Η ομορφιά της δεν ήταν δυνατόν να ξεφύγει της προσοχής του περιοδικού Harper’s Bazar, αλλά και του Vogue. H εικόνα της πανέμορφης νεαρής Μπάρμπαρα Ντάλι Μπέικελαντ άρχισε να διαδίδεται τόσο που άρχισε να δέχεται προσκλήσεις σε πάρτι της υψηλής κοινωνίας στη Νέα Υόρκη. Η δόξα θα προηγούνταν της… κόλασης που θα ακολουθούσε.
Η 20χρονη Μπάρμπαρα δεν τα είχε βρει έτοιμα τη δεκαετία του 1940, όταν οι ΗΠΑ έπαιρναν κάπως τα πάνω της από τον Β’ ΠΠ. Σε ηλικία 11 ετών ο πατέρας της είχε αυτοκτονήσει με δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα από την εξάτμιση του αυτοκινήτου του στο γκαράζ.
Μετά τον θάνατό του, η Μπάρμπαρα και η μητέρα της μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, μένοντας στο ξενοδοχείο Delmonico.
Καθώς πέρασαν τα χρόνια και τα χρήματα από την ασφάλεια του πατέρα της της, γίνονταν “καπνός”, άρχισε να επενδύει στην ομορφιά της. Μέσα στην ατυχία της να την απορρίψει το Χόλιγουντ, η νεαρή γνώρισε στη φανταγμαγορική αυτή βιομηχανία την επίδοξη ηθοποιό και από πλούσια οικογένεια Κορνηλία Ντίκι Μπάκελαντ, η οποία τη γνώρισε στον μικρότερο αδερφό της Μπρουκς, ασκούμενο πιλότο στη Βασιλική Καναδική Αεροπορία.
Αφού η Μπάρμπαρα είπε ψευδώς στον Μπρουκς ότι ήταν έγκυος, το ζευγάρι παντρεύτηκε γρήγορα στην Καλιφόρνια.
Μετά τον γάμο, το ζευγάρι εγκαταστάθηκε σε ένα πολυτελές διαμέρισμα στο Upper East Side της Νέας Υόρκης, όπου διοργάνωσαν υπέροχα δείπνα με εκλεκτούς καλεσμένους, όπως η Γκρέτα Γκάρμπο και ο Τένεσι Ουίλιαμς.
Ωστόσο, η Μπάρμπαρα έγινε γνωστή σε πολλούς για την ασταθή προσωπικότητά της, τα αγενή ξεσπάσματα και τις κρίσεις σοβαρής κατάθλιψης. Έπινε επίσης πολύ και τόσο αυτή όσο και ο σύζυγός της είχαν… εξωσυζυγικές σχέσεις.
Ωστόσο, στις 28 Αυγούστου του 1946, το ζευγάρι έφερε στον κόσμο τον Άντονι, τον μοναχογιό τους.
Από το καλοκαίρι του 1954 και μετά, η οικογένεια Μπάκελαντ βρισκόταν μεταξύ Νέας Υόρκης και Ευρώπης, νοικιάζοντας βίλες σε Λονδίνο, Παρίσι, Ζερμάτ, Cap d’Antibes και πολλά μέρη της Ιταλίας.
Ο έκλυτος βίος συνεχίστηκε με πάρτι, δείπνα και απιστίες και από τους δύο. Από το 1960 και μετά, η κύρια βάση της οικογένειας ήταν ένα διαμέρισμα στο Παρίσι, όπου σε ένα πάρτι, ο Μπρουκς γνώρισε την κόρη ενός Άγγλου διπλωμάτη που ήταν 15 χρόνια νεότερή του.
Όταν όμως ο Μπρουκς ζήτησε διαζύγιο και η Μπάρμπαρα προσπάθησε στη συνέχεια να αυτοκτονήσει, τότε ο ίδιος τερμάτισε τη σχέση.
Το 1967, με την οικογένεια με έδρα την Ελβετία και το καταλανικό θέρετρο Cadaques στην Ισπανία, ο 20χρονος Άντονι γνώρισε έναν αμφιφιλόφυλο Αυστραόλό, τον Τζέικ Κούπερ.
Ο Κούπερ μύησε τον Άντονι διάφορα σε παραισθησιογόνα ναρκωτικά, για τα οποία ταξίδεψαν μέχρι και το Μαρόκο για να τα προμηθευτούν.
Οι δυό τους φέρονται να είχαν ερωτική σχέση, ώσπου όταν το έμαθε η η Μπάρμπαρα, πήρε το αυτοκίνητό της και ταξίδεψε στην Ισπανία για να φέρει τον γιο της πίσω στην Ελβετία.
Ωστόσο, στα γαλλικά σύνορα, ο γιός της βρέθηκε να μην έχει διαβατήριο και βρέθηκαν στις ισπανικές φυλακές.
