Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία δεν εξέπληξαν κανέναν: οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώθηκαν με ακρίβεια και «οι αγορές» φάνηκαν ικανοποιημένες. Δεν ξέρουν τι τις περιμένει.

Οι περισσότεροι Γάλλοι που ψήφισαν την Εθνική Συσπείρωση και τους άλλους υποψηφίους της (ακρο)δεξιάς προβάλλουν κάποια λογικά αιτήματα: τη δυναμική αντιμετώπιση της ισλαμικής παρουσίας, τον έλεγχο της μετανάστευσης, τον περιορισμό των επιδομάτων στους αλλοδαπούς (με σκοπό το νοικοκύρεμα των δημόσιων οικονομικών), την αποκατάσταση της αυθεντίας και της πειθαρχίας στην παιδεία. Ανάμεσα στους ψηφοφόρους των Μαρίν Λεπέν, Ζορντάν Μπαρντελά και Ερίκ Ζεμούρ, υπάρχουν πράγματι «φασίστες» –υπό την έννοια, πρωτίστως, του ιστορικού αναθεωρητισμού– αντιφεμινιστές, φανατικοί Καθολικοί, οπαδοί της απολυταρχίας, θαυμαστές του Πούτιν, νοσταλγοί της αποικιοκρατίας·όμως, οι περισσότεροι κινούνται στον ευρύτερο χώρο της δεξιάς και είναι «οργισμένοι»· το χαρακτηριστικό τους είναι η αγανάκτηση για τη δειλία των διοικήσεων έναντι του Ισλάμ και για τη δέσμη πρακτικών τις οποίες προσλαμβάνουν ως περιφρόνηση των ελίτ προς τους βιοπαλαιστές και πατριώτες της ενδοχώρας.

Ψηφίζοντας την ακροδεξιά, το 34% των Γάλλων αγόρασαν γουρούνι στο σακί. Η αιτία που η Λεπέν χαρακτηρίζεται «λαϊκίστρια» είναι ακριβώς αυτή: κανείς δεν ξέρει τι επιδιώκει και ποιες ακριβώς είναι οι ιδέες της· ομιλεί και ενεργεί με βάση έρευνες γνώμης· ακολουθεί τον σφυγμό των μαζών. Τίθεται η πλειοψηφία υπέρ των δικαιώματος της άμβλωσης; ΟΚ. Στηρίζει η πλειοψηφία τους Ουκρανούς στη Ρωσο-ουκρανική διένεξη; ΟΚ. Συμφωνεί η πλειοψηφία με την κατάργηση της θανατικής ποινής (η οποία, που να με πάρει η ευχή, έχει καταργηθεί εδώ και 42 χρόνια!); ΟΚ. Προτιμά η πλειοψηφία να παραμείνει η Γαλλία στην ΕΕ; ΟΚ. Άρα, είναι εναντίον της επιστροφής στο φράγκο ή στο δηνάριο… ΟΚ. Μήπως είναι υπέρ της επιστροφής στο σκούδο; Θεωρούν οι Γάλλοι τον Σαρλ Ντε Γκωλ εθνάρχη και πολιτικό πρότυπο; ΟΚ: κομμένες οι αντι-γκωλικές δηλώσεις. Τους απωθούν οι αντισημιτικοί υπαινιγμοί; Τέρμα τα ανέκδοτα με Εβραίους. Θέλω να πω: δεν ξέρουμε αν η γαλλική ακροδεξιά φιλοδοξεί, εκτός από το να εφαρμόσει το οικονομικό και κοινωνικό της πρόγραμμα, να καταλύσει το πολίτευμα ή να προβεί σε κάποια τρέλα τερατώδους ολκής. Αν και δεν πιστεύω ότι θα μπορούσε π.χ. να επιβάλει μονοκομματικό σύστημα ακόμα κι αν το επιθυμούσε, το να τρέφει τέτοιες ελπίδες έχει κάποια σπουδαιότητα. Τα σκοτεινά σημεία συνοδεύουν αμφότερα τα άκρα· όμως, η άκρα αριστερά είναι ευανάγνωστη: κραδαίνει το κομμουνιστικό μανιφέστο· ξέρουμε με τι έχουμε να κάνουμε. Αντιθέτως, με την παρέα της Μαρίν Λεπέν δεν ξέρουμε.

