευταίος δημοσιευμένος ισολογισμός) εμφάνισε αύξηση τζίρου 20% συγκριτικά με το 2021, φτάνοντας τα 7,43 εκατ., ενώ τα μετά φόρων κέρδη της έφτασαν τα 446.864 ευρώ.
Με το σήμα Menne επανέρχεται η πρώην ΕΒΓΑ
Η ΕΒΓΑ, κάποτε η μεγάλη ανταγωνίστρια της ΔΕΛΤΑ, η οποία από το 2019 έχει μετονομαστεί σε EMFI, επαναδραστηριοποιείται στη λιανική αγορά παγωτού με το σήμα Menne συνεχίζοντας να παράγει μέρος των παγωτών της Unilever. Ωστόσο είναι άγνωστο κατά πόσο θα επηρεαστεί η συνεργασία με τον πολυεθνικό κολοσσό στην περίπτωση που αλλάξει το ιδιοκτησιακό status της ελληνικής δραστηριότητας, όπως προαναφέραμε.
Με συνεχείς οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου τα τελευταία χρόνια (σ.σ. η τελευταία ύψους 6 εκατ. ευρώ αποφασίστηκε τον Μάιο εφέτος) η EMFI υπό τη διοίκηση του Κύρου Φιλίππου εστιάζει στην ανάπτυξη πωλήσεων στα επώνυμα παγωτά ΜΕΝΝΕ (που πραγματοποιούν κινήσεις ανάπτυξης στην αγορά λιανικής) καθώς και στα επώνυμα προϊόντα ζύμης ΕΒΓΑ.
Όσον αφορά τα οικονομικά αποτελέσματα σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό, που αφορά την χρήση 2022, οι καθαρές πωλήσεις ανήλθαν σε 38,03 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 17,8% σε σχέση με τα 32,9 εκατ. ευρώ του 2021. Τo 52,7% του συνολικού της τζίρου, δηλαδή τα 20 εκατ. ευρώ, αφορούν πωλήσεις προς τη Unilever, για την οποία παράγει τα παγωτά ΕΒΓΑ στις εγκαταστάσεις της στην Ιερά Οδό.
Και παγωτό ΑΓΝΟ;
Επειδή η νοσταλγία «πουλάει» δεν αποκλείεται το επόμενο διάστημα να εμφανιστεί στην αγορά και παγωτό ΑΓΝΟ.
Οι αδελφοί Σαράντη (Όλυμπος, Τυράς) που απέκτησαν τα εμπορικά σήματα αλλά και ακίνητα της βορειοελλαδίτικης γαλακτοβιομηχανίας, κατόπιν της επανατοποθέτησης της μάρκας στην αγορά, που ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη, τη Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, με 21 διαφορετικούς κωδικούς γαλακτοκομικών, λέγεται ότι το σκέφτονται να ξαναβγάλουν παγωτό ΑΓΝΟ.
Η Αγνό στη βιομηχανική μονάδα της στον Λαγκαδά διαθέτει εξοπλισμό παραγωγής παγωτού, ο οποίος μπορεί να αξιοποιηθεί σε αυτή την κατεύθυνση, εφόσον γίνουν οι αναγκαίες επενδύσεις εκσυγχρονισμού της.
Ανοδικά η Kayak
Τέλος ανοδικά κινείται και η Kayak, μια καταξιωμένη ελληνική εταιρεία που εδώ και τρεις δεκαετίες δραστηριοποιείται στο χώρο της παραγωγής παγωτού και γλυκών.
Τον Μάιο του 2020 η παγωτοβιομηχανία Kayak απέκτησε το σύνολο της εταιρείας Chillbox Global Α.Ε. από το fund NBGI και μερίδιο 70% στην εταιρία Chillbox Α.Ε., που κατέχει την αλυσίδα των 41 φερώνυμων καταστημάτων frozen yoghurt εντός κι εκτός Ελλάδας.
Ομοίως, απέκτησε μερίδιο 50% στην εταιρία Κρητικά Παγωτά Α.Ε., η οποία κατέχει μία μονάδα παραγωγής παγωτού με πρώτη ύλη το κατσικίσιο γάλα, τα προϊόντα της οποίας διατίθενται στα σημεία με το brand Goatit.
Πηγή: ot.gr