Μηχανισμός «απεμπλοκής»
Η (παρ’ ολίγον) «ναυμαχία» της Κάσου, ακριβώς 200 χρόνια από την ολοσχερή καταστροφή του νησιού από τα οθωμανικά – αιγυπτιακά στρατεύματα, αποδόθηκε σε έναν μηχανισμό «απεμπλοκής», όπως ονομάστηκε. Ομως αυτός ο μηχανισμός έχει και ονοματεπώνυμα. Δύο τουλάχιστον. Το ένα είναι του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη και το άλλο είναι του τούρκου ομολόγου του Χακάν Φιντάν. Οι δύο υπουργοί Εξωτερικών είχαν αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες μεταξύ τους, αλλά και με τους πάνω από αυτούς (δεν θα μπω, όπως είναι φυσικό, σε λεπτομέρειες επί του συγκεκριμένου θέματος – όπως αν απαιτήθηκε, ας πούμε, και διά ζώσης σύσκεψη…), όπως και με στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των κρατικών μηχανισμών των δύο χωρών.
Μία πηγή μου μού ανέφερε προχθές ότι η όλη διαδικασία δεν διήρκεσε παραπάνω από δύο ώρες, μέχρι να δοθεί η εντολή στις μάχιμες δυνάμεις που βρίσκονταν επί του «πεδίου» να αποχωρήσουν. Μία άλλη πηγή, την οποία συνάντησα στον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου, την Τετάρτη το απόγευμα, μου ξεκαθάρισε ότι η διαδικασία απεμπλοκής δεν διήρκεσε ούτε δύο ώρες. «Μία ώρα το πολύ», μου ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η απορία πάντως που μου γεννήθηκε και τη διατύπωσα είναι, γιατί οι έρευνες του ιταλικού πλοίου πόντισης καλωδίων δεν έγιναν εντός των ορίων της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και έπρεπε να διενεργηθούν ένα μίλι έξω από αυτήν, προκαλώντας μια ένταση με την Τουρκία, η οποία τάραξε άσχημα τα ήρεμα, έως τώρα, νερά του Αιγαίου.
Απάντηση δεν έλαβα…
Τι θέλουν οι Ελληνοκύπριοι;
Είχα πρόσφατα μια εξαιρετική συνάντηση με κορυφαίο παράγοντα της πολιτικής ζωής της χώρας, ο οποίος σήμερα μπορεί να μην παίζει κανένα ρόλο – έχει από ετών αποσυρθεί – αλλά εξακολουθεί να παραμένει με έναν τρόπο στην επικαιρότητα. Δεν θα αναφέρω κάτι παραπάνω επ΄ αυτού, κάτι που να τον ταυτοποιεί. Δεν επιθυμεί να εμπλέκεται στο πολιτικό «γίγνεσθαι», όμως επειδή η συνάντηση συνέπεσε με τη «ναυμαχία» της Κάσου έχει μια αξία, έστω και ανωνύμως, να αναφέρω την άποψή του για τις ελληνοτουρκικές διαφορές:
< Πρώτον, είναι εξαιρετικά επιφυλακτικός με το κλίμα ενθουσιασμού που καλλιεργείται για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. «Οποιος έχει διατελέσει έστω και για δυο τρία χρόνια πρωθυπουργός, γνωρίζει ότι οι διμερείς διαφορές δεν υπάρχει τρόπος να επιλυθούν. Ακόμη και με μια προσφυγή στη Χάγη. Θα διαιωνίζονται με πάνω και κάτω εντάσεις στο διηνεκές. Ενας τρόπος υπάρχει, να βρεθεί έλληνας πρωθυπουργός να προχωρήσει σε κάποιου είδους παραχωρήσεις στις απαιτήσεις των Τούρκων. Νομίζω όμως ότι δεν θα βρεθεί».
< Δεύτερον, είναι το ίδιο επιφυλακτικός και με τις κυοφορούμενες εξελίξεις στο Κυπριακό. «Η Τουρκία, που έχει καταλάβει το 40% του νησιού, δεν πρόκειται ποτέ να εκχωρήσει αυτή τη στρατιωτική “επιτυχία” έναντι οιουδήποτε ανταλλάγματος. Θα επιδιώκει πάντα την εδραίωση της κυριαρχίας της. Το πολύ πολύ να προχωρήσει, αν αναγνωριστεί η κυριαρχία αυτή, σε μικρές εδαφικές παραχωρήσεις, όπως για παράδειγμα η επιστροφή της Αμμοχώστου. Αλλά για μένα το θέμα είναι τι πραγματικά θέλουν οι Ελληνοκύπριοι σε αυτή την ιστορία. Αν θέλουν, ας πούμε, την επανένωση».
Οντως, αυτό είναι το μεγάλο θέμα. Τι ακριβώς θέλουν οι Ελληνοκύπριοι σχετικά με το μέλλον του νησιού;
«Να τελειώνει ο πόλεμος»
Η μια κουβέντα έφερε την άλλη, οπότε, μοιραία, έφτασε και στον πόλεμο στην Ουκρανία. Μου μίλησε για τα λάθη της Δύσης να εμπλακεί σε αυτόν τον πόλεμο έστω και με έμμεσο τρόπο, μου άφησε κάποιες αιχμές και για τη δική μας εμπλοκή και αφού με διαβεβαίωσε ότι η τροφοδοσία της Ουκρανίας με όπλα από την Ελλάδα εννοείται πως δεν «αδυνάτισε» τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις, κατέληξε κάπως έτσι:
«Πρέπει να τελειώνει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οποιαδήποτε παράταση αυτού του κοστοβόρου σε ζωές και οικονομία πολέμου μπορεί να προκαλέσει διάχυσή του σε όλη την Ευρώπη, και στα Βαλκάνια πολύ περισσότερο. Η Βοσνία, ας πούμε, μοιάζει με ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί πάλι».