Η Ανυπότακτη Γαλλία δηλώνει ότι θέλει να αναχαιτίσει την πορεία της Εθνικής Συσπείρωσης προς την εξουσία, δηλαδή, στη συγκεκριμένη συγκυρία, να μην αφήσει τον Ζορντάν Μπαρντελά να αναδειχθεί πρωθυπουργός. Αναλόγως με τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρου ίσως διεκδικήσει την πρωθυπουργία το κόμμα του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, που κατέβηκε στις εκλογές ως συνιστώσα του Νέου Λαϊκού Μετώπου της αριστεράς. Δηλαδή, δεν πρέπει να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να πραγματοποιηθεί επιτέλους το όνειρο του κ. Μελανσόν ο οποίος σέρνει πίσω του έναν όχλο από έξαλλους Βορειοαφρικανούς και Παλαιστινίους, μπαχαλάκηδες και υστερικούς ακτιβιστές: αν και ο Μελανσόν εκπροσωπεί κυρίως τις μεταναστευτικές κοινότητες, ιδιαίτερα όσες μισούν τη Γαλλία και αρνούνται να ενσωματωθούν, επηρεάζει μεγάλο μέρος της εξεγερμένης νεολαίας –εκείνης που έχει χάσει ιστορικά επεισόδια επιμένοντας στον αντι-αποικιοκρατικό και αντιρατστιστικό αγώνα.

Οι δημαγωγοί έχουν πείσει τον γαλλικό λαό ότι ζει σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ότι διέρχεται περίοδο ανωμαλίας κι ότι η χώρα καταρρέει. Η δεξιά κάνει λόγο για την εγκληματικότητα και την ανασφάλεια, καθώς και για την ανάγκη αποκατάστασης του αξιακού συστήματος· η άκρα αριστερά κάνει λόγο για τη φτώχεια, για το πώς ο αρπακτικός καπιταλισμός εξαθλιώνει τους εργαζομένους. Κοντολογίς, ακούμε τις ίδιες υπερβολές. Άλλωστε, εκ μέρους της άκρας αριστεράς συνεχίζεται η ίδια σιωπή περί Ισλάμ, όπως και περί της ρωσικής στρατηγικής διάλυσης της Ευρώπης. Πιο στρουθοκάμηλος πεθαίνεις.

Η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά έχουν πολλά κοινά στον τρόπο σκέψης και πολιτικής συμπεριφοράς, αλλά στη Γαλλία του σήμερα αυτό που τις ενώνει περισσότερο είναι η απέχθεια για τη λεγόμενη «μακρονία». Αν απέτυχε σε κάτι το πείραμα του Μακρόν είναι η υπέρβαση της διαίρεσης αριστεράς-δεξιάς: το «κέντρο» συνετρίβη στις Συμπληγάδες. Η αποτυχία του έγκειται ακριβώς σ’ αυτή την κεντρώα φυσιογνωμία η οποία κατέληξε σε στασιμότητα· σ’ εκείνο το «ναι μεν αλλά» που ισοδυναμεί με άρνηση της πολιτικής. Τώρα, ανεξαρτήτως των αποτελεσμάτων του β’ γύρου, η γαλλική διοίκηση θα χρειαστεί να επαναπροσδιορίσει την εξωτερική της πολιτική σε λιγότερο βουλησιαρχική βάση (η μαχητικότητα του Εμμανουέλ Μακρόν υπέρ της Ουκρανίας δικαίως τρόμαξε τους Γάλλους) και να αποτρέψει την εντατικοποίηση του εμφυλίου πολέμου που εκτυλίσσεται στη Γαλλία υπό συνθήκες ειρήνης. Με αυτό το υπόβαθρο, θα χρειαστεί εφαρμογή νέας, τολμηρής, πολιτικής έναντι του ισλαμικού κοινοτισμού και έναντι της φασιστοειδούς πολιτικής ορθότητας που περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης. Προπάντων, θα χρειαστεί η προσέλκυση των Γάλλων σε ένα αξιακό σύστημα αποδεκτό από τους περισσοτέρους. Φοβάμαι ωστόσο ότι η ριζοσπαστική αριστερά δεν λειτουργεί προς αυτή την κατεύθυνση: σνομπάρει τις «γαλλικές» αξίες και πασχίζει να επιβάλει τη δική της κοινωνική κατασκευή: πολυπολιτισμικότητα· απόρριψη της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας· παραληρητική συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων μέσω εκδηλώσεων δρόμου· τιμωρητική φορολογία για τους «πλούσιους».

Οι Γάλλοι που ψήφισαν την Εθνική Συσπείρωση δεν τη θεωρούν ένα τσούρμο φασιστόμουτρα. Γι’ αυτό, αυτή η ψήφος πρέπει να μας αφυπνίσει: όπως γράφω ξανά και ξανά επί τρεις δεκαετίες, οφείλουμε να ακούμε τι διαπιστώνουν και τι προτείνουν οι πολιτικοί σχηματισμοί που στο πέρασμα του χρόνου κερδίζουν δημοτικότητα. Όλα αυτά τα χρόνια, οι πολιτικοί αντίπαλοι της ακροδεξιάς την αντιμετώπιζαν μέσω «αντιφασιστικών» συλλαλητηρίων (διαδηλώνοντας ακόμα και εναντίον εκλογικών αποτελεσμάτων) και της δολοφονίας χαρακτήρων –πράγμα εύκολο– αποφεύγοντας την ιδεολογική αντιπαράθεση.