Τέσσερις συστάσεις για τη βελτίωση της κατάστασης του κράτους δικαίου στην Ελλάδα απευθύνει η Κομισιόν στην πέμπτη κατά σειρά ετήσια έκθεσή της, η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, καθώς υπάρχουν πολλά και κρίσιμα που πρέπει ακόμη να γίνουν.
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι, όπως διαπιστώνει, στη διάρκεια του τελευταίου έτους συντελέστηκαν βήματα προόδου σε ορισμένους τομείς, σε σύγκριση με την εικόνα που αποτύπωνε η έκθεση του 2023, κυρίως σε επίπεδο ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και αντιμετώπισης των κρουσμάτων διαφθοράς.
Ειδικά για τη Δικαιοσύνη, στην οποία αναφέρθηκε και ο απερχόμενος αρμόδιος επίτροπος Ντιντιέ Ρέιντερς, υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα «εφάρμοσε πλήρως τις συστάσεις για την ανάγκη να υπάρξει εμπλοκή των ίδιων των δικαστών στη διαδικασία ορισμού του προέδρου και αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα σε αυτό το θέμα».
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τις σχετικές έρευνες, στην ανεξαρτησία της εξακολουθεί να πιστεύει μόλις το 40% των πολιτών και το 48% των επιχειρήσεων της χώρας.
Σημειώνεται ότι στη φετινή έκθεση τα 18 από τα 27 κράτη – μέλη δέχονται περισσότερες συστάσεις σε σύγκριση με την Ελλάδα, ανάμεσά τους Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία. Η χώρα βρίσκεται στην ίδια θέση με άλλες τρεις εταίρους της (Λουξεμβούργο, Σουηδία, Κροατία), ενώ σε καλύτερη θέση βρίσκονται τέσσερις χώρες με τρεις συστάσεις (Γαλλία, Λιθουανία, Δανία, Εσθονία) και η Λετονία με μόλις δύο.
Οι τέσσερις συστάσεις
Συγκεκριμένα, οι τέσσερις συστάσεις που απευθύνονται προς την Ελλάδα είναι οι παρακάτω:
- Η συνέχιση των προσπαθειών για τη συγκρότηση μιας ισχυρής βάσης δεδομένων που θα αφορά τις διώξεις και τις τελικές ετυμηγορίες σε υποθέσεις διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων σε ανώτερο επίπεδο.
- Η επίτευξη περαιτέρω προόδου στη διαδικασία θέσπισης νομοθετικών και μη νομοθετικών εγγυήσεων για την καλύτερη προστασία των δημοσιογράφων, ειδικά όσον αφορά τις καταχρηστικές αγωγές εις βάρος τους και την ασφάλειά τους, σύμφωνα με το εγκεκριμένο Μνημόνιο Συνεννόησης, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρωπαϊκά πρότυπα που έχουν να κάνουν με την προστασία των δημοσιογράφων.
- Η ένταση των προσπαθειών για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και έγκαιρης διαβούλευσης όλων των ενδιαφερόμενων μερών στην προετοιμασία της νομοθεσίας, μεταξύ άλλων και με την τήρηση του θεσμοθετημένου χρονοδιαγράμματος για τη δημόσια διαβούλευση.
- Η ενίσχυση των προσπαθειών για την αποτίμηση του υπάρχοντος νομικού πλαισίου που αφορά το σύστημα καταγραφής των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και εκτίμηση για το κατά πόσο είναι αναγκαία η αναθεώρησή του, ενώ παράλληλα θα προχωρά ο διαρθρωμένος διάλογος με τις οργανώσεις αυτές.
Υπενθυμίζεται ότι, μετά το πρόσφατο και έντονα επικριτικό ψήφισμα της Ευρωβουλής για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα, ο Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης είχε πει μιλώντας στη Βουλή: «Ο τελικός κριτής της ποιότητας του κράτους δικαίου σε μία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι ούτε το Ευρωκοινοβούλιο, ούτε οι Reporters United, ούτε ο Economist. Είναι η έκθεση του κράτους δικαίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής». Παρ’ όλα αυτά, η σχετικά βελτιωμένη εικόνα που εμφανίζει η Ελλάδα στη φετινή έκθεση δεν μπορεί να συνιστά λόγο εφησυχασμού ή πολύ περισσότερο ευφορίας, καθώς σε αρκετά σημεία εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα.
