«Δεν θα αποφασίσω μόνος για τον ή την Πρόεδρο της Δημοκρατίας», όμως το πρόσωπο αυτό «πρέπει να έχει ευρύτερη αποδοχή», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπονοώντας για πρώτη φορά ότι μπορεί να μην προτείνει ξανά την Κατερίνα Σακελλαροπούλου και καταδεικνύοντας ότι έχει περιέλθει σε δύσκολη θέση από τις εντάσεις στη γαλάζια παράταξη.
Ο πρωθυπουργός κατά τη συνέντευξή του στον Σκάι, απάντησε με αυτό τον τρόπο, σε ερώτηση αν οι εσωκομματικές τριβές στη ΝΔ, θα τον επηρεάσουν στο θέμα του προσώπου που θα προτείνει για την προεδρία της Δημοκρατίας.
Ταυτόχρονα διατύπωσε την κάθετη άρνησή του να πει οτιδήποτε για το πρόσωπο που θα επιλέξει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ενώ ανέφερε ότι είναι πρόωρο να γίνονται συζητήσεις επί του θέματος, επειδή «είναι άκομψο για τον θεσμό».
«Δεν θέλω και δεν πρόκειται να ακούσω από κανέναν βουλευτή οποιαδήποτε άποψη για την Προεδρία της Δημοκρατίας διότι αφορά αμφισβήτηση του θεσμού, όχι του προσώπου, μέχρι που να ανοίξει η συζήτηση. Η συζήτηση θα ανοίξει συντεταγμένα τον Φεβρουάριο του 2025.
Και προφανώς και δεν κάθομαι εδώ σε αυτό το γραφείο να αποφασίζω μόνος μου, σέβομαι όμως απόλυτα και την συνταγματική επιταγή η οποία περιγράφει τον ή την Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως ένα πρόσωπο το οποίο πρέπει να έχει ευρύτερη αποδοχή. Και θα σταματήσω εδώ», είπε ο πρωθυπουργός.
«Να μην βλέπουμε Σαμαρά – Καραμανλή ως δίδυμο»
Νωρίτερα, ρωτήθηκε για τις τελευταίες κινήσεις και την κοινή εμφάνιση των κ.κ Σαμαρά και Καραμανλή και την κριτική τους απέναντι στην κυβέρνηση, και απάντησε ότι σέβεται και τιμά πρόσωπα που έκατσαν στην καρέκλα του πρωθυπουργού. «Έχουν τις απόψεις τους, δεν συμφωνώ με όλα, αλλά έχουν δικαίωμα να τις εκφράζουν. Δεν πρέπει να τους βλέπουμε ως δίδυμο. Η πολιτική της ΝΔ αυτή τη στιγμή εκφράζεται από εμένα και την κυβέρνηση που πήρε ισχυρή εντολή να ασκήσει συγκεκριμένη πολιτική», είπε ο πρωθυπουργός.
Ανέφερε, μάλιστα: «Έχω κερδίσει πέντε εθνικές εκλογές, έχουμε μάλλον ως Νέα Δημοκρατία. Δεν μου αρέσει ο πρώτος ενικός γιατί είναι πάντα μια συλλογική προσπάθεια. Έχουμε πάρει δύο φορές ποσοστά 40%. Δεν φανταζόταν κανείς ότι θα μπορούσε η Νέα Δημοκρατία να ξαναπάρει αυτά τα ποσοστά. Άρα, κάτι σωστό κάναμε ως προς το αποτέλεσμα».
Τι είπε για το ΠΑΣΟΚ
Ο κ. Μητσοτάκης ρωτήθηκε για τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ και αν στο πρόσωπο του νέου προέδρου που θα εκλεγεί θα βλέπει το νέο του αντίπαλο ή τον νέο πιθανό συγκυβερνήτη του και απάντησε:
«Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και έτσι θα αντιμετωπιστεί από την κυβέρνηση. Αυτό είναι και το θεμιτό. Έτσι λειτουργεί η δημοκρατία. Το ΠΑΣΟΚ είναι το τρίτο κόμμα, προχωρά σε μία διαδικασία εκλογής, ανοιχτή, δημοκρατική. Αυτό είναι καλό για τη δημοκρατία μας γενικά, να υπάρχουν ανοιχτές συμμετοχικές διαδικασίες.
Δεν θα υπάρχει καμία παρέμβαση, ούτε από μένα ούτε από στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Έχω απαγορεύσει δια ροπάλου στα στελέχη μας να εκφράσουν οποιαδήποτε άποψη-προτίμηση για το τι γίνεται σε ένα άλλο κόμμα, θα ήταν εξάλλου πολύ άκομψο να το κάνουμε. Αλλά θέλω να επαναλάβω ότι η Νέα Δημοκρατία κυβερνά αυτοδύναμα και πιστεύω στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις».
Ο κ. Μητσοτάκης τήρησε την τακτική αυστηρής ουδετερότητας και όταν ρωτήθηκε για την Άννα Διαμαντοπούλου, η οποία ανακοίνωσε χθες την υποψηφιότητά της για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ: «No comment, που θα έλεγαν και οι Αγγλοσάξονες. Κανένα σχόλιο» είπε.
Εκλογικός νόμος
Σε ό, τι αφορά τον εκλογικό νόμο και τα σενάρια περί αλλαγής του, ο κ. Μητσοτάκης απάντησε: «Ο εκλογικός νόμος είναι αυτός που είναι. Πιστεύω στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις, αλλά αυτός είναι ο εκλογικός νόμος» και ξεκαθάρισε ότι οι εκλογές θα γίνουν το 2027.
Μάλιστα, σημείωσε ότι το πρώτο κόμμα για να έχει αυτοδυναμία «μπορεί να χρειάζεται και 36%, μπορεί να χρειάζεται και 40%, ανάλογα με το πόσα κόμματα είναι στη Βουλή». Υπενθύμισε τις πιέσεις που δεχόταν πριν από τις εκλογές για αλλαγή του εκλογικού νόμου και επανέλαβε:
«Έχουμε εκλογές σε τρία χρόνια. Οι κανόνες είναι αυτοί. Όταν πολλοί αμφισβητούσαν τη δυνατότητά μας να είμαστε αυτοδύναμοι, εγώ επέμενα και τελικά το στόχο μας τον πετύχαμε. Αλλά δεν με απασχολούν οι εκλογές, οι εκλογές θα γίνουν το 2027. Νομίζω ότι όσο μιλάμε για το ζήτημα αυτό τόσο δίνουμε την εντύπωση στους πολίτες ότι μας ενδιαφέρουν οι τακτικισμοί και η διαιώνιση της θητείας μας και όχι τα πραγματικά προβλήματα».