Αν και τα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι τυπικά ίσα, η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ τους. Τα δύο μεγαλύτερα και πιο σημαντικά οικονομικά, η Γερμανία και η Γαλλία, είναι επίσης δύο από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΕ. Η δυσανάλογη πολιτική τους επιρροή εντός της Ενωσης δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Πριν οι δυο τους συνασπιστούν τη δεκαετία του 1950, ως μέρη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα, η μακροχρόνια έχθρα τους είχε διαλύσει την Ευρώπη μέσα από αμέτρητους πολέμους. Με την ολοκληρωτική ήττα και τη διχοτόμηση της Γερμανίας το 1945, η Δυτική Γερμανία – υπό την προστασία των ΗΠΑ – και η Γαλλία είχαν την ευκαιρία να συμφιλιωθούν και να θέσουν τα θεμέλια για μια διαρκή ειρήνη.
Η Συνθήκη της Ρώμης του 1957 όχι μόνο βοήθησε στην επιτάχυνση της ανοικοδόμησης της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Δυτικής Ευρώπης αλλά καθιέρωσε επίσης μια νέα (δυτική) ευρωπαϊκή πολιτική τάξη πραγμάτων. Ενοποιώντας οριστικά τη Δυτική Γερμανία και τη Γαλλία, εξάλειψε τελικά την παραδοσιακή πηγή μεγάλων ευρωπαϊκών πολέμων. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η συμφιλίωση αυτών των δύο παραδοσιακών εχθρών μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχει σήμερα η ΕΕ.
Αλλά δεν ήταν πάντα ομαλή η πλεύση. Το 1954, μια πρώιμη προσπάθεια δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας εκτροχιάστηκε όταν η Γαλλική Εθνοσυνέλευση απέρριψε την ιδέα. Ομοίως, το 2005, οι Γάλλοι (μαζί με τους Ολλανδούς) ανέστειλαν μια προσπάθεια δημιουργίας Συντάγματος για την Ευρώπη.
Τώρα, η γαλλική Ακροδεξιά, αφού τερμάτισε πρώτη στις φετινές εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οδήγησε τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να διαλύσει το κοινοβούλιο και να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Για άλλη μια φορά, το μέλλον της ΕΕ εξαρτάται από το ερώτημα: Τι θέλουν οι Γάλλοι;
Αυτό το ερώτημα επανήλθε σε μια ιδιαίτερα δυσοίωνη στιγμή: η εισβολή του ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία επανέφερε τον πόλεμο στην Ευρώπη και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται επί του παρόντος πως έχει πολλές πιθανότητες να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο τον ερχόμενο Ιανουάριο. Εάν η Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν κερδίσει τις γαλλικές εκλογές και ο Τραμπ αναδειχθεί νικητής τον Νοέμβριο, τι θα γίνει με την Ευρώπη; Θα μπορούσε το ευρωπαϊκό εγχείρημα να επιβιώσει από μια τέτοια συρροή δυνάμεων;
Η Γαλλία, τελικά, είναι απαραίτητη σε αυτό το σχέδιο. Εάν είτε αυτή είτε η Γερμανία αποχωρίζονταν ποτέ από αυτό, η παράσταση θα είχε τελειώσει. Σίγουρα, η ΕΕ έχει άλλα 25 κράτη-μέλη, και όλα είναι σημαντικά – άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Αλλά η Ευρώπη μπορεί να ζήσει με μια ιταλική κυβέρνηση της οποίας ηγείται ένα κόμμα με νεοφασιστικές ρίζες. Εάν η γαλλική Ακροδεξιά εξασφαλίσει την πλειοψηφία στις εκλογές του φετινού καλοκαιριού και η Λεπέν φθάσει να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές το 2027, αυτό θα ήταν ένα εντελώς διαφορετικό θέμα.
Η άνοδος μιας νεοεθνικιστικής κυβέρνησης και ενός νεοεθνικιστή επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας στη Γαλλία θα απειλούσε τον ίδιο τον ιστό της Ενωσης. Οι άλλοι εσωτερικοί εχθροί της Ευρώπης, όπως ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν, θα έπαιρναν ακόμα μεγαλύτερο θάρρος να σταθούν εμπόδιο στη χάραξη πολιτικής της ΕΕ. Ακόμη χειρότερα, αυτό θα συνέβαινε ακριβώς όταν η ΕΕ πρέπει να ενισχυθεί εν όψει μιας ευρύτερης γεωπολιτικής και τεχνολογικής αναδιάταξης.
Ενώ η Γαλλία ήταν πάντα επιρρεπής σε εθνικιστικά αφηγήματα, η Γερμανία – λόγω της ιστορίας της – έχει από καιρό ανοσοποιηθεί έναντι τέτοιων ψευδαισθήσεων. Αλλά μια νίκη για την Εθνική Συσπείρωση θα ανάγκαζε τους Γερμανούς να αντιμετωπίσουν ένα ζήτημα πολιτικής που όλοι πιστεύαμε ότι είχαμε αφήσει πίσω μας: Ανήκουμε στη Δύση ή τελικώς είμαστε πραγματικά μέρος της Ανατολής;
Τα φιλορωσικά λαϊκιστικά κόμματα όπως το Alternative für Deutschland και το Bündnis Sahra Wagenknecht θέτουν επιτακτικά αυτό το ερώτημα. Δυστυχώς, κερδίζουν έδαφος, τουλάχιστον στην Ανατολική Γερμανία.
Μια συμμαχία μεταξύ Τραμπ και Λεπέν, με τον Πούτιν να διακρίνεται στο παρασκήνιο, θα συμβάλει δραματικά στο χάος που ήδη απειλεί την Ευρώπη. Οι μεγάλοι νικητές θα ήταν ο Πούτιν και ο γεωπολιτικός προστάτης του, ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ. Ο Πούτιν θα έκανε ένα αποφασιστικό βήμα προς την επίτευξη του στρατηγικού του στόχου: να αποκαταστήσει το στάτους της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης και στη συνέχεια να κάνει ηγεμονικά χρήση αυτής της ισχύος στην Ευρώπη.
Για την Ευρώπη, αυτό θα σήμαινε πως θα κατέρρεε σε έναν παρωπιδισμό – θα ήταν μια πράξη καθαρής αυτοκαταστροφής. Δεδομένου του ταραχώδους παγκόσμιου πολιτικού περιβάλλοντος, ο Μακρόν έχει βάλει ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο στοίχημα προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές. Είναι ένα στοίχημα που θα μπορούσε κάλλιστα να κρίνει το μέλλον της Ευρώπης. Εάν αποτύχει, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει «Rien ne va plus!» (Οχι άλλα στοιχήματα) για την Ευρώπη.
Ο Γιόσκα Φίσερ, υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας από το 1998 έως το 2005, ήταν ηγέτης του γερμανικού κόμματος των Πρασίνων για σχεδόν 20 χρόνια.