Στη Βρετανία, το Εργατικό Κόμμα, έπειτα από 14 χρόνια πολιτικής ξηρασίας, θριαμβεύει στις εκλογές. Μήπως θα έπρεπε να μεταφράσουμε την επιτυχημένη συνταγή του στα ελληνικά, ώστε να τη δοκιμάσει και το ΠΑΣΟΚ στην κουζίνα του; Στη Γαλλία, ένα μέτωπο Σοσιαλιστών, Κομμουνιστών, Πρασίνων και «Ανυπότακτων» καταφέρνει να φράξει τον δρόμο στην Ακροδεξιά και να αναδειχθεί πρώτη δύναμη στο κοινοβούλιο. Μήπως πρέπει να κοπιάρουμε το πατρόν, για να ράψει και η δική μας Κεντροαριστερά το κοστούμι της;

Η μετάφραση ενός εκλογικού αποτελέσματος στη γλώσσα μιας άλλης χώρας, με διαφορετική παράδοση, διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον και άλλο εκλογικό σύστημα, είναι πάντα παρακινδυνευμένη και συχνά παραπλανητική. Η πολιτική, ως γνωστόν, είναι μια υπόθεση αυστηρά τοπική. Και, όπως μας έμαθε η Αννα Καρένινα, οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους, μα κάθε δυστυχισμένη οικογένεια είναι διαφορετική στη δυστυχία της. Κάποιες απλές παρατηρήσεις, ωστόσο, αξίζει να μεταφραστούν στα ελληνικά.

Παρατήρηση πρώτη. Η Λεπέν στη Γαλλία και οι Εργατικοί στη Βρετανία πήραν, πάνω-κάτω, παρόμοιο ποσοστό ψήφων. Λίγο πάνω από ένα τρίτο του εκλογικού σώματος. Με αυτό το ποσοστό, όμως, οι Εργατικοί σάρωσαν το 63% των μονοεδρικών περιφερειών και κατέκτησαν μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Η γαλλική Ακροδεξιά, αντίθετα, έχασε πάνω από δύο στις τρεις μονομαχίες του δεύτερου γύρου και κατέληξε, βαριά ηττημένη, στην τρίτη θέση.

Δεν είναι ο εκλογικός νόμος που κάνει τη διαφορά. Είναι ο στρατηγικός χαρακτήρας που έδωσαν οι πολίτες στην ψήφο τους. Οι Βρετανοί ψήφισαν για να ρίξουν τους αποτυχημένους Συντηρητικούς από την εξουσία. Δεν διέτρεξε το εκλογικό σώμα κάποιο ενθουσιώδες ρεύμα ελπίδας. Οι Εργατικοί δεν καβάλησαν κάποιο νικηφόρο κύμα. Αλλά στις περισσότερες εκλογικές περιφέρειες πήραν όσο χρειαζόταν για να κόψουν πρώτοι το νήμα και να κλειδώσουν την έδρα. Στη Γαλλία, κατ’ αναλογία, μια μεγάλη πλειοψηφία δύο τρίτων ψήφισε για να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης της Ακροδεξιάς. Οι ψήφοι του πρώτου γύρου της Αριστεράς και του Κέντρου μεταφέρθηκαν σχεδόν στο ακέραιο (λιγότερο οι κεντρώοι, περισσότεροι οι αριστεροί) σε όποιον δημοκρατικό υποψήφιο παρέμεινε στον δεύτερο γύρο. Η διάψευση των δημοσκοπήσεων, η αναπάντεχη επιβίωση του κόμματος Μακρόν και η νίκη-έκπληξη της Αριστεράς δεν ήταν παρά οι δευτερεύουσες συνέπειες της πρωταρχικής επιλογής – να ηττηθεί, με κάθε τρόπο, η Λεπέν.

Σε ένα πολιτικό περιβάλλον – και το δικό μας τέτοιο είναι – όπου η «ψήφος πεποίθησης» σπανίζει και η «στρατηγική ψήφος» κυριαρχεί, το μάθημα έχει τη σημασία του. Η εκλογική επιτυχία ανταμείβει όποιον επηρεάζει περισσότερο τη στρατηγική επιλογή της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων και τοποθετείται με τρόπο που τη διευκολύνει.

Παρατήρηση δεύτερη. Οι εκλογικές νίκες της Αριστεράς στη Βρετανία και τη Γαλλία δεν διαψεύδουν τη διαπίστωση/πρόγνωση μιας δεξιάς ροπής στο ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα. Το ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι η ροπή αυτή δεν ευνόησε τα παραδοσιακά κεντροδεξιά κόμματα διακυβέρνησης. Οι Συντηρητικοί υπέστησαν τη χειρότερη ήττα της ιστορίας τους και η ρεπουμπλικανική Κεντροδεξιά στη Γαλλία μαράθηκε, με λιγότερο από 7%. Αντίθετα, το 14% του Φάρατζ στη Βρετανία και το 33% (37% στον δεύτερο γύρο) των Λεπενικών στη Γαλλία, μαρτυρούν ότι η ροπή προς τα δεξιά ευνοεί τις πιο ριζοσπαστικές, αντι-φιλελεύθερες τάσεις της.

Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η περίφημη «δεξιά στροφή», με την οποία μια πανικόβλητη Κεντροδεξιά επιχειρεί να απαντήσει στην απειλή εκ δεξιών της, είναι συνταγή καταστροφής. Οι Συντηρητικοί, αφού παραδόθηκαν πρώτα στους λαϊκιστές του Brexit, υιοθέτησαν μέτρα, όπως η αποστολή στη Ρουάντα όσων μεταναστών φτάνουν στις βρετανικές ακτές, που αποξένωσαν μετριοπαθείς ψηφοφόρους, νομιμοποίησαν τους παλιάτσους της Ακροδεξιάς και οδήγησαν σε εκλογική συντριβή. Και οι γάλλοι ομοϊδεάτες τους, από την εποχή Σαρκοζί ήδη, ακολουθούν τη συνταγή της βαθμιαίας μετατόπισης προς τα δεξιά, ανταγωνιζόμενοι τη Λεπέν στη δική της ατζέντα, με όλο και χειρότερα εκλογικά αποτελέσματα.

Σε ένα περιβάλλον οικονομικής ανασφάλειας, όπου τα μεσαία στρώματα ζουν με τον φόβο της πτώσης, καλές νέες θέσεις εργασίας σπανίζουν και περιοχές ολόκληρες περιθωριοποιούνται, η ροπή προς τα δεξιά δεν είναι ανεξήγητη. Και πάντως δεν ανακόπτεται με χάντρες και καθρεφτάκια εθνικιστικής, ξενοφοβικής ρητορικής και θεωριών συνωμοσίας. Οι λαϊκιστές της Ακροδεξιάς θα είναι πάντα καλύτεροι σε αυτό το παιχνίδι.

Χρειάζεται μια πολιτική που να υπόσχεται πειστικά καλές θέσεις εργασίας, να αποκαθιστά ένα αίσθημα ασφάλειας και να αμβλύνει τις χαώδεις οικονομικές ανισότητες (στο φετινό Νταβός ανακοινώθηκε ότι τα τελευταία τρία χρόνια είδαν τη μεγαλύτερη συγκριτικά αύξηση της παγκόσμιας ανισότητας από τον πόλεμο κι ύστερα). Κι αυτό πάλι δεν είναι αρκετό. Τα οικονομικά αποτελέσματα της προεδρίας Μπάιντεν είναι, από την άποψη αυτή, αξιομνημόνευτα. Αλλά δεν αρκούν για να ξορκίσουν τον κίνδυνο μιας νίκης Τραμπ. Γιατί, όπως έγραφε ένας αρθρογράφος της «Guardian», «όταν οι άνθρωποι νιώσουν θυμωμένοι και δυστυχείς, εξαιτίας μιας δυσλειτουργικής οικονομίας, και διοχετεύσουν την οργή τους σε εθνικιστικές επιλογές, η διανομή χρημάτων από μόνη της δεν θα τους κάνει ευτυχείς και φιλελεύθερους. Εχουν ανάγκη επίσης από συνδεσιμότητα, αίσθημα του ανήκειν, σεβασμό. Η οικονομική ανάπτυξη αμβλύνει τη γοητεία του λαϊκισμού, αλλά χρειάζεται και μια έμφαση σε θέματα ταυτότητας, συναισθήματος και αφηγήματος για να μεταστραφούν οι ψηφοφόροι».

Κι αυτή είναι μια τρίτη παρατήρηση, που αφορά τις δυνάμεις της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς κυρίως. Οι Εργατικοί, που επένδυσαν πέντε χρόνια συστηματικής προσπάθειας ώστε να εμφανιστούν ως πειστική εναλλακτική λύση διακυβέρνησης, με ρεαλιστικό πρόγραμμα, είναι σε καλύτερη θέση από τη γαλλική Αριστερά, που δυσκολεύεται να μεταφράσει σε κυβερνητική πρόταση την εκλογική της επιτυχία. Και κάτι ακόμη. Στη Γαλλία, τα ίδια ακριβώς κόμματα που συγκρότησαν τώρα το επιτυχημένο «Νέο Λαϊκό Μέτωπο», ως συνεργασία κατά της Ακροδεξιάς, είχαν κατέβει στις προηγούμενες εκλογές ως «Νέα Οικολογική και Κοινωνική Λαϊκή Ενότητα», με υποψήφιο πρωθυπουργό τον Μελανσόν και στόχο την ήττα του Μακρόν. Τα αποτελέσματα ήταν μέτρια και η μετεκλογική διάλυση του μετώπου ήρθε γρήγορα. Που σημαίνει πως η συνένωση δυνάμεων είναι μια συνταγή ωφέλιμη αλλά όχι επαρκής. Σημασία έχει ο στόχος για τον οποίο συγκροτείται ένα «μέτωπο» και οι ιδέες που ηγεμονεύουν στο εσωτερικό του.