Με άμεσο ορόσημο την 7η Σεπτεμβρίου και την παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, από όπου θα επιδιωχθεί επισήμως η περιλάλητη κυβερνητική επανεκκίνηση, το Μέγαρο Μαξίμου θέλει να κλείσει εκκρεμότητες (όπως η δεύτερη φάση παρεμβάσεων στα υπουργεία, σε επίπεδο γενικών γραμματέων, μέχρι το τέλος της εβδομάδας) αλλά και να κλείσει συζητήσεις του παρασκηνίου. Συγκεκριμένα εκείνες που απειλούν είτε με αποσυσπείρωση την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ – μια τάση που καταγράφηκε άλλωστε στην πρώτη μετεκλογική συνεδρίαση – είτε με αποπροσανατολισμό και εσωστρέφεια την κυβερνητική μηχανή. Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο στην τρέχουσα, μεταβατική περίοδο που η ΝΔ παλεύει για ανάκτηση (των χαμένων) δυνάμεων. Ευθέως με στοχευμένες δημόσιες αναφορές αλλά και πλαγίως μέσω των στενών συνεργατών του ο Μητσοτάκης προειδοποιεί με κάθε ευκαιρία το γαλάζιο στρατόπεδο ότι επιβάλλει «φίμωτρο» σε οτιδήποτε μπορεί να στρέφει την προσοχή μακριά από τα κυρίαρχα ζητούμενα του Μαξίμου – τη γαλάζια νηνεμία και τον «θετικό» βηματισμό σε σειρά θεμάτων της καθημερινότητας.
Το πρώτο μέτωπο στο οποίο ο Πρωθυπουργός επιβάλλει «σιωπητήριο» είναι η πάσης φύσεως εκλογολογία, τα σενάρια, δηλαδή, περί εκλογικού χρόνου και… νόμου. Ο ίδιος λέει κατηγορηματικά ότι η εθνική κάλπη θα στηθεί στην ώρα της, το 2027, καθώς και ότι το παιχνίδι θα γίνει με τους σημερινούς κανόνες. Ο κύριος λόγος που το Μαξίμου δεν αφήνει περιθώρια να πάρουν διαστάσεις τα «πονταρίσματα» περί πρόωρων εκλογών ή αλλαγής του εκλογικού συστήματος με τρόπο που θα διευκόλυνε την επίτευξη αυτοδυναμίας είναι η ανάγκη εκ νέου προβολής στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους – ή καλύτερα προστασίας – του «θεσμικού» προφίλ του Μητσοτάκη. Επιπλέον στο πρωθυπουργικό περιβάλλον αναγνωρίζουν ότι μόνο αρνητική επίπτωση θα είχε στις κυβερνητικές ταχύτητες και στον ευρύτερο συντονισμό η παράσυρση της γαλάζιας ομάδας σε μια δίνη εκλογικής σεναριολογίας.
Το δεύτερο μέτωπο στο οποίο το Μαξίμου προσπαθεί να μαζέψει τις συζητήσεις αφορά τον πολιτικο-ιδεολογικό προσανατολισμό της κυβέρνησής του. Τα ερωτήματα, οι επικρίσεις και οι αιχμές προέκυψαν ύστερα από το κακό αποτέλεσμα της ΝΔ στην ευρωκάλπη και δείχνουν να παραμένουν. Ο Μητσοτάκης επιμένει ότι οι επιτυχίες της παράταξης ήρθαν με τη «διεύρυνσή» της στον κεντρώο χώρο, αλλά ταυτόχρονα φροντίζει ίσως με περισσότερη προσοχή από ποτέ να αφουγκράζεται, κατά τους συνεργάτες του, τους βουλευτές του.
Το τρίτο μέτωπο, εκείνο στο οποίο επιχειρείται από τα κεντρικά ο απόλυτος φραγμός και εν πολλοίς συνδέεται με το δεύτερο, έχει να κάνει με την Προεδρία της Δημοκρατίας. Ο Μητσοτάκης παραπέμπει στον Φεβρουάριο του 2025 – ούτε καν στο τέλος του έτους, όταν είναι βέβαιο ότι θα επεξεργαστεί πιο αναλυτικά τις σκέψεις και τις επιλογές του –, εκφράζοντας ενόχληση απέναντι σε όσους συζητούν πρόωρα επιδεικνύοντας, κατά το σκεπτικό του, ασέβεια στον θεσμό.
Χωρίς τριβές
Και ενώ κύριο μέλημα της κυβερνητικής έδρας είναι να ανοίξει το συντομότερο «καθαρός πολιτικός ορίζοντας» τριετίας για παραγωγή έργου χωρίς εσωκομματικές τριβές – ιδίως για ζητήματα ιδεολογίας και πολιτικής κατεύθυνσης – αλλά με αυτοπεποίθηση, το τέταρτο μέτωπο στο οποίο το Μαξίμου «κόβει» τις δημόσιες αναφορές είναι οι εξελίξεις στην αντιπολίτευση. «Ούτε κουβέντα» είναι η οδηγία σε ό,τι αφορά τους υποψηφίους για το τιμόνι του ΠΑΣΟΚ και πολύ περισσότερο στη σεναριολογία για το αν, ποιος και πώς αποτελεί δυνητικά σύμμαχο στη διακυβέρνηση. Στην πραγματικότητα η κυβερνητική παράταξη προφανώς και παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Κεντροαριστερά, ωστόσο ξορκίζει οποιαδήποτε αναφορά θα επέτρεπε να θολώσουν όσα προσωπικά ο Μητσοτάκης διακηρύσσει για τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις που διασφαλίζουν πολιτική σταθερότητα.