Για του λόγου το αληθές, η έκθεση σημειώνει εξαρχής ότι στη Δικαιοσύνη «εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις εξαιτίας της μεγάλης διάρκειας των διαδικασιών στα πολιτικά δικαστήρια και το Συμβούλιο της Επικρατείας, έστω κι αν έχουν γίνει κάποιες βελτιώσεις στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια».
Επίσης, όπως τονίζεται χαρακτηριστικά, σχετικά χαμηλός παραμένει ο βαθμός συμμόρφωσης της χώρας στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: «Την 1η Ιανουαρίου 2024, στην Ελλάδα εκκρεμούσαν προς εκτέλεση 28 αποφάσεις του, αριθμός αυξημένος κατά μία σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Εκείνη την περίοδο, το ποσοστό των κορυφαίων αποφάσεων των τελευταίων 10 ετών που παρέμεναν σε εκκρεμότητα στην Ελλάδα ήταν 30% (σε σύγκριση με 34% το 2023), ενώ ο μέσος χρόνος που οι αποφάσεις εκκρεμούσαν προς εκτέλεση ήταν 6 έτη και 7 μήνες (όπως και το 2023). Μία από τις παλαιότερες ομάδες υποθέσεων, που εκκρεμούσε σε εκτέλεση για περισσότερα από 15 χρόνια, αφορά παραβιάσεις του δικαιώματος στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι λόγω αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων για τη μη εγγραφή ή τη διάλυση σωματείων με την αιτιολογία ότι σκοπός τους ήταν η προώθηση της ιδέας ότι υπάρχει εθνική μειονότητα στην Ελλάδα».
Εμμέσως πλην σαφώς επικριτική είναι η έκθεση και για τη διαδικασία διορισμού από την κυβέρνηση μιας σειράς ανεξάρτητων Αρχών από την κυβέρνηση, που έχουν άμεση σχέση τόσο με μείζονα ζητήματα, όπως εκείνο των υποκλοπών, όσο και με την ποιότητα της ενημέρωσης και της ίδιας της δημοκρατίας. Σε αυτή αναφέρεται, συγκεκριμένα, ότι «η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής αντικατέστησε τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (ΕΣΡ) και της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), των οποίων η θητεία είχε λήξει. Ωστόσο, οι διορισμοί αυτοί αποτέλεσαν αντικείμενο διαμάχης μεταξύ πολιτικών και νομικών κύκλων, με ειδικούς να εκτιμούν πως υπήρξε απόπειρα αδικαιολόγητης παρέμβασης στη λειτουργία αυτών των ανεξάρτητων Αρχών» – ενώ γίνεται παραπομπή και σε δύο σχετικές προσφυγές του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Υποκλοπές και δολοφονία Καραϊβάζ
Οπως είναι φυσικό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους δημοσιογράφους, πέρα από τις προσφυγές εις βάρος τους, τα γνωστά SLAPPs, έχουν δύο ακόμη θέματα: οι παρακολουθήσεις μέσω παράτυπων λογισμικών και η πορεία των ερευνών για τον δολοφονημένο Γιώργο Καραϊβάζ. Σε αυτά αναγκάστηκε, μάλιστα, να αναφερθεί στις δηλώσεις που έκανε και η αρμόδια επίτροπος Βέρα Γιούροβα, επιχειρώντας να αιτιολογήσει τη στάση και τις εκτιμήσεις της Κομισιόν – αν και χωρίς να πείσει απολύτως.
«Στην Ελλάδα, γίνεται αναφορά για τη χρήση του Predator και οι δικαστικές έρευνες για το λογισμικό συνεχίζονται. Θα θυμάστε ότι είχαμε δύο εκτενείς συζητήσεις γύρω από αυτό το θέμα. Η μία με τον Πρωθυπουργό, αναφορικά με την ανάγκη να ενσωματωθούν επαρκή μέτρα στην εθνική νομοθεσία για να εγγυηθούν ότι μια τόσο παρεμβατική τεχνολογία δεν θα μπορεί να χρησιμοποιείται εις βάρος πολιτικών αντιπάλων ή δημοσιογράφων. Οι συζητήσεις συνεχίζονται, όπως και οι έρευνες, και αναμένουμε τα αποτελέσματά τους», είπε, για να συνεχίσει: «Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση της έρευνας για τη δολοφονία του κ. Καραϊβάζ (…) Πρόκειται για μια παρόμοια περίπτωση με εκείνη της Μάλτας, τη δολοφονία της Δάφνης Καρουάνα Γκαλιτζία, όταν πρώτα συνελήφθησαν οι δολοφόνοι και στη συνέχεια διεξήχθησαν βαθύτερες έρευνες για την ανακάλυψη όσων τη σχεδίασαν. Το ίδιο και στη Σλοβακία με τη δολοφονία δημοσιογράφου. Παίρνει χρόνο λοιπόν (…) αλλά δεν μπορούμε να εμπλακούμε στις έρευνες των Αρχών ή να τους ασκήσουμε κριτική».
