«Η παρουσία του καταξιωμένου σκηνοθέτη κ. Σμαραγδή αποτελεί σπουδαίο γεγονός για το Συνέδριο στην Αγκυρα», έλεγε η επιστολή πρόσκλησης προς τον γνωστό σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή προκειμένου να παραστεί στο 7ο Διεθνές Συμπόσιο Κινηματογράφου και Φιλοσοφίας (7th International Cinema and Philosophy Symposium) που θα πραγματοποιηθεί το διήμερο 7-8 Δεκεμβρίου στο CerModern Conference Hall της τουρκικής πρωτεύουσας. Η πρόταση ήταν κάτι παραπάνω από δελεαστική: βασικοί ομιλητές στο Συμπόσιο θα είναι ο καθηγητής Μάικ Γουέιν, συγγραφέας βιβλίων όπως (στα ελληνικά) «Πολιτική Ταινία: Η Διαλεκτική του Τρίτου Κινηματογράφου», «Κατανόηση του Κινηματογράφου», «Μαρξισμός και Σπουδές ΜΜΕ» και «Καπιταλισμός για αρχάριους», η δρ Κιάρα Κουαράντα, ειδική στο θέμα φιλοσοφία – κινηματογράφος, ηθική και αισθητική, μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Film-Philosophy», καθώς και ο δρ Κριστομπάλ Εσκομπάρ, του οποίου η έρευνα επικεντρώνεται στη φιλοσοφία του κινηματογράφου. Επίσης, ο γερμανός κινηματογραφικός auteur Κρίστιαν Πέτσολντ, σκηνοθέτης ταινιών όπως «Barbara», «Phoenix», «Transit», «Undine» και «Afire», και ο τούρκος συνάδελφός του Σεμίχ Καπλάνογλου («Αβγό», «Γάλα», «Μέλι») θα λάβουν μέρος στο συμπόσιο ως σκηνοθέτες.
Στην ευγενική απάντησή του, ο Γιάννης Σμαραγδής δήλωσε ότι η πρόσκληση τον τιμά και τον ευχαριστεί αλλά και ότι αρνείται να συμμετάσχει με την αιτιολογία ότι εκείνη την περίοδο θα είναι πολύ φορτωμένος με τα γυρίσματα της επόμενης ταινίας του, «Καποδίστριας», πάνω στην οποία εργάζεται επί σειρά ετών.
Δεν γνώριζα αυτό το περιστατικό. Το έμαθα προσφάτως, και μάλιστα λίγο πριν η Δέσποινα Βανδή αποφασίσει να ακυρώσει τη συναυλία της στο Τσεσμέ, Τετάρτη 17 Ιουλίου, κάτι που έγινε λίγο πριν ανέβει στη σκηνή όπου αντίκρισε την τουρκική σημαία και την αφίσα του Κεμάλ Ατατούρκ. Απόφαση γενναία καθώς όλη η Τουρκία «έπεσε» πάνω στην τραγουδίστρια, κάτι φυσικά προτιμότερο από το να «πέσει» πάνω σου όλη η πατρίδα σου.
Η κρούση προς τον Γιάννη Σμαραγδή από το 7th International Cinema and Philosophy Symposium και η άρνησή του έγιναν πολύ πριν από το επεισόδιο της κυρίας Βανδή, όμως ο σκηνοθέτης που είναι γνωστός για την ταπεινότητα και σεμνότητά του δεν το είπε σε κανέναν ούτε επέτρεψε να διαρρεύσει στον Τύπο.
Το είπε σε μένα, λόγω της φιλικής μας σχέσης, και δεν εισχώρησε σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Φυσικά, η απόφασή του να μη συμμετάσχει στο Συμπόσιο ήταν σοφή και γνωρίζοντας τον άνθρωπο μπορώ να πω ότι υπήρξε επίσης ένας εξαιρετικός ελιγμός του Σμαραγδή ώστε να αποφύγει μια (ενδεχομένως) καλά στημένη παγίδα.
Γιατί με το φτωχό μου μυαλό δεν μπορώ παρά να σκεφτώ το εξής: υποτίθεται ότι η τέχνη δεν υπακούει σε καμία από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ούτε στην πολιτική, ούτε στην κοινωνιολογία, ούτε στη θεωρητική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Η τέχνη δεν υποτάσσεται από καμία άλλη δραστηριότητα. Ομως συχνά, κυρίως η πολιτική, προσπαθεί να καθυποτάξει την τέχνη ή να την εντάξει σε δικές της ατραπούς για ιδιοτελείς σκοπούς.
Με τη συναυλία της Βανδή αυτό ήταν προφανές μόνο όταν η τραγουδίστρια είδε τη σκηνή όπου θα τραγουδούσε, και το λέω αυτό γιατί η αφορμή της συναυλίας ήταν αγαστή: τα έσοδά της θα δίνονταν στον μη κυβερνητικό οργανισμό Turkish Education Foundation, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε υποτροφίες.
Στην περίπτωση όμως του Γιάννη Σμαραγδή το παιχνίδι μοιάζει σικέ από τα αποδυτήρια.
Εξηγούμαι: οι Τούρκοι που, ως γνωστόν, έχουν εξαιρετική διπλωματία, καλούν έναν έλληνα σκηνοθέτη, γνωστό για τις φιλοπατριωτικές του ταινίες («Καβάφης», «Ελ Γκρέκο», «Καζαντζάκης» – τώρα «Καποδίστριας»), για να τον τιμήσουν. Συνδιοργανωτές του Συμποσίου είναι ένα τουρκικό πανεπιστήμιο, διάφοροι βαλκανικοί φορείς, εκ των οποίων και ένας που εδρεύει στη Μακεδονία, όχι στη Βόρεια Μακεδονία. Ο νοών νοείτω.
Επομένως, με την παρουσία του στο Συμπόσιο, ο συμμετέχων έλληνας σκηνοθέτης, θέλοντας και μη, τι κάνει; Επικυρώνει την ονομασία «Μακεδονία» για τη χώρα αυτή που ανήκει στο τόξο των βαλκανικών χωρών με τουρκική επιρροή. Αρα και εδώ η τέχνη όπως και ο καλλιτέχνης «χρησιμοποιούνται» για αλλότριους, σκοτεινούς ενδεχομένως, σκοπούς.
Δεν έχει δουλειά με όλα αυτά ένας καλλιτέχνης που προασπίζεται τόσο σθεναρά τον πολιτισμό που τον γέννησε. Το τελευταίο που χρειάζεται ένας καλλιτέχνης που σέβεται τον εαυτό του είναι ένα ακόμα ονόρε που κινδυνεύει να τον μπλέξει σε ιστορίες που καπηλεύονται τον πολιτισμό και την ιστορία της πατρίδας του.
Και, αν θέλετε τη γνώμη μου για κάτι ακόμα, το παραπάνω δεν θα μπορούσε να ισχύει περισσότερο από όσο για τον Γιάννη Σμαραγδή, τον μοναδικό έλληνα κινηματογραφικό σκηνοθέτη που με το έργο του και όχι με τα λόγια του, όχι απλώς έχει προασπίσει τον ελληνικό πολιτισμό, αλλά – τι ειρωνεία, αλήθεια! – έχει «κατηγορηθεί» για αυτόν ακριβώς τον γνήσιο πατριωτισμό του στην ίδια του την πατρίδα.