Δεν είναι λίγες οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών που δείχνουν μια πραγματική αλλαγή σελίδας για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Η μεγαλύτερη αλλαγή συντελείται με τη δημιουργία του πέμπτου πόλου του τραπεζικού συστήματος μέσω της συγχώνευσης της Attica Bank με την Παγκρήτια Τράπεζα. Παράλληλα, όμως, είχαμε την απονομή της επενδυτικής βαθμίδας στις τέσσερις συστημικές τράπεζες από τους μεγαλύτερους οίκους αξιολόγησης.

Η Moody’s, που έχει αποδειχθεί ο πιο αυστηρός κριτής της ελληνικής οικονομίας, όντας ο μόνος οίκος που διατηρεί το αξιόχρεο της χώρας εκτός επενδυτικής βαθμίδας (κάτι το οποίο αναμένεται να αλλάξει στις 13 Οκτωβρίου) απένειμε τη Δευτέρα την επενδυτική βαθμίδα στην Τράπεζα Πειραιώς (αλλά όχι και στον Ομιλο), ενώ αναβάθμισε περαιτέρω την Εθνική Τράπεζα (την οποία είχε ήδη εντός επενδυτικής βαθμίδας). Ο αμερικανικός οίκος έχει ήδη δώσει από τον Ιούνιο την επενδυτική βαθμίδα στις Eurobank και Alpha Bank.

Η Standard & Poor’s επίσης προέβη σε σωρεία αναβαθμίσεων των ελληνικών τραπεζών, διατηρώντας όμως τις αξιολογήσεις τους λίγο κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, με τη Eurobank και την Εθνική να βρίσκονται ένα σκαλοπάτι μακριά από αυτήν, και τις Πειραιώς και Alpha να απέχουν δύο σκαλοπάτια.

Οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας των τραπεζών από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης σημαίνουν ότι ο δανεισμός τους από τις διεθνείς αγορές θα είναι φθηνότερος, δίνοντάς τους μεγαλύτερη ευχέρεια επενδυτικών κινήσεων και μεγαλύτερη ρευστότητα, που με τη σειρά τους θα οδηγήσουν και στην επέκταση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.

Οπως επισήμανε η ΤτΕ στην πρόσφατή της έκθεση για την νομισματική πολιτική, αυτό θα έχει και σημαντικά οφέλη για τα επιτοκιακά τους έσοδα. Αυτό, σε συνδυασμό με τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ μέσω μείωσης των επιτοκίων, θα οδηγήσει και σε χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Οι προκλήσεις

Αλλωστε, οι τράπεζες υπολογίζουν στην επανένταξη δανείων συνολικού ύψους περίπου 15-20 δισ. στα χαρτοφυλάκιά τους, που σήμερα βρίσκονται στα χέρια των servicers. Πρόκειται για παλιά κόκκινα δάνεια τα οποία έχουν πλέον ρυθμιστεί και αναμένεται να επιστρέψουν στις τράπεζες μέσα στο επόμενο διάστημα. Ωστόσο, αυτό θα πρέπει να γίνει με προσοχή προκειμένου να μην υπάρξουν επιπτώσεις στον δείκτη ρίσκου των τραπεζών.

«Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σε έναν κύκλο νέων αθετήσεων που θα οδηγήσει σε αύξηση του δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων» τόνισε ο Θοδωρής Γναρδέλλης, οικονομικός διευθυντής (CFO) της Πειραιώς, σε διαδικτυακή συζήτηση για τις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού τομέα που διοργάνωσε η Capital Link με τη συμμετοχή των οικονομικών διευθυντών των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.

Ακόμα μία πρόκληση αναμένεται να αποτελέσει για τις τράπεζες το περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων που διαμορφώνεται με την αναμενόμενη περαιτέρω πτώση των επιτοκίων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών (ΕΚΤ, Fed). «Ο τομέας θα αντιμετωπίσει μια μέτρια πίεση, όμως η μεσοπρόθεσμη δυναμική είναι θετική για όλες τις τράπεζες» είπε από τη μεριά του ο οικονομικός διευθυντής της Alpha Bank Λάζαρος Παπαγαρυφάλλου. Ο ίδιος επισήμανε ότι οι καταθέσεις στις τράπεζες αυξάνονται, όμως το κόστος τους για τις τράπεζες αναμένεται να μεγεθυνθεί, καθώς οι καταθέτες θα αρχίσουν να επενδύουν σε λογαριασμούς προθεσμίας.

Σχετικά με τα έξοδα των τραπεζών, ο Χρίστος Χριστοδούλου, οικονομικός διευθυντής της Εθνικής, τόνισε ότι έχει επιτευχθεί μεγάλη πρόοδος στη μείωση των δαπανών, κυρίως μέσω του κλεισίματος καταστημάτων και των προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου. Παράλληλα, ο Χρίστος Χριστοδούλου υπογράμμισε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εκτιμήσουν τα όσα μπορεί να προσφέρει η τεχνολογία και να «αγκαλιάσουν» την τεχνολογική πρόοδο στον τομέα.

Από τη μεριά του, ο οικονομικός διευθυντής της Eurobank Χάρης Κοκολογιάννης σημείωσε ότι τα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών έδειξαν ιδιαίτερη ανθεκτικότητα τα τελευταία χρόνια, παρά τον πληθωρισμό και τις γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή μας, και εκτίμησε ότι ο δείκτης κόκκινων δανείων θα συνεχίσει να μειώνεται. Ωστόσο, είπε πως θα πρέπει να υπάρξει κινητικότητα στην προβληματική, όπως τη χαρακτήρισε, αγορά στεγαστικών δανείων.