Τι μας περιμένει από εδώ και πέρα; Με τον υδράργυρο να χτυπάει κόκκινο και τη θερμική δυσφορία στα ύψη, πολλοί είναι αυτοί που αναρωτιούνται πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τον διευθυντή Ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ), καθηγητή Νίκο Μιχαλόπουλο, για την Ελλάδα, τα κλιματικά μοντέλα του ΕΑΑ και της πρωτοβουλίας CIIMPACT για ένα «μέσο» σενάριο προβλέπουν αύξηση της θερμοκρασίας από 3,5 έως 4 βαθμούς Κελσίου, το αργότερο μέχρι το 2070, με μείωση της βροχόπτωσης κατά περίπου 30% έως τα τέλη του αιώνα.
Ωστόσο, υπάρχει και το «χειρότερο» σενάριο, σύμφωνα με το οποίο η αύξηση της θερμοκρασίας μπορεί να φθάσει ή και να ξεπεράσει έως και τους 5 βαθμούς! Σημειώνεται ότι αυτή τη στιγμή η μέση θερμοκρασία στην Αθήνα έχει αυξηθεί σχεδόν κατά 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Ολο και περισσότερα κύματα καύσωνα
«Τα κύματα καύσωνα από εδώ και πέρα ολοένα και θα αυξάνονται εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, η οποία επηρεάζει όλες τις χώρες του πλανήτη», υποστηρίζει ο Νίκος Μιχαλόπουλος.
Και η περιοχή μας, η Ανατολή Μεσόγειος, όπως εξηγεί, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην κλιματική αλλαγή, μιας και οι μετρήσεις, τόσο στη θάλασσα όσο και στην ατμόσφαιρα, δείχνουν να θερμαίνεται σχεδόν 2 φορές γρηγορότερα από την παγκόσμια μέση αύξηση της θερμοκρασίας.
Αύξηση των ασθενειών
Στην πράξη, κατά τους ειδικούς, ο συνδυασμός της αύξησης της θερμοκρασίας και της μείωσης των βροχοπτώσεων αναμένεται να προκαλέσει αύξηση των ασθενειών, μεταβολή της περιόδου των καλλιεργειών, έντονη ξηρασία (ιδίως σε νότια, ανατολικά, ηπειρωτικά και Κρήτη) αλλά και αύξηση των δασικών πυρκαγιών καθώς και διάβρωση των ακτών.
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Νίκο Μιχαλόπουλο, προβλέπεται η αύξηση της θερμικής δυσφορίας έως και 20 ημέρες έως το 2050. Την ίδια ώρα, όλες οι πεδινές/ηπειρωτικές περιοχές της Ανατολικής Ελλάδας θα παρουσιάσουν αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς, έως και 40 επιπλέον ημέρες τον χρόνο κατά την περίοδο 2071-2100.
Τροπικές νύχτες και μέρες
Οι προσημειώσεις για το μέλλον (1970-2100) υποδεικνύουν μετατόπιση νωρίτερα μέσα στον χρόνο της εμφάνισης τροπικών βραδιών (ελάχιστη θερμοκρασία πάνω από 20 βαθμούς) και τροπικών ημερών (αύξηση της μεγίστης θερμοκρασίας πάνω από 30 βαθμούς), αλλά και των θερμών ημερών (θερμοκρασία πάνω από 35 βαθμούς).
Σε ό,τι αφορά την Αθήνα, σύμφωνα με μελέτη του ΕΑΑ, η απόλυτη συχνότητα των υπερβάσεων οι οποίες εκδηλώνουν «ζέστη – εξαιρετική προσοχή» και «μεγάλη δυσφορία» πρόκειται να αυξηθεί πάνω από 150% στο μέλλον.
Τι θα συμβεί
Η εικόνα έχει ως εξής: στην Αθήνα για τις περιόδους 2021-2050 και 2071-2100 προβλέπεται μια σημαντική αύξηση της θερμής επιβάρυνσης για τον πληθυσμό σε σχέση με το παρόν κλίμα.
