Σε μια τηλεοπτική αναμέτρηση 90 λεπτών δύο υποψήφιων προέδρων των ΗΠΑ είναι σχεδόν απίθανο, δυστυχώς, να αποφευχθούν χαρακτηρισμοί, υπερβολές και… ψέματα. Ειδικά, όμως για τον ρωσοουκρανικό πόλεμο και τη Γάζα, ακούστηκαν πράγματα που δείχνουν ότι ο κόσμος πρέπει να ανησυχεί όποιος και αν εκλεγεί.

Κατά τη διάρκεια του ντιμπέιτ, ο Μπάιντεν, δίχως να μπορεί να κρύψει τη ραθυμία του προσπάθησε να αμυνθεί απέναντι σε έναν αιχμηρό, πλην ανέντιμο Τραμπ -όπως τα αποκάλεσαν οι New York Times- εγείροντας αμφιβολίες για την ικανότητα του να ανταποκριθεί τους επόμενους τέσσερις μήνες προεκλογικής εκστρατείας.

Πέραν όμως των επιδόσεων του Μπάιντεν, ποια ήταν τα βασικά σημεία ανεντιμότητας του Τραμπ που δεν αφορούν μόνο τους Αμερικανούς πολίτες;

Ο Μπάιντεν και ο Τραμπ συγκρούστηκαν σφοδρά για τη θέση των ΗΠΑ στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, το εύρος της βοήθειας των ΗΠΑ στο Κίεβο και τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας.

Ψέμα πρώτο: Λόγω Μπάιντεν είχαμε την 7η Οκτωβρίου

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε πως εάν ήταν εκείνος πρόεδρος, η Χαμάς δεν θα είχε επιτεθεί στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023.

«Το Ισραήλ δεν θα δεχόταν ποτέ, ούτε σε ένα εκατομμύριο χρόνια χρόνια, εισβολή από τη Χαμάς. Ξέρετε γιατί; Διότι ο Ιράν τα έσπασε με εμένα. Δεν θα άφηνα κανέναν να κάνει δουλειές με το Ιράν. Θα είχαν μείνει απένταροι. Δεν θα είχαν χρήματα για τη Χαμάς. Δεν θα είχαν χρήματα για τίποτα. Δεν θα είχαν χρήματα για τρομοκρατία καθόλου, υπό μια δική μου κυβέρνηση» δήλωσε ο Τραμπ.

Αυτές οι θέσεις του πρώην προέδρου όμως δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια.  Η Χαμάς δεν επιτέθηκε στο Ισραήλ επειδή χρηματοδοτούνταν από το Ιράν, άλλωστε είναι γνωστό ότι την οργάνωση είχε στηρίξει οικονομικά η ίδια η κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου και οι ισραηλινές υπηρεσίες εφαρμόζοντας μια καταστροφική πολιτική «διαίρει και βασίλευε».

Η καταπίεση των ισραηλινών κατοχικών δυνάμεων στα παλαιστινιακά εδάφη, αργά ή γρήγορα θα προκαλούσαν την παλαιστινιακή αντίδραση. Μπορεί η επίθεση να σχεδιάστηκε επί κυβερνήσεως Μπάιντεν, ωστόσο τα τούνελ, τα οποία αποτελούν τη ραχοκοκαλία κάθε στρατιωτικού σχεδιασμού της Χαμάς, είναι μεθοδικό δημιούργημα δεκαετιών. Ενδεχομένως,  ο Τραμπ να έκανε περισσότερη ζημιά στη Μέση Ανατολή, λόγω της τυφλής του φιλοϊσραηλινής στάσης.

Ο πρώην πρόεδρος μάλιστα κατηγόρησε τον Μπάιντεν, ότι «έχει γίνει σαν Παλαιστίνιος», επειδή δεν στήριξε το Ισραήλ.

Αν και στον προηγούμενο ισχυρισμό ο Μπάιντεν δεν άρθρωσε –όλως περιέργως- λέξη, είναι αληθής ο ισχυρισμός του ότι στήριξε το Ισραήλ, αλλά τα μόνο όπλα που αρνήθηκε να δώσει στο Ισραήλ ήταν οι βόμβες των 2000 λιβρών. Βέβαια, ο Αμερικανός πρόεδρος απέφυγε να αναφέρει ότι αυτό το έκανε μόλις 8 μήνες μετά τον πόλεμο και την μαζική χρήση τέτοιων βομβών από το Ισράηλ.

