Η ένταση στο Αιγαίο, κοντά στην Κάσο, εξαιτίας των εργασιών στην περιοχή ιταλικού σκάφους που θα ποντίσει καλώδια για την ηλεκτρική διασύνδεση με την Κύπρο, επανέφερε στο προσκήνιο τους λόγους της μόνιμης τριβής στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία.

Εδειξε, επίσης, χωρίς αυταπάτες τη θέση της Τουρκίας στην περιοχή. Τη θέση μιας χώρας που έχοντας αποτύχει σε βασικές επιδιώξεις της εξωτερικής της πολιτικής, επιμένει να δημιουργεί προβλήματα και με τους καλοπροαίρετους συνομιλητές της.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας; Μια αίσθηση ότι είναι μεγάλη περιφερειακή δύναμη, κάτι που όμως δεν επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις. Η διάρρηξη των σχέσεών της με γειτονικές της χώρες και, πρωτίστως, με το Ισραήλ. Η αμφιλεγόμενη σχέση με τζιχαντιστές που, σήμερα, την οδηγεί να στηρίζει τη Χαμάς, παραβλέποντας τη φονική ιδεολογία και την πρακτική της.

Ακόμα και ο διαμεσολαβητικός ρόλος που επιδίωξε να παίξει μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία δεν είχε αποτέλεσμα: η Δύση είναι ξεκάθαρη απέναντι σε μια αναθεωρητική δύναμη που έχει στόχο την ακεραιότητα ενός ανεξάρτητου κράτους.

Με δεδομένα τα χαρακτηριστικά αυτά, κατανοεί κανείς ότι η κλιμάκωση στην Κάσο είχε βάθος και φαινόταν ότι την επιδίωκαν θύλακοι του τουρκικού κράτους. Η εκτόνωσή της, όμως, μέσα από τους δρόμους του διαλόγου (αλλά μετά την αποχώρηση του ιταλικού πλοίου), δείχνει ότι η διαδικασία συνεννόησης είναι πάντα ανοιχτή.

Είναι η πλέον πρόσφορη στάση, αρκεί βεβαίως αυτό να μη σημαίνει ότι ζητούμενο εκ μέρους της Τουρκίας είναι η Ελλάδα να υποχωρεί σε νέα τετελεσμένα.

Και στην ένταση της Κάσου, η Τουρκία βασίστηκε στο περίφημο τουρκολιβυκό σύμφωνο – μια ακραία και κακόπιστη επινόηση για να αμφισβητούνται τα συμφέροντα της Ελλάδας.

Το αδιέξοδο εξαιτίας αυτού του συμφώνου επιδιώκουν να θεραπεύσουν οι συνεχιζόμενες διερευνητικές επαφές, που πάντα έχουν στόχο τη μείωση της έντασης και, σε απώτερο χρόνο, την ειρηνική διευθέτηση. Μια νομική αντιμετώπιση, δηλαδή, της διαφοράς των δύο χωρών για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, έπειτα από προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο.

Ο δρόμος της Ελλάδας στη σχέση της με την Τουρκία είναι προδιαγεγραμμένος. Η χώρα οφείλει να διατηρεί ισχυρή άμυνα, να διαθέτει κύρος και ισχύ στις συμμαχίες της και ταυτόχρονα να εργάζεται για την ειρήνη.

Είναι στάση ωριμότητας και σύνεσης. Κι είναι κατανοητό να την πολεμούν παράγοντες ενός εθνοπατριωτικού ριζοσπαστισμού που επενδύουν πολιτικά στην ένταση και στη ρήξη.

Δεν είναι όμως διόλου κατανοητό να αμφιβάλλουν γι’ αυτή παράγοντες της ίδιας της κυβέρνησης που εργάζεται για την ηρεμία και τη συνεννόηση. Ο υπερπατριωτισμός στους κόλπους της κυβέρνησης μπορεί να νοηθεί μόνο ως προσπάθεια δημιουργίας πόλου εξουσίας με στόχο το εσωτερικό μέτωπο. Κατανοητό. Αλλά και λόγος αποδυνάμωσης και περιθωριοποίησης όσων επενδύουν σ’ αυτόν.