Στις εξαμηνιαίες Τάσεις της MRB που έκλεισαν μεσοβδόμαδα, η ΝΔ κινείται στην εκτίμηση εκλογικού αποτελέσματος κάτω από το ψυχολογικό όριο του 30%. Στην πρόθεση ψήφου η εικόνα είναι ακόμη χειρότερη – το πρώτο κόμμα βρίσκεται κάτω από το 25%. Δεν χρειάζονται περισσότερα, τουλάχιστον για εκείνους που αρέσκονται να μετρούν μήνα με τον μήνα τον εκλογικό πήχη, για να αντιληφθούν ότι ανοίγουν όλο και βαθύτερες πληγές στην κυβερνητική εικόνα και η κυβέρνηση έχει μπει στον δρόμο της φθοράς. Ακόμη και το προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει υποστεί σοβαρά τραύματα – από την προηγούμενη μέτρηση της ίδιας εταιρείας στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία καταγράφει μια πτώση σχεδόν οκτώ ποσοστιαίων μονάδων. Αρκούν αυτοί οι αριθμοί για να αρχίσουν στο Μαξίμου να προβληματίζονται σοβαρά, αν δεν έχει ήδη σημάνει συναγερμός.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο, ωστόσο, που ορθώνεται απέναντι στον μετεκλογικό κυβερνητικό σχεδιασμό είναι η απόρριψη της μεταρρυθμιστικής ατζέντας που σκοπεύει να αναδείξει ο Πρωθυπουργός, αρχής γενομένης από το βήμα της ΔΕΘ, όπου θα προβάλει ένα νέο τριετές πλάνο για την πορεία της χώρας. Ενδεχομένως και υπό την επήρεια του παρατεταμένου κύματος ακρίβειας, η πλειονότητα περίπου καλεί την κυβέρνηση να ξεχάσει τον «μεταρρυθμιστικό οίστρο» στον οποίο συνεχίζει να επενδύει. Το 67% των ερωτηθέντων την πιέζει «να αλλάξει και να αναθεωρήσει την πολιτικής της σε πολλούς και βασικούς τομείς του κυβερνητικού έργου». Και μόλις το 27,7% την προτρέπει «να συνεχίσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ταχύτητα τις μεταρρυθμίσεις που έχει σχεδιάσει». Το μήνυμα που διαβάζουν οι εκλογικοί αναλυτές είναι πως η κόπωση στο εκλογικό σώμα είναι ένα σύμπτωμα που δεν έφυγε με τις ευρωεκλογές, αντιθέτως αυξάνεται και μπορεί να καθηλώσει την κυβέρνηση.

Σε αυτό το σκηνικό, στο κυβερνητικό επιτελείο αναζητούν ήδη μια συνταγή επανεκκίνησης. Χωρίς – ακόμη – αντίπαλον δέος, εκτιμούν ότι υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος για μια αναστροφή, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν για να αποκτήσει η κυβέρνηση μια νέα δυναμική. Ο ανασχηματισμός του Ιουνίου δεν έδωσε απαντήσεις και, ως αντίδοτο στην εκλογική βουτιά, έχει ήδη χαθεί μέσα στον καύσωνα. Στη ΔΕΘ προεξοφλείται ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα εμφανιστεί με νέο πολιτικό αφήγημα και μια στροφή στο λεγόμενο κοινωνικό κράτος, αλλά το ζητούμενο είναι εάν ο κύκλος της φθοράς μπορεί εν τέλει να σπάσει. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν ποντάρει στη φρεσκάδα της, έχει πλέον συμπληρώσει πέντε χρόνια κι αυτό, όπως το έχουν ζήσει κι άλλες κυβερνήσεις, δεν αλλάζει με κανένα λίφτινγκ. Στο Μαξίμου γνωρίζουν καλά ότι ο χρόνος είναι μια σκληρή παράμετρος.

Μέχρι το φθινόπωρο, μπορεί να γίνει ένα μικρό ή μεγαλύτερο ρετουσάρισμα στους γενικούς γραμματείς των υπουργείων και να επιδιώξει η κυβέρνηση να εμφανιστεί με αυξημένες μετοχές στο ευρωπαϊκό πεδίο, μέσα από το νέο χαρτοφυλάκιο στην Κομισιόν και την επιλογή του έλληνα επιτρόπου. Η συζήτηση που εξελίσσεται από μήνες σε υπουργικά και βουλευτικά γραφεία, απλώς συντηρεί τα σενάρια και την ονοματολογία και δεν έχει να προσφέρει περισσότερα. Η απόφαση ανήκει αποκλειστικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη και θα ληφθεί με βάση την πλέον συμφέρουσα επιλογή για τον δικό του σχεδιασμό. Η μόνη παράμετρος που θα μπορούσε εδώ να παίξει τον ρόλο της δεν έχει να κάνει με τις διαθέσεις της κοινή γνώμης, αλλά με την τύχη της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Μία νέα ομάδα στην Κομισιόν δεν αποκλείεται να συνδεθεί και με νέο απεσταλμένο από την Αθήνα, αλλά εάν η νυν επικεφαλής της Κομισιόν παραμείνει στο τιμόνι, είναι εξίσου πιθανό να επιδιώξει να διατηρήσει όσο το δυνατόν ανέπαφη και τη βασική ομάδα της. Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτης Σχοινάς, γνωρίζει ότι κινείται στον ίδιο δρόμο με τη Φον ντερ Λάιεν και θα περιμένει μαζί της να αποφασίσει εντός της εβδομάδας το νέο Ευρωκοινοβούλιο (16-17 Ιουλίου) εάν αυτός ο δρόμος οδηγεί ή όχι στην έξοδο. Μέχρι τότε, όπως ανέφερε και στο Politico, θα διαβεβαιώνει ότι η Ούρσουλα αξίζει μια δεύτερη θητεία.