Συζητήσαμε φυσικά και άλλα πολλά και διάφορα. Σημαντικά επίσης. Που δεν είναι όμως προς «διακίνηση». Μείνετε στα «εθνικά» – διεθνή. Είναι κατατοπιστική η άποψή του, πιστεύω…
Απόσυρση με καρφιά
Η γενναία απόφαση της Μιλένας Αποστολάκη να αποσυρθεί, εγκαίρως, από την κούρσα της διεκδίκησης της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, λογικά θα έπρεπε να δείξει τον (ίδιο) δρόμο και σε άλλους υποψηφίους, οι οποίοι από εγωισμό, μωροφιλοδοξία ή και εχθροπάθεια απέναντι στον Νίκο Ανδρουλάκη επιμένουν να είναι υποψήφιοι, για να καταμετρηθούν σε μονοψήφια ποσοστά.
Αβυσσος βέβαια η ψυχή του ανθρώπου, και εν προκειμένω πιο άβυσσος δεν γίνεται! Αλλά επειδή η πολιτική είναι σκληρή, και η ζωή επίσης, προφανώς θα συνεχίσουν να εκτίθενται ως την τελευταία στιγμή. Αν και ορισμένοι εξ αυτών, στην πραγματικότητα, αυτό που επιδιώκουν είναι να διαπραγματευτούν από καλύτερη θέση το πολιτικό τους μέλλον με εκείνον που θεωρούν ότι θα κερδίσει τις εκλογές. Αρα, αν τον στηρίξουν έγκαιρα, θα μπορούν εν συνεχεία να εξαργυρώσουν τη στήριξη. Συμβαίνουν αυτά, δεν αποκαλύπτω δα και το πώς ανακαλύφθηκε η πυρίτιδα.
Τι λέω όμως εγώ για όλα αυτά; Τίποτε. Θα συμφωνήσω απλώς με τη Μιλένα, η οποία στη δήλωσή της με την οποία ανήγγειλε ότι αποσύρεται έριξε κάτι καρφάρες, ναααα, προς την πλευρά των διεκδικητών της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ: «(διαπιστώνω) με αυξανόμενη ανησυχία να κυριαρχούν προσωπικές συγκρούσεις (μεταξύ των υποψηφίων) που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο τη συνοχή της παράταξης».
Και σωστά βλέπει, θα σημειώσω…
Θερινή αυλαία με ένα βιβλίο
Για το τελευταίο πριν από τη θερινή αυλαία της στήλης βιβλίο, εισηγούμαι Βέλτσο! Ναι, Γιώργο Βέλτσο. Οχι μόνο γιατί είναι φίλος μου, και συνεργάτης μας επί πολλά χρόνια, αλλά γιατί αγαπώ τον αφαιρετικό και ίσως «δασύτριχο» τρόπο που γράφει. Ο Βέλτσος δεν είναι για τους πολλούς, είναι για εκείνη, τη μικρή, μυημένη στον λόγο του, μικρή αλλά καθόλου ευκαταφρόνητη, ομάδα ανθρώπων, που τον αγαπούν, όπως και εγώ, για το λεπτεπίλεπτο χιούμορ του, τον αυτοσαρκασμό που διαθέτει, ίδιον των ευφυών ατόμων, τη διεισδυτική ματιά και την κοφτερή κριτική του στάση απέναντι στα πράγματα. Ο Γιώργος Βέλτσος παρέδωσε πρόσφατα στους «οπαδούς» του το 52ο βιβλίο του, αναδεικνυόμενος έτσι ως ο εν ζωή πολυγραφότερος ίσως των ελλήνων λογοτεχνών. Βιβλία κατανεμημένα ανισομερώς στο θέατρο, στη λογοτεχνία, στην ποίηση. Το νέο του πόνημα φέρει τον τίτλο «Ροή αέρα – τετράδια χειρωνακτικής γραφής», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη κι εγώ απομόνωσα ένα μικρό δείγμα της γραφής του για να δώσω μια ιδέα περί του περιεχομένου του:
«Δεν με καθησυχάζει το ότι η γραφή είναι ήδη (είδη) το “ύφος” του γραπτού χωρίς κατατάξεις (είδη). Δεν μου φτάνει ακόμη το ότι η γλωσσική έκφραση δεν είναι παρά ένα “όργανο”. Αλλά να μη ζητώ πολλά. Ούτε θεωρητικός ούτε λογοτέχνης υπήρξα, ούτως ειπείν. Οργανοπαίχτης; Ναι. Και ούτε τα πολλά “είδη” που με δικαιολογούν στον εαυτό μου γράφοντας θα με εμπόδιζαν, παρά την αγωνία μου, να χτυπώ τα πλήκτρα ενός Steinway με ουρά, νομίζοντας ότι παίζω τη “Σονάτα για πιάνο, op. 25” του Σένμπεργκ ή τις “Παραλλαγές για πιάνο, op. 27” του Αντον Βέμπερν. Ο Γκλεν Γκουλντ τα παίζει καλύτερα.
“Μην μπαίνετε προς το παρόν στον κόπο να κατανοήσετε∙ να διαβάζετε και να ξαναδιαβάζετε, και τότε το ποίημα θα ανοιχτεί από μόνο του”.
Ετσι να μ’ ακούτε».
Καλό καλοκαίρι!