Ειδικότερα, ο αριθμός των ημερών με θερμή επιβάρυνση διαμορφώνεται περίπου στις 40 ημέρες στο παρόν κλίμα, οι οποίες παρατηρούνται τους μήνες Ιούνιο μέχρι Αύγουστο. Ωστόσο, στο εγγύς μέλλον (2021-2050) ο αριθμός των ημερών με θερμική επιβάρυνση θα αυξηθεί κατά 50%.
Στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, ο αριθμός των ημερών με θερμή επιβάρυνση αναμένεται να αυξηθεί την τελευταία 10ετία του 21ου αιώνα (2091-2100) σε σχέση με την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα (1991-2000). Η παρατηρούμενη αύξηση αναμένεται να υπερβεί τις 30 ήμερες για τις περισσότερες περιοχές της Μεσογείου.
Συχνότερη η εμφάνιση
Κατά τους ειδικούς, από εδώ και πέρα θα είναι συχνότερη η εμφάνιση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Σύμφωνα μάλιστα με μελέτη του ΕΑΑ, εξαιτίας της εξελισσόμενης κλιματικής αλλαγής, η συχνότερη εμφάνιση επεισοδίων καύσωνα στο μέλλον αναμένεται να είναι μεγαλύτερη στις περιοχές της Νότιας Ευρώπης και της Μεσογείου.
Το κλίμα συνεχίζει να αλλάζει
Στο μεταξύ, το κλίμα έχει αλλάξει. Οπως αναφέρει ο Νίκος Μιχαλόπουλος, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι σήμερα, παρατηρείται μια ανοδική τάση της θερμοκρασίας που ξεπερνάει τον 1,5 βαθμό Κελσίου. Επιπλέον, έχει τριπλασιαστεί, κατά την ίδια χρονική περίοδο, η συχνότητα εμφάνισης επεισοδίων καύσωνα, η οποία έως το τέλος του αιώνα αναμένεται να δεκαπλασιαστεί!
Στην Αθήνα οι θερμές νύχτες
Οπως εξηγεί ο διευθυντής στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΑΑ, έχει υπολογιστεί πως στην Αθήνα οι θερμές νύχτες (με θερμοκρασίες άνω των 26 βαθμών Κελσίου) διαρκούν ολοένα και περισσότερο τα τελευταία 40 χρόνια, με ρυθμούς αύξησης που φθάνουν 10 και 17 ημέρες ανά δεκαετία.
Αύξηση της θερμοκρασίας
Κατά τους ειδικούς, εκτιμάται πως θα υπάρξει αύξηση της μέσης θερμοκρασίας στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας κατά περίπου 3,5 έως 3,8 βαθμούς Κελσίου κατά την περίοδο 2041-2070 σε σχέση με την περίοδο 1971-2000.
Αυτό, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στην Ολομέλεια του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή CLIMPACT. Η εκτίμηση βασίστηκε σε κλιματικές προσομοιώσεις με βάση τα νέα σενάρια της Διακυβερνητικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή.
Επίσης, όπως επισημάνθηκε, λαμβάνοντας υπόψη πως ήδη (2024) καταγράφεται αύξηση που ξεπερνάει τον 1,5 βαθμό Κελσίου, η περαιτέρω θερμική επιβάρυνση θα υπερβεί τους δύο βαθμούς Κελσίου.
Αντιστοίχως, όπως έγινε γνωστό, επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει την επίδραση της αύξησης της θερμοκρασίας και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη δημόσια υγεία, και ότι η ανάλυση του μικροβιώματος στον αέρα συνδέει αλλαγές στη συγκέντρωση και παρουσία διάφορων ομάδων μικροοργανισμών με μεταφορά σκόνης από τη Σαχάρα.
Μεγαλύτερη επίδραση στην ημερήσια θνησιμότητα
Ενας καύσωνας όμως δεν είναι μόνο πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Είναι και θερμοπληξία, είναι και θερμική εξάντληση, είναι και θάνατοι λόγω αναπνευστικών /καρδιακών προβλημάτων κ.ά.
