Δεκέμβριος 1974. Από την κεντρική πύλη του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου περνάνε 15 μεγάλα κιβώτια. Στο εσωτερικό τους βρίσκονται τα σημαντικότερα αριστουργήματα του Κυπριακού Μουσείου της Λευκωσίας, το οποίο δεν απείχε ούτε 100 μ. από τη διαχωριστική γραμμή με τα Κατεχόμενα. Η φυγάδευσή τους με το πλοίο «Οινούσαι» από τη Λεμεσό προς τον Πειραιά κρίθηκε μονόδρομος, καθώς ουδείς μπορούσε να εξασφαλίσει ότι εν μέσω της αναταραχής δεν θα έπεφταν θύματα μιας αεροπορικής επιδρομής ή λεηλασίας από επίγειες δυνάμεις.
Ακριβώς μισό αιώνα μετά η ιστορία της δραματικής εκείνης διάσωσης και του ξενιτεμού τους για τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα θα ζωντανέψει από σήμερα έως και το Σάββατο 20 Ιουλίου μέσα από τις θεματικές περιηγήσεις που οργανώνουν οι αρχαιολόγοι του Τμήματος Συλλογών Προϊστορικών, Αιγυπτιακών, Κυπριακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων του ΕΑΜ. Με αφετηρία μια περιήγηση γνωριμίας στη συλλογή Κυπριακών Αρχαιοτήτων του μουσείου – που αριθμεί περίπου 850 έργα, τα οποία αντιπροσωπεύουν την κυπριακή ιστορία και τέχνη από το 2500 π.Χ. έως τον 4ο αι. μ.Χ. – στον πρώτο όροφο, οι επισκέπτες θα ταξιδέψουν όχι μόνο στο πλούσιο αρχαιολογικό παρελθόν της νήσου της Αφροδίτης αλλά και στα γεγονότα που συνέβησαν μόλις πριν από 50 χρόνια.
165 χρόνια ιστορίας
Τι συνέβη λοιπόν μετά την άφιξη των κιβωτίων; Οχι μόνο βρήκαν ασφαλή και φιλόξενη στέγη στο κτίριο της οδού Πατησίων, αλλά και συνέθεσαν την πρώτη έκθεση κυπριακών αρχαιοτήτων στις αίθουσες του μουσείου, καθώς η κυπριακή συλλογή του ΕΑΜ, αν και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970 διέθετε πολλά και σημαντικά αντικείμενα, δεν είχε παρουσιαστεί στο ευρύ κοινό.
Τα αρχαία παρέλαβε ο διευθυντής του ΕΑΜ, Νικόλαος Γιαλούρης. Σε συνεργασία με την αρχαιολογική υπηρεσία του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού, το υπουργείο Μεταφορών και Δημοσίων Εργων της Κύπρου και το τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου υπό τη διεύθυνση του Βάσου Καραγιώργη (γενικού διευθυντή αρχαιοτήτων Κύπρου και εκ των κορυφαίων μελετητών της κυπριακής αρχαιολογίας), διοργάνωσαν τον Απρίλιο του 1975 περιοδική έκθεση υπό τον τίτλο «Αρχαία Κυπριακή Τέχνη». Τα στοιχεία παραθέτουν η επίκουρη καθηγήτρια μουσειακής αγωγής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, Δέσποινα Καλεσόπουλου και η δρ. προϊστορικής αρχαιολογίας, Ελένη Κωνσταντινίδη-Συβρίδη, στο άρθρο τους: «Η Κυπριακή Συλλογή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου: 165 χρόνια ιστορίας», και η αρχαιολογική λειτουργός του τμήματος αρχαιοτήτων Κύπρου, Ευθυμία Αλφα στο άρθρο της «Θέματα εξαγωγής αρχαιοτήτων από την ίδρυση του τμήματος αρχαιοτήτων Κύπρου (1935) μέχρι σήμερα», τα οποία περιλαμβάνονται στον συλλογικό τόμο «Κυπριακές αρχαιότητες στην Ελλάδα, ιστορικό και νομοθετικό πλαίσιο» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κύπρου με τη στήριξη του Ιδρύματος Α.Γ. Λεβέντη) σε επιμέλεια των δρων Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Αννας Λέκκα και Σοφίας Αντωνιάδου. Οι 195 αρχαιότητες του Κυπριακού Μουσείου πλαισιωμένες με 90 από τις συλλογές του ΕΑΜ συνέθεσαν την έκθεση που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο της «Εβδομάδας της Κύπρου» και συνοδευόταν από δίγλωσσο κατάλογο (ελληνικά – αγγλικά).
«Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι ότι εκείνη η έκθεση πραγματοποιήθηκε στις αίθουσες 12 έως 15, εκεί που φιλοξενούνταν το Νομισματικό Μουσείο, στον πρώτο όροφο του κτιρίου, προς τη συμβολή των οδών Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα. Από το 2009 μία από τις ίδιες αυτές αίθουσες στεγάζει τη μόνιμη παρουσίαση της κυπριακής συλλογής του ΕΑΜ» ανέφερε κατά τη συζήτηση που ακολούθησε την παρουσίαση του τόμου, στο Σπίτι της Κύπρου, ο αρχαιολόγος Κώστας Πασχαλίδης. Και ο διευθυντής του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, Νίκος Παπαδημητρίου, προσέθετε: «Εκείνη η έκθεση αποτέλεσε μια πολύ σημαντική κίνηση. Λειτούργησε ως αγκαλιά μπροστά στην καταστροφή που υπέστη η μόλις 15 ετών τότε Κυπριακή Δημοκρατία».
Η σχετικά πρόσφατη ιστορία, λοιπόν, αναμένεται να αναδυθεί μαζί με εκείνη των 180 έργων της μόνιμης έκθεσης μέσα από την οποία αναδεικνύονται ποικίλες πτυχές, όπως η κυπριακή θρησκεία, η τέχνη και το εμπόριο, ενώ παράλληλα τεκμηριώνεται ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του κυπριακού πολιτισμού.
Και μπορεί τελικά οι αρχαιότητες του Κυπριακού Μουσείου να ξέφυγαν τον κίνδυνο με τη φυγάδευσή τους στην Αθήνα, δεν είχαν όμως την ίδια τύχη μερικές από τις νεραντζιές της οδού Μπουμπουλίνας, στην πίσω πλευρά του ΕΑΜ. Κόπηκαν, για να ανοιχθούν ορύγματα, ώστε να γίνει κατάκρυψη των θησαυρών του μουσείου – ανάλογη εκείνης που είχε γίνει κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – σε περίπτωση που η σύρραξη γενικευόταν. Το περιεχόμενο του σχετικού εμπιστευτικού πρωτοκόλλου, τη θέση των ορυγμάτων – που σήμερα πλέον έχουν μπαζωθεί – και την άγνωστη αυτή παράμετρο της Ιστορίας αποκάλυψε πρόσφατα – σε ξενάγηση στο πλαίσιο του προγράμματος Τhis is Athens – o Κώστας Πασχαλίδης.