Προ τετραετίας, ο κωμικός Τζιμ Κάρεϊ είχε μιμηθεί τον υποψήφιο τότε Τζο Μπάιντεν, δίνοντας έμφαση στις «λειτουργικές» του ικανότητες. Σε βίντεο του TikTok, ο ηθοποιός, ως γηραιός πρόεδρος, προσπαθούσε να πείσει ότι για το πόσο δραστήριος παρέμενε. Το ίδιο επιχειρείται σήμερα, όχι όμως από έναν ηθοποιό, αλλά από τον… Τύπο.
Ακόμα και οι ίδιοι οι Δημοκρατικοί δεν μπόρεσαν να κρύψουν την απογοήτευσή τους για τηνεικόνα του Μπάιντεν το βράδυ της Πέμπτης 27 Ιουνίου στο ντιμπέιτ με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Εκατομμύρια Αμερικανοί είδαν έναν Τζο Μπάιντεν να σταματάει, να διστάζει, να κομπλάρει χάνοντας ή μπερδεύοντας τα λόγια του.
Ακόμα και ο ίδιος, την επόμενη μέρα, παραδέχτηκε ότι τον αντίκτυπο που έχει η ηλικία του στην πολιτική του παρουσία. «Ξέρω ότι δεν είμαι νέος», είπε στους υποστηρικτές του, προσθέτοντας, «δεν μιλάω τόσο ομαλά όσο παλιά».
Ένα ολόκληρο επιτελείο από τους καλύτερους συμβούλους των ΗΠΑ είχε προσπαθήσει επί μια εβδομάδα στο Καμπ Ντέβιντ, να τον προπονήσει για να εξαπολύει αιχμηρές και πειστικές επιθέσεις στον Τραμπ.
@mamaoflions_0121 #jimcarrey #joebiden #funny #comedian #patriots #fyp #foryou ♬ original sound – Mamaoflions
Εις μάτην.
Στο ντιμπέιτ, μλώντας για το χρέος, άρχισε να μπερδεύει τρισεκατομμυριούχους και δισεκατομμυριούχους και στη συνέχεια καυχιόταν για «τι μπόρεσα να κάνω με τον Covid, με, με συγχωρείτε, με το να ασχολούμαστε με όλα όσα έχουμε να κάνουμε». Έπειτα από μια παύση, τελείωσε με ωμή δήλωση-γκάφα: «Επιτέλους νικήσαμε το Medicare».
Αυτό έδωσε πολύ καλή λαβή στον Τραμπ να απαντήσει: «Λοιπόν, έχει δίκιο. Κέρδισε το Medicare. Το χτύπησε μέχρι θανάτου». Ο 81χρονος πολιτικός, μπέρδευε αρκετές φορές τα ζητήματα με την ίδια τη διατύπωση.
Ο Μπάιντεν που θέλουν οι New York Times
Βλέποντας αυτή την εμφάνιση λοιπόν, οι New York Times έκαναν το εξής: Παρακολούθησαν την ομιλία του Μπάιντεν σε έναν εκθεσιακό χώρο, 14 ώρες μετά το ντιμπέιτ, και ανακάλυψαν έναν Μπάιντεν «διαφορετικό δυναμικό και γεμάτο αυτοπεποίθηση, να χτυπά με άνεση πολιτικά τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τζ. Τραμπ. Οι Δημοκρατικοί στην αίθουσα επευφημούσαν.
Πρόκειται για μια εικόνα που θα ήθελαν να είχε επαναληφθεί και στο ντιμπέιτ, τόσο ο Μπάιντεν, όσο και οι New York Times.
Για την αμερικανική εφημερίδα, «εν μέσω πανικού, ο Τζο Μπάιντεν Νο 2 έδειξε ότι, ακόμη και μετά από πέντε δεκαετίες στη δημόσια ζωή, μπορεί ακόμα να σηκώσει τη γροθιά του στον αέρα, να ξεσηκώσει ένα πλήθος να ζητωκραυγάσει να μην χάνει τον ρυθμό και ίσως να εμπνεύσει έναν δυσκίνητο συνασπισμό να τον ψηφίσει για άλλη μια φορά».