Ψέμα δεύτερο: Ο Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία επειδή δεν σεβόταν τον Μπάιντεν

Όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Τραμπ υποστήριξε ότι ο Μπάιντεν είχε «ενθαρρύνει τη Ρωσία» να εισβάλει και προσπάθησε να παρουσιάσει την εισβολή ως αποτέλεσμα της χαοτικής αποχώρησης της κυβέρνησης Μπάιντεν από το Αφγανιστάν τον Μάιο του 2021. », είπε ο Τραμπ.

«Αν είχαμε έναν πραγματικό πρόεδρο, έναν πρόεδρο που τον σεβόταν ο [Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ] Πούτιν, δεν θα είχε εισβάλει ποτέ στην Ουκρανία», πρόσθεσε.

Είναι αληθές, ότι η πολιτική εξόδου (exit policy) του Μπάιντεν από το Αφγανιστάν, ήταν ένα φιάσκο. Ωστόσο, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν μπορεί να συνδέεται με την έλλειψη σεβασμού του Βλαντιμίρ Πούτιν στον Τζο Μπάιντεν λόγω κακού χειρισμού του Αφγανιστάν. Δεν πρόκειται περί επενάληψης των συνεπειών μιας αποτυχημένης πολιτικής κατευνασμού που εφάρμοσε η βρετανική κυβέρνηση του Νέβιλ Τσάμπερλαιν στο Μόναχο πριν το Β΄ΠΠ.

Η εισβολή στην Ουκρανία δεν εδράζεται στη συμπλήρωση ενός στρατηγικού κενού που άφησαν οι Αμερικανοί στη Μέση Ανατολή, αλλά στην πραγματικότητα προκλήθηκε από τις πολιτικές όλων σχεδόν των αμερικανικών κυβερνήσεων από εποχής Μπιλ Κλίντον.

Με παρεμβάσεις τους, πρωτοκλασάτοι Αμερικανοί διπλωμάτες που άφησαν ιστορία, προειδοποιούσαν πόσο λάθος ήταν να ενταχτούν στη Δυτική Συμμαχία κράτη που γειτνίαζαν με την ηττημένη, αλλά πάντα υπολογίσιμη Ρωσία. Όπως για παράδειγμα ο Γουίλιαμ Πέρι, ο μοναδικός πρωτοκλασάτος υπουργός των ΗΠΑ (1994-1997) που κόντεψε να υποβάλει την παραίτησή του, τη δεκαετία του 1990, όταν διαφώνησε με την ανεύθυνη επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, ανησυχώντας για τις επιπτώσεις που θα είχε στις ρωσοαμερικανικές σχέσεις.

Η φιλοδυτική φράξια στην Ουκρανία επέλεξε να παίξει το παιχνίδι της Δύσης με την ενταξιακή της πολιτική τη σε μια στρατιωτική συμμαχία απειλητική στη Ρωσία. Οι ΗΠΑ στήριξαν πραξικόπημα το 2014, που ανέτρεψε την διεφθαρμένη, πλην νόμιμη κυβέρνηση του Κιέβο, βάζοντας πόδι στην Ουκρανία και ανοίγοντας τον Ασκό του Αιόλου στην περιοχή.

Ο ισχυρισμός του Τραμπ, ότι δεν θα εισέβαλε οι Ρώσοι στην Ουκρανία, θα μπορούσε να είναι αληθής, μόνο εάν ο ίδιος ως πρόεδρος, έβαζε τέρμα στα δυτικά σχέδια ένταξης της Ουκρανίας στο δυτικό σύστημα άμυνας

Συνεπώς, ο Μπάιντεν ίσως είναι ακατάλληλος πρόεδρος, για έναν επιπλέον λόγο: Δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί σημεία της εξωτερικής του πολιτικής ακόμα και όταν είχε το περιθώριο να αξιοποιήσει μερος αυτού που σκότωσε ο ίδιος στη διάρκεια της προεδρίας του: της αλήθειας… μερικής, έστω.