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι προκαλεί εντύπωση η σχεδόν πλήρης απουσία από την έκθεση ουσιαστικής αναφοράς σε ένα θέμα που έχει προκαλέσει έντονες τριβές ανάμεσα σε Αθήνα και Βρυξέλλες: τη διαχείριση των προσφύγων και μεταναστών, για την οποία η χώρα έχει δεχθεί έντονη κριτική. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την υπόθεση του δυστυχήματος στα Τέμπη – αν και στην έκθεση γίνεται μνεία για τις 1,5 εκατ. υπογραφές που έχουν συγκεντρωθεί και ζητούν την κατάργηση του καθεστώτος ασυλίας σε εν ενεργεία και πρώην μέλη κυβερνήσεων.
Μοχλός δημοκρατικών αλλαγών οι εκθέσεις
Η φετινή και πέμπτη κατά σειρά έκθεση της Κομισιόν για το κράτος δικαίου (η σχετική διαδικασία έχει ξεκινήσει από το 2020) περιλαμβάνει για πρώτη φορά διαπιστώσεις (αλλά όχι και τις ανάλογες συστάσεις) που αφορούν σε τέσσερις από τις υποψήφιες προς ένταξη στην ΕΕ χώρες – Αλβανία, Μαυροβούνιο, Βόρεια Μακεδονία και Σερβία. Αναμφίβολα, ωστόσο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα συμπεράσματά της για τα 27 κράτη – μέλη, τα οποία και δεσμεύονται να τηρούν το ευρωπαϊκό «κεκτημένο» και τη σχετική νομοθεσία.
Οπως τονίζει η ίδια η Κομισιόν, η δημοσιοποίηση της συγκεκριμένης έκθεσης έχει αποτελέσει κίνητρο για θετικές εξελίξεις στην ΕΕ. Σημειώνει, ενδεικτικά, ότι από τις συστάσεις που έγιναν συνολικά το 2023 προς τους εταίρους, τα δύο τρίτα (68%) υλοποιήθηκαν, είτε πλήρως είτε εν μέρει. Ωστόσο, προσθέτει, δεν λείπουν και εκείνες οι χώρες στις οποίες η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω, ειδικά όσον αφορά στη δικαιοσύνη και την ανεξαρτησία της (ανάμεσά τους Ιταλία, Ισπανία, Σλοβακία και Λιθουανία), με αποτέλεσμα να υπάρχουν έντονες ανησυχίες για την πορεία τους.
Τέσσερις κατηγορίες
Σημειώνεται πως οι διαπιστώσεις και συστάσεις αφορούν κυρίως τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: τη δικαιοσύνη και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε αυτή, τη διαφθορά και το πλαίσιο που είναι αναγκαίο για την καταπολέμησή της (το 68% των πολιτών της ΕΕ και το 64% των επιχειρήσεων που έχουν την έδρα τους σε αυτή αντιμετωπίζουν τη διαφθορά ως μείζον και εκτεταμένο πρόβλημα), τη διασφάλιση της ελευθερίας και του πλουραλισμού των ΜΜΕ και, τέλος, τους αποτελεσματικούς θεσμικούς ελέγχους.
«Το κράτος δικαίου, η δημοκρατία και τα θεμελιώδη δικαιώματα αποτελούν τους πυλώνες του έργου της ΕΕ για την προώθηση της ειρήνης, της ευημερίας, της ανταγωνιστικότητας, της κοινωνικής συνοχής και της σταθερότητας στην ήπειρο και σε ολόκληρο τον κόσμο (…) Στο φόντο των μεγάλων αλλαγών – είτε πρόκειται για την Covid-19 είτε για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είτε για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση – οι αξίες της ΕΕ παραμένουν καθοριστικές αναφορικά με την εμπιστοσύνη των πολιτών», σημειώνει η έκθεση.