Στον μόνιμο προβληματισμό, που θα πρέπει να έχουν οι πολίτες μιας χώρας, για το αν τα οικονομικά της πάνε ή δεν πάνε καλά, στην περίπτωσή μας η εικόνα της στιγμής παραμένει θετική, αν και ο περίγυρος δεν βοηθά.

Η κατρακύλα του δείκτη μεταποίησης στην ευρωζώνη, του πιο σημαντικού πρόδρομου δείκτη για το αν μια οικονομία κινείται σε ρυθμούς ανάπτυξης ή ύφεσης, συνεχίστηκε και τον Ιούνιο. Η παραγωγή στη ζώνη του ευρώ συρρικνώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό σε αυτή τη φάση της χρονιάς, επηρεαζόμενη και από τις πολιτικές εξελίξεις. Οι νέες παραγγελίες, η αγοραστική δραστηριότητα και η απασχόληση μειώθηκαν επίσης ταχύτερα, ενώ για πρώτη φορά από τον Φεβρουάριο του 2024 κινήθηκε ανοδικά και το κόστος παραγωγής. Στην ευρωζώνη η συρρίκνωση συνεχίζεται και αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία κινείται στη μέτρηση του ίδιου δείκτη κόντρα στο ρεύμα είναι ένα γεγονός επίσης σημαντικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη μεταποίησης, οι λειτουργικές συνθήκες εξακολουθούν να βελτιώνονται για τις ελληνικές μονάδες μεταποίησης, με ιστορικά υψηλούς ρυθμούς. Η παραγωγή και οι νέες παραγγελίες αυξήθηκαν περαιτέρω. Οι εταιρείες συνεχίζουν να προσλαμβάνουν προσωπικό με σταθερό ρυθμό, σημάδι που αποτυπώθηκε και στα χτεσινά στοιχεία για την ανεργία (-21.700 άνεργοι).

Τι προβλημάτισε τον κλάδο; Ενας εξωγενής και προσωρινός λόγος, οι διαταραχές στα ναυτιλιακά δρομολόγια στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς επιμηκύνθηκε απότομα ο χρόνος παράδοσης προμηθειών, που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των λειτουργικών εξόδων. Ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι ο συνωστισμός στα λιμάνια της Ασίας, συμπεριλαμβανομένης της Σιγκαπούρης, καθυστέρησαν τις παραδόσεις εμπορευμάτων, οδηγώντας σε απότομη αύξηση και των τιμών τους, άρα του κόστους των ελληνικών επιχειρήσεων. Διόλου αμελητέα εξέλιξη καθώς μπορεί να πυροδοτήσει ένα νέο πληθωριστικό κύμα, αλλά σε επίπεδο ανάπτυξης δεν αλλάζει την τάση. Η εκτίμηση που υπάρχει για φέτος είναι ότι η βιομηχανική παραγωγή σε ετήσια βάση θα αυξηθεί κατά 3,2%. Πάνω δηλαδή από την πρόβλεψη ανάπτυξης του μεσοπρόθεσμου προγράμματος (2,5%) και βέβαια πολλαπλάσια του μέσου ευρωπαϊκού.

Ολα αυτά είναι σημαντικά και ενδεχομένως πρέπει να πάνε ακόμα καλύτερα, αν θέλουμε η οικονομία μας να συνεχίσει να συγκλίνει από την τεράστια απόσταση που δημιούργησε με τις χώρες της ευρωζώνης η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Μελέτη της Eurobank εκτίμησε ότι η ελληνική οικονομία αν θέλει να φτάσει στο 83% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ (σε όρους αγοραστικής δύναμης) του ευρωπαϊκού μέσου όρου, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η Πορτογαλία, θα πρέπει να αναπτύσσεται για την επόμενη δεκαετία κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες παραπάνω από τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης των 27 χωρών – μελών. Αν θέλει να πάει υψηλότερα, πρέπει να τρέξει ακόμα πιο πολύ.

Δεν αρκεί δηλαδή να τα πηγαίνουμε απλώς καλά. Αλλά πρέπει να τα πηγαίνουμε πολύ καλύτερα από την υπόλοιπη Ευρώπη και ταυτόχρονα να πετυχαίνουμε ισχυρές επιδόσεις στις παραγωγικές επενδύσεις, την ανταγωνιστικότητα, την εξωστρέφεια, την εθνική αποταμίευση και βέβαια τη δημοσιονομική σταθερότητα. Πρέπει με λίγα λόγια να αποδυθούμε σε πρωταθλητισμό διαρκείας, και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο…