Μια ad hoc συμφωνία για την εκλογή προέδρου της Εθνοσυνέλευσης στη Γαλλία ανοίγει την πόρτα στον Εμανουέλ Μακρόν να διαδραματίσει μεγαλύτερο από τον αναμενόμενο ρόλο στον σχηματισμό κυβέρνησης, έστω κι αν ακόμη και οι νέες ισορροπίες υποδεικνύουν μια μάλλον στενή ατραπό μακριά από το αδιέξοδο. Το βαθύτατα κατακερματισμένο κοινοβούλιο και η αδυναμία των αριστερών κομμάτων να καταλήξουν σε ένα κοινής αποδοχής πρόσωπο για την πρωθυπουργία διαμορφώνουν περιβάλλον πολιτικής κρίσης λίγες μέρες προτού η χώρα υποδεχθεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Εκεί που κανένα φως δεν διαφαινόταν στον ορίζοντα και στην κόψη του ξυραφιού μιας κρίσιμης ψηφοφορίας στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, που θεωρείτο και το πρώτο κρας τεστ για να μετρήσουν οι συμμαχίες το όριο θραύσης τους και να αναδειχθούν οι πολιτικές αποχρώσεις της δυναμικής σχηματισμού μιας κυβέρνησης συνασπισμού, το κόμμα του γάλλου προέδρου συνήψε συμφωνία με τους δεξιούς βουλευτές για την επανεκλογή της Γιαέλ Μπρον-Πιβέ στο τέταρτο υψηλότερο αξίωμα στη χώρα. Συνδυάζοντας τις δυνάμεις τους, κεντρώοι και Κεντροδεξιά πέρασαν το κρίσιμο τεστ, καταφέρνοντας μάλιστα ένα δυνατό πλήγμα στους αριστερούς αντιπάλους τους.
Με δεδομένο ότι στη σύγχρονη ιστορία της Γαλλίας ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης ήταν πάντα στο ίδιο στρατόπεδο με τον πρωθυπουργό, δεν φαίνεται αδικαιολόγητη η αισιοδοξία των μακρονιστών πως ο επόμενος επικεφαλής της κυβέρνησης θα είναι από το στρατόπεδό τους.
Η δραματική ψηφοφορία της Πέμπτης ήρθε μόλις 11 ημέρες αφότου το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP), μια ευρεία συμμαχία αριστερών κομμάτων, εξασφάλισε αιφνιδιαστική νίκη στις πρόωρες εκλογές του καλοκαιριού, κερδίζοντας τις περισσότερες έδρες αλλά χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία. Το ασαφές αποτέλεσμα των εκλογών ώθησε τη γαλλική πολιτική σε αναταραχή, απειλώντας τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ με μήνες ή και χρόνια πολιτικής παράλυσης.
Παρά την επιτυχία τους εν τη ενώσει, ωστόσο, οι συντηρητικοί ενδέχεται να μη συνεχίσουν τη συνεργασία τους και να επιχειρήσουν μια βήμα βήμα προσέγγιση σε επίπεδο θέσεων στην Εθνοσυνέλευση και όχι τόσο να προχωρήσουν σε μια συζήτηση για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Την ίδια ώρα το NFP, όπου οι εσωκομματικές διαμάχες έχουν εμποδίσει μέχρι τώρα τη συσπείρωση πίσω από έναν κοινής αποδοχής υποψήφιο πρωθυπουργό, εκτιμάται ότι μπορεί ακόμη και να απειληθεί με κατάρρευση.
«Δεν έχουμε άλλη επιλογή. Πρέπει να συνεννοηθούμε, πρέπει να συνεργαστούμε, πρέπει να συμβιβαστούμε, πρέπει να κάνουμε διάλογο, πρέπει να ακούσουμε και να προχωρήσουμε», είπε η Μπρον-Πιβέ στην ομιλία μετά τη νίκη της στέλνοντας ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες.
Το πιθανότερο είναι πάντως πως σιγά σιγά η Γαλλία στρέφει το βλέμμα προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες της αφήνοντας ίσως για λίγο στην άκρη τις πολιτικές ακροβασίες. Μέσα στην εβδομάδα που κλείνει, ο πρόεδρος Μακρόν έκανε δεκτή και επισήμως την παραίτηση του πρωθυπουργού Γκαμπριέλ Ατάλ που θα παραμείνει ωστόσο στη θέση του μέχρι να βρεθεί αντικαταστάτης του. Αναλυτές επισημαίνουν πως έτσι εξασφαλίστηκε από τη μια πως εις βάρος μιας κυβέρνησης υπ’ ατμόν δεν μπορεί να υποβληθεί πρόταση μομφής ενόσω παραμένει εν λειτουργία, από την άλλη οι 17 υπουργοί της που έχουν εκλεγεί και βουλευτές, λόγω του προσωρινού χαρακτήρα της κυβέρνησης, δεν υποχρεούνται να παραδώσουν τη βουλευτική τους έδρα και συνεπώς μπόρεσαν να πάρουν μέρος στη διαδικασία εκλογής προέδρου της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης.
Η υπηρεσιακή κυβέρνηση θα χειρίζεται τις τρέχουσες υποθέσεις στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, αλλά δεν θα μπορεί να φέρει νέους νόμους στο κοινοβούλιο ή να προχωρήσει σε σημαντικές αλλαγές. Ουσιαστικά θα εστιάσει στη διασφάλιση ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες που ξεκινούν στις 26 Ιουλίου θα διεξαχθούν ομαλά.
Οπως φάνηκε και από την εκλογή προέδρου της Εθνοσυνέλευσης, γέφυρες χτίζονται κατά περίπτωση, που όμως δεν αντανακλούν ουσιαστικές συμμαχίες. Ο πρόεδρος Μακρόν κάλεσε τα ηγετικά στελέχη της παράταξής του να εργαστούν στην κατεύθυνση μιας ευρείας διακομματικής συνεργασίας που θα επέτρεπε στη Γαλλία να αποκτήσει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση. Στην πράξη, η οικοδόμηση συνεργασιών στη βάση διακομματικών συμβιβασμών αποδεικνύεται δύσκολη άσκηση στη γαλλική πολιτική.