Επιστρέφοντας στην Ισπανία, η Μπάρμπαρα αποδέχτηκε τη σχέση του γιου της με τον Κούπερ, αλλά προτίμησε να στηρίξει μια νέα σχέση με μια νεαρή Ισπανίδα, τη Σιλβί. Ωστόσο, η άτακτη Ισπανίδα ξεκίνησε μια σχέση με τον… σύζυγο της Μπάρμπαρα, τον Μπρουκς.
Όταν το ανακάλυψε η Μπάρμπαρα τον Φεβρουάριο του 1968, έκανε ξανά απόπειρα αυτοκτονίας. Ο Μπρουκς προχώρησε σε διαζύγιο. Αυτό οδήγησε τη Μπάρμπαρα σε σοβαρή κατάθλιψη και άλλη μια απόπειρα αυτοκτονίας, από την οποία την έσωσε μια φίλη της.
Τελικά, ο Μπρουκς παντρεύτηκε τη Σίλβι και απέκτησαν έναν γιο. Αργότερα χώρισαν και παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα. Γενικά, ο Μπρουκς δεν καθόταν ποτέ ήσυχα, απ΄ ότι φαίνεται.
Η σχέση με τον γιό
Τελικά, όμως, η Μπάρμπαρα φαίνεται πως είχε μια πολύπλοκη… αιμομικτική σχέση με τον γιο της, Άντονι, ο οποίος ήταν είτε ομοφυλόφιλος είτε αμφιφυλόφιλος.
Για να τον «θεραπεύσει» από την ομοφυλοφιλία του, προσέλαβε ιερόδουλες για να κάνουν σεξ μαζί του. Αφού αυτό απέτυχε, ενώ ήταν οι δυό τους στη Μαγιόρκα το καλοκαίρι του 1968 μετά το διαζύγιο της με τον Μπρουκς, η Μπάρμπαρα φέρεται να… σύναψε αιμομικτικές σχέσεις με το γιό της.
Ο νεαρός Άντονι όμως, άρχισε να εμφανίζει όλο και πιο τακτικά σημάδια σχιζοφρένειας με παρανοϊκές τάσεις και η ακανόνιστη συμπεριφορά του προκάλεσε ανησυχία σε οικογενειακούς φίλους.
Αν και διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια, ο πατέρας του αρνήθηκε αρχικά να επιτρέψει θεραπεία από ψυχιάτρους, ένα επάγγελμα που πίστευε ότι ήταν «ανήθικο».
Στα τέλη Ιουλίου 1972, ο Άντονι προσπάθησε να ρίξει τη μητέρα του από το ρετιρέ τους στην πλατεία Cadogan στο Chelsea του Λονδίνο, αλλά την έσωσε η σωματική του αδυναμία και η παρέμβαση μιας φίλης..
Αν και η βρετανική αστυνομία συνέλαβε τον Άντονι για απόπειρα ανθρωποκτονίας, η Μπάρμπαρα αρνήθηκε να κάνει μήνυση και στη συνέχεια ο γιός της εισήχθη στο ιδιωτικό ψυχιατρικό νοσοκομείο The Priory, αλλά αφέθηκε ελεύθερος αμέσως μετά.
Στη συνέχεια, όσο ζούσε στο σπίτι, ο Άντονι έκανε συνεδρίες με έναν ψυχίατρο, αλλά ο γιατρός ανησυχούσε τόσο πολύ για την κατάσταση του Άντονι που προειδοποίησε τη Μπάρμπαρα ότι ήταν ικανός να δολοφονήσει. Εκείνη όμως δεν το πίστευε.
Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 17 Νοεμβρίου 1972, ο 26χρονος Άντονι δολοφόνησε την 51χρονη μητέρα του μαχαιρώνοντάς τη με ένα κουζινομάχαιρο, σκοτώνοντάς τη σχεδόν ακαριαία. Όταν η αστυνομία έφτασε στον τόπο του εγκλήματος, βρήκε τον ίδιο εκεί, ο οποίος ομολόγησε.
Τελικά, ο Άντονι αποφυλακίστηκε στα 33 του χρόνια και πήγε να μείνει με την 87χρονη γιαγιά του, Νίνι Νταλί. Ωστόσο, μόλις έξι μέρες μετά την αποφυλάκισή του, στις 27 Ιουλίου, της επιτέθηκε με κουζινομάχαιρο, μαχαιρώνοντάς τη οκτώ φορές και σπάζοντας της αρκετά κόκαλα.
Στη συνέχεια συνελήφθη από το αστυνομικό τμήμα της Νέας Υόρκης και κατηγορήθηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας και ξαναβρέθηκε στη φυλαική. Τελικά, στις 20 Μαρτίου 1981 ο Άντονι αυτοκτόνησε με μια πλαστική σακούλα.
Η φαντασμαγορική αρχή μιας επιφανειακής σχέσης προϊκονομούσε ένα κακό τέλος.