Κατά τους ειδικούς, τα επεισόδια καύσωνα με μεγάλη διάρκεια εμφανίζουν μεγαλύτερη επίδραση στην ημερήσια θνησιμότητα, με τη διάρκεια να διαδραματίζει σημαντικότερο ρόλο από την ένταση. Οπως αποδείχθηκε, η επίπτωση των επεισοδίων με μεγάλη διάρκεια στην ημερήσια θνησιμότητα είναι κατά 1,5 έως και 3 φορές μεγαλύτερη απ’ ό,τι σε καύσωνες με μικρότερη.
Στην έκθεση «Περιβάλλον και Υγεία» του Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (την οποία υπογράφουν η καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κλέα Κατσουγιάννη και ο καθηγητής Νίκος Μιχαλόπουλος) αναφέρεται πως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος (Euro HEAT), και στο οποίο συμμετείχε και η Αθήνα, έχει αποδειχτεί αύξηση της ημερήσιας θνησιμότητας στη διάρκεια επεισοδίων καύσωνα κατά 54% τις ημέρες με υψηλά επίπεδα όζοντος σε σύγκριση με τις ημέρες με χαμηλά επίπεδα όζοντος, στην ηλικιακή ομάδα 75-84.
Επίσης, στις ημέρες καύσωνα με υψηλά επίπεδα αιωρούμενων σωματιδίων (PM10) η αύξηση είναι 36% και 106% στις ηλικιακές ομάδες 75-84 και 85+, αντίστοιχα, συγκριτικά με τις ημέρες καύσωνα με χαμηλή σωματιδιακή ρύπανση.
Κλιματική αλλαγή και επισιτιστική ασφάλεια
Οπως προαναφέρθηκε, το κλίμα άλλαξε και αλλάζει εξαιτίας της κλιματικής κρίσης. Η κλιματική κρίση ωστόσο δεν ευθύνεται μόνο για την αύξηση των καυσώνων και της θερμικής δυσφορίας αλλά απειλεί και την επισιτιστική ασφάλεια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων (!).
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται σε έρευνα με τίτλο «Κλιματική Αλλαγή και Επισιτιστική Κρίση» (την οποία υπογράφουν από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης η Αναστασία Πασχαλίδου και η Κυριακή Ψιστάκη και πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή CLIMPACT, από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης οι Δημήτριος Μελάς και Δάφνη Παρλιάρη και από το Πολυτεχνείο Κρήτης ο Μιχάλης Λαζαρίδης), σε ό,τι αφορά τη διαθεσιμότητα των τροφίμων υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η κλιματική αλλαγή και η μεταβλητότητα επηρεάζουν τη γεωργική παραγωγή (τρόφιμα και ζωοτροφές), τους λειμώνες, την υγεία και την παραγωγικότητα του ζωικού κεφαλαίου, καθώς και το εμπόριο των τροφίμων.
Οι καλλιέργειες που επηρεάζονται
Κατά τους συντάκτες της έκθεσης, η κλιματική αλλαγή και η μεταβλητότητα επηρεάζουν την απόδοση βασικών καλλιεργειών όπως το σιτάρι, το ρύζι, το καλαμπόκι και η σόγια, μέσω των μεταβαλλόμενων κλιματικών συνθηκών, αλλά και μέσω των μεταβολών στις συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα.
Σε γενικές γραμμές, η αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας οδηγεί σε μείωση της απόδοσης των καλλιεργειών στις περιοχές του Νότου, ενώ η αύξηση της συχνότητας και της έντασης των ακραίων βροχοπτώσεων οδηγεί σε διάβρωση του εδάφους. Παράλληλα, οι ακραίες θερμοκρασίες καταπονούν πολλές καλλιέργειες οι οποίες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες αμέσως πριν ή κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας.
Οπως αναφέρεται στην έρευνα, η χρήση της τροφής συνδέεται άμεσα με την πρόσβαση σε αυτήν και καθορίζει την ποιότητα και τη διατροφική αξία των τροφίμων που λαμβάνουν τα άτομα. Σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, είναι δυνατόν να υποβαθμίζεται η ποιότητα της τροφής και του νερού, εγκυμονώντας κινδύνους για τους τοπικούς πληθυσμούς όπως π.χ. διασπορά μολυσματικών νοσημάτων, κακές συνθήκες υγιεινής, λήψη ακατάλληλου νερού κ.ά.