Τέλος στην αναστολή της ποινής του 37χρονου καθ’ ομολογία δολοφόνου της 11χρονης Βασιλικής από την Μυρτιά Ηλείας, αποφάσισε χθες το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πατρών, για τον βιασμό 14χρονης το 2017.
Ο 37χρονος είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως το 2020 σε 9 χρόνια κάθειρξης με αναστολή και με περιοριστικούς όρους έως ότου δικαστεί στο Εφετείο της Πάτρας.
Ωστόσο η εκδίκαση αναβλήθηκε δυο φορές, την πρώτη επειδή δεν είχε δικηγόρο και την δεύτερη λόγω της δικηγορικής αποχής, τον Φεβρουάριο του 2024.
Μετά όμως την δολοφονία της 11χρονης Βασιλικής από την Μυρτιά, κατά προτεραιότητα εκδικάστηκε χθες η έφεσή του για τον βιασμό της 14χρονης το 2017 και το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πατρών αποφάσισε να βάλει τέλος στην αναστολή της ποινής.
Έτσι, από χθες ο 37χρονος ξεκίνησε να εκτίει την ποινή των 9 ετών που του είχε επιβληθεί πρωτοδίκως.
Το χρονικό της δολοφονίας της Βασιλικής
Η 11χρονη Βασιλική το βράδυ της Κυριακής (9/6) είχε πει στην μητέρα της ότι θα πήγαινε στο σπίτι του παππού της, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το δικό τους, όμως δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ.
Στην ανάλυση από τις κάμερες ασφαλείας στην περιοχή, διαπιστώθηκε ότι ένα όχημα πλησίασε την 11χρονη και εκείνη επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο, γεγονός που οδήγησε στο συμπέρασμα πως γνώριζε τον οδηγό, ο οποίος τελικά ήταν ο θείος της και έπειτα ο δολοφόνος της.
Η περιγραφή του 37χρονου για το πώς έφτασε στη δολοφονία της 11χρονης ήταν ανατριχιαστική.
Όπως είπε στους αστυνομικούς, το πρωί της Κυριακής «σταμάτησα στον φούρνο και είδα την ανιψιά μου. Δεν ξέρω πώς μου ήρθε και της είπα να πάμε για βόλτα. Μου απάντησε ναι. Κανονίσαμε να πάμε στις 8 το βράδυ».
Η παραδοχή της απόπειρας βιασμού
Συνεχίζοντας την ομολογία του παραδέχθηκε ότι είχε σκοπό να βιάσει το κορίτσι, αφού είπε: «Όταν έφυγα από το σπίτι της, για να μη μας δουν, πήγα και την περίμενα. Ήρθε με τη θέλησή της. Πήγαμε σε ένα μίνι μάρκετ και πήραμε αναψυκτικά. Όταν φτάσαμε εκεί που πηγαίναμε, την έπιασα από το χέρι και της είπα να συνευρεθούμε. Μου είπε όχι και ότι θα το πει στους γονείς της».
Τα λόγια του σοκάρουν. Υποστήριξε στους αστυνομικούς ότι φοβήθηκε όταν άκουσε την ανιψιά του να λέει πως θα ενημερώσει τους γονείς της και άρχισε να την χτυπάει μέχρι θανάτου με ένα κατσαβίδι.
«Εγώ θόλωσα, την έσπρωξα και έπεσε κάτω και πήγα στο αμάξι, στην πόρτα του οδηγού που είχα ένα κατσαβίδι και το πήρα και πήγα πάλι σε αυτή. Ήταν ακόμα κάτω και άρχισα να την καρφώνω με το κατσαβίδι. Την κάρφωνα στο λαιμό, την πλάτη και στο πλάι και είδα ότι έβγαινε αίμα. Την τράβηξα από τα μαλλιά και την πήγα λίγο πιο πέρα και τότε αυτή έβγαλε ένα ήχο σαν “ωχ” και μετά δεν ξαναμίλησε. Μετά την πήγα πιο πέρα να την κρύψω γιατί φοβήθηκα και την έκρυψα σε κάτι καλάμια και τη σκέπασα με ξερά χόρτα», περιέγραψε.