Μπορεί σήμερα όλα τα βλέμματα να είναι στραμμένα στη Γαλλία, όμως αυτό δεν αρκεί για όποιον θέλει να κατανοήσει τι πραγματικά συμβαίνει στη σημερινή Ευρώπη που βρίσκεται χωρίς αμφιβολία στα χειρότερά της – όσον αφορά βεβαίως τις περιόδους ειρήνης. Και που ουδεμία σχέση πλέον έχει με τις ελπίδες που περιέβαλαν το λεγόμενο «κοινό οικοδόμημα» από την εποχή της δημιουργίας του μέχρι και την περίοδο της γερμανικής επανένωσης, της δημιουργίας του κοινού νομίσματος, των ατέλειωτων διευρύνσεων και της, συνεπακόλουθης όλων αυτών, επικράτησης της πλήρους γερμανικής ηγεμονίας. Γιατί όποιος δεν θέλει να κοροϊδεύει τον εαυτό του και να κρύβεται πίσω από πολιτικές ορθότητες και στερεότυπα, γνωρίζει ότι από τότε άρχισε η πάλαι ποτέ γεμάτη ελπίδες για το μέλλον Ενωση να παίρνει σταδιακά την κάτω βόλτα και να εξελίσσεται σε ένα χώρο προνομιακής εξουσίας του Βερολίνου. Μία Ενωση που σχεδιάστηκε με δεδομένη τη διαίρεση της Γερμανίας και αδιανόητη στα μάτια των ιδρυτών της την επανένωσή της, η οποία υπήρξε και το ίδιο ιστορικό φαινόμενο με τη θέσπιση του κοινού νομίσματος με διαφορά μεταξύ τους ακριβώς ένα έτος και με αρχιτέκτονα τον ίδιο άνθρωπο: τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Ο οποίος τα έφερε όλα στα μέτρα της χώρας του, όπως την ήθελε να γίνει: η δύναμη που θα κυβερνά την Ευρώπη. Και τώρα εκείνος μεν δεν υπάρχει πια, η Μέρκελ έχει αποσυρθεί, εμείς όμως, ζούμε τα αποτελέσματα. Και είμαστε μόνον στην αρχή.
Και κάπως έτσι, λοιπόν, παράλληλα φυσικά με μια σειρά μεγάλων, άλυτων σχεδόν προβλημάτων, φτάσαμε σήμερα να είναι μέγα θέμα για όλη την Ευρώπη οι γαλλικές κάλπες. Και αυτό, ως ένα βαθμό, επί του πρακτέου ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, καθώς υπάρχει ακόμα ένας, στον οποίον, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος Μακρόν θα επιχειρήσει να σηκώσει την Παντιέρα Ρόσα και να συμμαχήσει με την Αριστερά. Οπότε όλα είναι σε αναμονή: το γαλλικό πολιτικό σύστημα δεν είναι απλή υπόθεση.
Εν τω μεταξύ, λοιπόν, για να κατανοήσει κανείς το πώς φτάσαμε ως εδώ, ένα καλό και πολύ πρόσφατο παράδειγμα δίνεται από το τι συνέβη στη μεγάλη μοιρασιά των οφικίων της Ενωσης την προηγούμενη εβδομάδα. Παράδειγμα που δείχνει το πόσο αποκομμένη παραμένει η ΕΕ από την πραγματικότητα ακόμα και σήμερα, ακόμα και τη στιγμή που οι λαοί που κάποτε ήλπιζαν σε αυτήν, τώρα την αντιμετωπίζουν ως ξένο, αν όχι και εχθρικό για το μέλλον τους, σώμα. Και αυτό στην ηγεσία της Ευρώπης λειτουργούν ακριβώς έτσι: μαζεύονται σε ένα μεγάλο δωμάτιο και μοιράζουν την εξουσία της μεταξύ ανθρώπων που ουδείς έχει επιλέξει, ουδείς περίπου γνώριζε πριν να συμβεί αυτό, ουδείς ρωτήθηκε αν τους θέλει ή όχι να αναλάβουν τις ύπατες θέσεις της Ενωσης για τα επόμενα πολλά χρόνια, ουδείς είναι σε θέση να γνωρίζει τι ατζέντα έχουν, τι ρόλο παίζουν, πώς έφτασαν εκεί που έφτασαν, ποιες συμμαχίες στήθηκαν για να τους στηρίξουν και με ποια αντίτιμα.
Ολα αυτά τι σημαίνουν; Σημαίνουν ότι η Ευρώπη έχει η ίδια από πολλού χρόνου αντικαταστήσει τη δημοκρατική διαδικασία και τη νομιμοποίηση, τελικά την ίδια την πολιτική, με κάτι που μόνον ως τέτοιο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Πώς είναι λοιπόν δυνατό να μέμφεται πλέον πειστικά τον οποιονδήποτε ότι βρίσκεται στα άκρα; Πώς μπορεί να γκρινιάζει ότι οι πολίτες καταφεύγουν σε αυτά; Αφού εκείνη πρώτη τους πέταξε κυριολεκτικά έξω από την πολιτική διαδικασία. Και ας υποκρίνεται το αντίθετο, μέσα από μια σειρά από ατελείωτες θεσμικές φιοριτούρες δυνατοτήτων «παρέμβασης» και «συμμετοχής» – ένοχες όλες επί της ουσίας καθώς δεν μπορούν να κρύψουν το βάραθρο ανάμεσα στους πολίτες και την εξουσία που ασκείται απ’ αυτών ερήμην τους.
Σε αυτό το βάραθρο επένδυσε η Λεπέν, όπως και κάθε άλλος που βλέπει το πόσο αυτό τρώει τη δημοκρατία από μέσα σαν το σαράκι. Και, τώρα, έρχεται να εισπράξει. Και όποιος πιστεύει ότι αυτή θα είναι η χειρότερη εκδοχή των όσων έρχονται, πλανάται πλάνην οικτρά…