Νέο λογισμικό παρακολουθήσεων σχεδιάζει να αποκτήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση, για χρήση από την ΕΥΠ και την ΕΛ.ΑΣ. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες, ετοιμάζεται από την ΕΛ.ΑΣ. ένα προεδρικό διάταγμα με θέμα τον «καθορισμό προϋποθέσεων σύναψης συμβάσεων για την προμήθεια λογισμικών ή συσκευών παρακολούθησης» για την ΕΥΠ, την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και τη Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών της ΕΛ.ΑΣ.
Το προεδρικό διάταγμα έχει επεξεργαστεί νομοθετικά το Μέγαρο Μαξίμου, ενεργοποιώντας τον νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση το 2022 για τη διακίνηση κατασκοπευτικών λογισμικών «spyware», με βάση τον οποίο ζητήθηκαν εισηγήσεις από τις αρμόδιες υπηρεσίες των υπουργείων Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Αμυνας, Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Πιο συγκεκριμένα, το προεδρικό διάταγμα αφορά την προμήθεια λογισμικού που θα είναι ειδικά σχεδιασμένο ή τροποποιημένο για να αποφεύγει τον εντοπισμό του και να ξεπερνάει τα «προστατευτικά αντίμετρα» ενός υπολογιστή, κινητού τηλεφώνου ή οποιασδήποτε συσκευής που συνδέεται σε δίκτυο. Που δεν θα χρειάζεται καν, δηλαδή, την αποστολή κάποιου SMS ή ηλεκτρονικού μηνύματος για να «μολύνει» μια συσκευή. Και να μπορεί όχι απλώς να την παρακολουθεί πλήρως αλλά και να την ελέγχει από μακριά (να ενεργοποιεί, π.χ., την κάμερά της).
Πιο μπροστά από το Predator
Οπως θα υποψιαστήκατε ήδη από την παραπάνω περιγραφή, μιλάμε για κάποιο υπερσύγχρονο εργαλείο, δηλαδή ακόμη πιο προηγμένο και από τα γνωστά spyware (π.χ. Predator, Pegasus), το οποίο προορίζεται, σύμφωνα με τις πληροφορίες, για να αντικαταστήσει το σύστημα επισυνδέσεων που χρησιμοποιείται σήμερα από την ΕΥΠ. Θυμίζω πως ούτε η προμήθεια ούτε και η χρήση τέτοιων συστημάτων παρακολούθησης δημοσιοποιείται και η αγορά τους πραγματοποιείται με απόρρητα κονδύλια. Διά ευνόητους λόγους. Οπότε το εν λόγω προεδρικό διάταγμα αποτελεί, επί της ουσίας, μια απλή «πρόγευση». Εχει ενδιαφέρον μάλιστα πως το ΠΔ προβλέπει ρητώς ότι η αρμόδια κατά το Σύνταγμα ανεξάρτητη Αρχή, η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), θα ενημερωθεί για το ποιο λογισμικό προμηθεύτηκαν η ΕΛ.ΑΣ. και η ΕΥΠ μετά την ολοκλήρωση της προμήθειας. Συνεπώς δεν θα έχει κάποιον λόγο, ουσιαστικά, για το αν πρόκειται για ένα εργαλείο με τεχνικές δικλίδες ασφαλείας για τυχόν μελλοντικό έλεγχο της νομιμότητας κάποιας παρακολούθησης. Τέτοια συστήματα αναπτύσσονται άλλωστε για χρήση και από ξένες υπηρεσίες, αλλά ο «διάολος», ως γνωστόν, κρύβεται πάντοτε στις τεχνικές λεπτομέρειες και στη νομοθέτηση αυστηρών προϋποθέσεων για να είναι νόμιμη η χρήση τους και να «στέκεται» στα δικαστήρια.
Στα «τυφλά» η ΑΔΑΕ
Αφού όμως ανέφερα την ΑΔΑΕ, να σας πω και κάτι ακόμη: από ό,τι μαθαίνω, η ανεξάρτητη Αρχή τυπικά ούτε σήμερα έχει ενημερωθεί αρμοδίως για το ποια λογισμικά και συσκευές μπορεί να χρησιμοποιούνται από την ΕΥΠ για τις παρακολουθήσεις προσώπων. Ο νόμος της σημερινής κυβέρνησης (Ν. 5002/2022) προέβλεπε ρητώς ότι λογισμικά ή συσκευές παρακολούθησης πρέπει να καταγράφονται σε κατάλογο που συντάσσει η Ολομέλεια της ΑΔΑΕ έπειτα από εισήγηση της Επιτροπής Συντονισμού για θέματα κυβερνοασφάλειας και ο κατάλογος αυτός να επικαιροποιείται το αργότερο κάθε έξι μήνες. Παρότι όμως ο νόμος αυτός ψηφίστηκε πριν από σχεδόν 20 μήνες, η πρόβλεψη αυτή δεν εφαρμόστηκε ποτέ, αν και ζητήθηκε από την ΑΔΑΕ να της γίνει η σχετική ενημέρωση, γραπτώς και αρμοδίως…
Ανακάλεσε τη μήνυση κατά Αυγενάκη
Επισήμως λήξαν θεωρείται το (γνωστό) επεισόδιο μεταξύ του Λευτέρη Αυγενάκη και του υπαλλήλου του αεροδρομίου που οδήγησε στη διαγραφή του πρώην υπουργού από τα όργανα της ΝΔ. Ο Παναγιώτης Βαζούρας, ο υπάλληλος του αεροδρομίου (που έκανε ο ίδιος με δήλωσή του γνωστή την ταυτότητά του) ανακάλεσε, τελικά, τη μήνυση που είχε υποβάλει εναντίον του Αυγενάκη για τον έντονο διαπληκτισμό τους. Συγκεκριμένα, οι δικηγόροι του κατέθεσαν την εξουσιοδότηση ανάκλησης της μήνυσης την Παρασκευή 12 Ιουλίου στο Αστυνομικό Τμήμα, οπότε μένει, τυπικά, να παραδοθεί στα χέρια του αρμόδιου εισαγγελέα. Ο υπάλληλος στο αεροδρόμιο χαρακτήρισε μάλιστα το επεισόδιο «ατυχές περιστατικό» πάνω στην «ένταση της στιγμής», κάτι είναι «σύνηθες» για τους εργαζομένους στο αεροδρόμιο που «πήρε τεράστιες διαστάσεις από τα ΜΜΕ με πολλές ανακρίβειες και υπερβολές». Κατέληξε δε πως «μετά και την ειλικρινή συγγνώμη» που είχε εκφράσει δημοσίως ο Αυγενάκης «το συμβάν έχει λήξει και δεν τίθεται κανένα μεταξύ μας ζήτημα».