Έχοντας αιφνιδιάσει ακόμα και τους στενούς του συνεργάτες, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, με την απόφασή του να αποχωρήσει από την κούρσα για το προεδρικό αξίωμα, ωθεί το Δημοκρατικό Κόμμα σε αχαρτογράφητα νερά, ενόψει του εθνικού συνεδρίου.

Η βαρυσήμαντη απόφαση του Μπάιντεν να εγκαταλείψει την προεκλογική εκστρατεία, έρχεται μετά από μια εβδομαδιαία ασφυκτικών πιέσεων από κορυφαίους Δημοκρατικούς και μεγάλους χορηγούς του κόμματος, καθώς και από πληθώρα δημοσκοπήσεων που δείχνουν ότι πολλοί Δημοκρατικοί ψηφοφόροι δεν ήθελαν να παραμείνει υποψήφιος.

Σύμφωνα με έρευνα της AP-Norc Center for Public Affairs Research, το 2/3 των Δημοκρατικών προτιμά να ρισκάρει με το άγνωστο παρά να σταθούν πίσω από τον Μπάιντεν.

Ταυτόχρονα, περισσότερα από 30 Δημοκρατικά μέλη του Κογκρέσου είχαν καλέσει τον Μπάιντεν να παραιτηθεί, ωστόσο, ακόμα και την Παρασκευή 19 Ιουλίου, οι συνεργάτες του επέμεναν ότι θα παραμείνει στον αγώνα.

Είχε προηγηθεί η καταστροφική του επίδοση στο ντιμπέιτ απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ τον Ιούνιο, ο οποίος είδε την δημόσια εικόνα του και τα ποσοστά του να ενισχύονται ακόμα περισσότερο, μετά την αποτυχημένη δολοφονική απόπειρα εναντίον του.

Πρόκειται για δύο κομβικά σημεία στην προεκλογική εκστρατεία που έβλαψαν σοβαρά την εικόνα του 81χρονου υποψήφιου των Δημοκρατικών.

Έτσι, ο πρόεδρος, που κάποτε είχε πείσει το 95% των αντιπροσώπων του Δημοκρατικού Κόμματος να τον στηρίξει, τελικά οδηγήθηκε στην απόφαση να «κρεμάσει τα γάντια».

Η διαδικασία που ακολουθεί

Ωστόσο, ο Μπάιντεν δεν μπορεί απλώς να μεταφέρει την υποψηφιότητά του στην αντιπρόεδρό του, Κάμαλα Χάρις, ωσάν να της δίνει δαχτυλίδι.

Τώρα που αποχώρησε από την κούρσα, οι 3.937 Δημοκρατικοί εκπρόσωποι που επιλέχθηκαν για το συνέδριο είναι ουσιαστικά ελεύθεροι να επιλέξουν όποιον θέλουν και όχι αναγκαστικά τη Χάρις.

Με τον χρόνο να πιέζει σε βαθμό που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία του κόμματος, η διαδικασία των Δημοκρατικών για την οριστικοποίηση του υποψηφίου τους θα είναι εσπευσμένη, μη δοκιμασμένη και γεμάτη με βαθιά αβεβαιότητα, ενώ φόβοι εσωτερικής κομματικής αναταραχής.

Οι τέσσερις μνηστήρες

Ορισμένοι Δημοκρατικοί έχουν υποστηρίξει ότι η Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις είναι αυτή που πρέπει να τον διαδεχτεί, αλλά η διαδικασία θα περάσει από τους 4.000 περίπου αντιπροσώπους, δίχως να είναι γνωστό ακόμα πως θα ψηφίσουν στο Δημοκρατικό Εθνικό Συνέδριο που ξεκινάει στις 19 Αυγούστου.

Άλλοι, μάλιστα, έχουν προτείνει έναν ανοιχτό διαγωνισμό ακόμα και πριν το συνέδριο.

Οι Δημοκρατικοί έχουν περάσει εβδομάδες κάνοντας εικασίες για πιθανούς υποψηφίους. Στην κορυφή αυτής της λίστας βρίσκεται η Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, η θέση της οποίας στο πλευρό του Μπάιντεν την καθιστά προφανή πρώτη επιλογή για να διαδεχθεί τον πρόεδρο.

Ωστόσο, παρά το συγκεκριμένο πλεονέκτημά της, υπάρχουν άλλοι τρεις σοβαροί μνηστήρες για το προεδρικό χρίσμα:

Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν, ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, η κυβερνήτης του Μίσιγκαν Γκρέτσεν Γουίτμερ και ο κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζέι Μπρίτζκερ, ο κυβερνήτης της Πανσυλβάνια Τζος Σαπίρο.

Σημειώνεται ότι η 50χρονη Χάρις απολαμβάνει ήδη της στήριξης του Τζο Μπάιντεν, του πρώην προέδρου Μπιλ Κλίντον και της πρώην υπουργού Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον αλλά και του Μπαράκ Ομπάμα.

Η σκυτάλη της διαδοχής φαίνεται να είναι ήδη στα χέρια της.

Η Χάρις, επίσης, έχει το μεγαλύτερο εθνικό προφίλ από οποιονδήποτε Δημοκρατικό υποψήφιο και οι εκπρόσωποι μπορεί να τη θεωρήσουν ως την ασφαλέστερη επιλογή με μόλις τέσσερις μήνες να απομένουν πριν από την ημέρα των εκλογών.

Μπορεί επίσης να διατηρήσει τις δωρεές των δεκάδων εκατομμυρίων δολαρίων που κατέχει η κοινή επιτροπή εκστρατείας Μπάιντεν-Χάρις, εάν επιλεγεί ως υποψήφια.

Ειδικοί στη συγκέντρωση χρημάτων για την καμπάνια, λένε επίσης ότι η Χάρις θα είχε το πιο ξεκάθαρο νομικό επιχείρημα για να διατηρήσει τη συγκέντρωση χρημάτων της εκστρατείας Μπάιντεν, ενώ ένας άλλος υποψήφιος μπορεί να χάσει αυτά τα χρήματα.

Πάντως, το σίγουρο είναι ότι αυτός που θα κερδίσει, θα έχει μπροστά του ένα τιτάνιο έργο: να συστηθεί στους ψηφοφόρους, να δημιουργήσει ένα πειστικό μήνυμα για την προεκλογική εκστρατεία και να νικήσει τον Τραμπ μέσα σε δυόμισι μήνες.