Η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της Κυριακής δεν είχε ως αποτέλεσμα μόνο την προκήρυξη των πασοκικών εσωκομματικών εκλογών για τον Οκτώβριο. Επέτρεψε στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να βγάλουν τρία συμπεράσματα απολύτως χρήσιμα για τις εκατό μέρες προεκλογικού αγώνα που έχουν μπροστά τους. Το πρώτο, και ενδεχομένως το κρισιμότερο, είναι πως το κόμμα δεν βρίσκεται υπό διάλυση: η σύγκρουση δεν κατέληξε σε σοβαρά επεισόδια, πλην ενός επί της διαδικασίας, ενώ τα καρφιά που ανταλλάχθηκαν δεν ήταν τέτοια που να πυροδοτούν μια σύγκρουση με χτυπήματα «κάτω από τη μέση». Αυτό στην πράξη σημαίνει πως, οποιαδήποτε διαμάχη κι αν προκύψει για τα διαδικαστικά ή όσο σκληρή κι αν είναι η κόντρα μεταξύ των υποψηφίων, τα αντανακλαστικά αυτοσυντήρησης και προστασίας της παράταξης σε έναν βαθμό λειτουργούν – και αυτό θα φανεί πριν αλλά και μετά το αποτέλεσμα της 13ης Οκτωβρίου.

Αναβάπτιση

Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά τους τρεις υποψηφίους που είχαν μέχρι εκείνη την ώρα κάνει γνωστές τις προθέσεις τους και ήταν φανερό, από την πρώτη στιγμή, πως στοχεύουν στην ηγεσία. Ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίστηκε αποφασισμένος να διεκδικήσει την αναβάπτισή του από την κάλπη, η οποία θα του επιτρέψει να συνεχίσει, σε βελτιωμένες συνθήκες, την προσπάθεια που έχει ξεκινήσει – ακούγοντας ωστόσο σκληρή κριτική για θέματα πολιτικά και οργανωτικά που άφησε να κακοφορμίσουν τα χρόνια της ηγεσίας του. Ο Χάρης Δούκας, που μιλάει για μια παράταξη που θα ξαναγίνει πρωταγωνιστής στο πολιτικό σκηνικό και ένα νέο μοντέλο ηγεσίας, κρατάει ως δυνατό όπλο τη νίκη του επί της ΝΔ στον Δήμο της Αθήνας, αλλά και τις επιθέσεις που δέχεται αυτές τις μέρες από στελέχη της κυβέρνησης για την απόφασή του να παραμείνει και δήμαρχος Αθηναίων – με τελευταία αυτή του Μάκη Βορίδη. Ο Παύλος Γερουλάνος «πατάει» στην εμπειρία του και στην ανάγκη για ένα αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ: «Το ΠΑΣΟΚ έχει χρέος να γίνει δυνατό και να πείσει τους πολίτες» σχολίασε χθες (Open), περιγράφοντας ως «σενάρια επιστημονικής φαντασίας, σε αυτή τη φάση, τις συμπράξεις και τις συνεργασίες σε κάτι ευρύτερο». Ο Γερουλάνος μετράει υπέρ του την παρουσία του στη Βουλή, αλλά στα μείον του την αίσθηση διπόλου που έχει επικοινωνιακά παρουσιαστεί τις πρώτες μέρες, προτού ακόμα γίνει η συνεδρίαση της ΚΠΕ, ανάμεσα σε Ανδρουλάκη και Δούκα.

Το διακύβευμα

Το τρίτο συμπέρασμα από τη συνεδρίαση είναι πως το διακύβευμα της επόμενης μέρας, το πολιτικό στοιχείο για όλους τους πιθανούς υποψηφίους, έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο το ΠΑΣΟΚ θα αναλάβει τα ηνία της Κεντροαριστεράς και τον τρόπο με τον οποίο θα καταφέρει να προσεγγίσει τις υπόλοιπες δυνάμεις: αν μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί, ποιες εξ αυτών των δυνάμεων περιλαμβάνει το κάλεσμα, τους προγραμματικούς όρους που θα τεθούν στο τραπέζι και τη σημασία της πασοκικής αυτονομίας – καθόλου τυχαία δεν ήταν η φράση του Ανδρουλάκη «παρέλαβα κόμμα, δεν θα παραδώσω συνιστώσα», που δείχνει πως το μέλλον της Κεντροαριστεράς επηρεάζει άμεσα τη συζήτηση που θα διεξαχθεί και στην ανοιχτή τηλεμαχία που προτείνεται στη διαδικασία, αλλά και στη συνεδρίαση της ΚΠΕ στην οποία όλες οι πλευρές θα κληθούν να παρουσιάσουν τις απόψεις τους. Το ζήτημα, επομένως, είναι όντως το πρόσωπο που θα καταφέρει να ηγηθεί αυτής της προσπάθειας – ικανό, έμπειρο ή φρέσκο, με ειδικό συμβολισμό ή συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Οι επόμενες μέρες έχουν κι άλλες ανακοινώσεις, αλλά και διαδικαστικές συζητήσεις που θα λάβουν χώρα και θα «κλείσουν» έτσι ώστε όλα να είναι έτοιμα έως το φθινόπωρο, εν μέσω θέρους – όλοι οι πιθανοί υποψήφιοι, για παράδειγμα, θα πρέπει να συγκεντρώσουν 5.000 υπογραφές στήριξης από μέλη ή υπογραφές από το 15% των μελών της Κεντρικής Επιτροπής. Εν όψει του εορτασμού των πενήντα χρόνων από την ίδρυσή του, η εκλογική διαδικασία, όσο δύσκολη κι αν αποδειχθεί στο τέλος, έρχεται ως ευκαιρία και ως επικύρωση του δρόμου που θα πάρει την επόμενη μέρα. Και αυτό επιβεβαιώθηκε από τους χειρισμούς της Κυριακής και από το κλίμα εντός της αίθουσας που, αν και ενίοτε τεταμένο, δεν ξέφυγε: κανείς δεν μπαίνει σε αυτόν τον στίβο μάχης για να χάσει, αλλά και κανείς δεν προτίθεται να χάσει τα κεκτημένα της παράταξης τα τελευταία χρόνια. Τουλάχιστον για την ώρα, όσο βρίσκονται ακόμα στην αρχή.