Οι New York Times στάθηκαν σε σημεία της ομιλίας του Μπάιντεν Νο 2 λέγοντας πως εάν τα έλεγε το βράδυ του ντιμπέιτ θα «αποστόμωναν» τον Τραμπ προσδίδοντάς στον Δημοκρατικό πολιτικό τεράστια πολιτικά οφέλη εάν μάλιστα «είχαν παραδοθεί με τον ίδιο ενθουσιασμό».
Συγκεκριμένα, οι τάπες αυτές του Μπάιντεν Νο 2 ήταν ότι ο Τραμπ έκανε νέο ρεκόρ για τα περισσότερα ψέματα που ειπώθηκαν σε μία μόνο συζήτηση». Ότι χαρακτήρισε τον Τραμπ ως Χέρμπερτ Χούβερ [Ο πρόεδρος επί εποχής Υφεσης 1929] επειδή δεν δημιούργησε θέσεις εργασίας και ότι Τραμπ δεν είναι απλώς ένας καταδικασμένος εγκληματίας, αλλά «μια κατηγορία εγκληματία από μόνος του».
Ο Μπάιντεν Νο 2 έδωσε σαφείς και συνοπτικές περιγραφές των θέσεων του σχετικά με τις αμβλώσεις, τη μετανάστευση, τους φόρους και τον ρατσισμό.
Έτσι, οι New York Times αναρωτιούνται ένα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα προωθούσαν άραγε τον Μπάιντεν Νο 2 υποστηρίζοντας ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα νικήσει ο Δημοκρατικός υποψήφιος είναι «να βεβαιωθεί ότι η εκδοχή που εμφανίζεται κάθε μέρα θα είναι αυτή του Τζο Μπάιντεν δύο».
Οι New York Times επικαλούνται και τα λόγια του επιχειρηματία Ρέιντ Χόφμαν, έναν από τους μεγαλύτερους δωρητές του Δημοκρατικού Κόμματος: «Μακάρι να είχαμε αυτόν τον Μπάιντεν [στο ντιμπέιτ], αλλά αυτή είναι η φύση του Τζο Μπάιντεν. Όταν τα πάει άσχημα, τείνει να επιστρέφει – και μετά να κερδίζει».
Το πρόβλημα όμως με όσα αναφέρουν οι New York Times είναι ότι υιοθετούν πρακτικές για την ανάδειξη ενός αιρετού ηγέτη που δεν έχουν σχέση με τη δημοκρατία, δηλαδή την αξιολόγησή του βάσει των πολιτικών του. Στέκονται στη διαφήμιση και το μάρκετινγκ και όχι στην ουσία και τις πολιτικές. Το ζήτημα δηλαδή δεν είναι ότι έπρεπε ο Μπάιντεν να είχε έναν τηλεπρομηθευτή και ένα ενθουσιώδες κοινό το βράδυ του ντιμπέιτ για να τον βοηθάνε να σταθεί.
Ο ηθοποιός Τζιμ Κάρεϊ σατίριζε ακριβώς αυτό, ότι προσπαθούσε ο Τζο Μπάιντεν να πείσει τον αμερικανικό λαό ότι μπορεί να κινείται, να χορεύει και να κάνει ποσταρίσματα στο twitter, αλλά δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε πιο ουσιαστικά ζητήματα. Οι New York Times επιχειρούν να πείσουν ότι ο Τζο Μπάιντεν μπορεί να σηκώσει τη γροθιά του, ακόμα και στα 81 χρόνια.
Η αποδοκιμασία του αμερικανικού κοινού στον Τζο Μπάιντεν έχει ξεκινήσει πολύ πριν το ντιμπέιτ, λόγω των πολιτικών του, όπως η «συντήρηση» δύο αιματηρών πολέμων στην Ουκρανία και τη Λωρίδα της Γάζας. Μπόρει ο Μπάιντεν Νο 2 να ανέφερε τα ψέματα που άκουγε από το Τραμπ εις βάρος, όπως δείξαμε, αλλά τη στιγμή του ντιμπέιτ, έδειξε εντυπωσιακή αδυναμία να τα αντικρούσει.
Οι Τραμπ, ευδοκιμούν στις δημοκρατίες του μάρκετινγκ.