Αηδία: αυτή είναι η μόνη λέξη που ταιριάζει στα, πασίγνωστα πλέον, τραμπούκικα πεζοδρομιακά γεγονότα που οδήγησαν την περασμένη εβδομάδα τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Πολάκη, γνωστό και ως «αψύ», σε διαγραφή με συνοπτικές διαδικασίες από τον πρόεδρο του κόμματος Κασσελάκη. Παραδόξως όμως, ένα ερώτημα δεν είναι τόσο απλό να απαντηθεί όσο θα ανέμενε κανείς: αυτή τη στιγμή ο Πολάκης είναι ή δεν είναι τελικά στον ΣΥΡΙΖΑ; Επί της ουσίας, ε – όχι στα χαρτιά και στα λόγια.
Προσοχή: είναι ερώτηση – παγίδα. Πρώτον, απλώς τον έβγαλαν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα και όχι από το κόμμα – κάτι σαν «κάτσε μισή ώρα με το ένα πόδι στον τοίχο» δηλαδή… Δεύτερον, και αυτό ακόμα, το νίκησε η δύναμη της αγάπης. Μπορεί ο Κασσελάκης αρχικά να αγρίεψε, αλλά μετά φάνηκε ότι οι αριστεροφασιστοειδείς συμπεριφορές ίσως τελικά να μη μετρήσουν και πολύ στην αξιωματική αντιπολίτευση, όπου άλλα ίσως έχουν μακράν πιο μεγάλη σημασία, όπως εδώ και χρόνια. Πριν περάσουν λίγες ώρες από τη διαγραφή που διέταξε ο Κασσελάκης, ο ίδιος ήταν που άφησε τον αψύ μέσα σε αίθουσα που μιλούσε στους βουλευτές του, ενώ φρόντισε να πει δημοσίως πόσο… στενοχωρήθηκε που τον έδιωξε, κάτι σαν ότι η θέση του είναι στον ΣΥΡΙΖΑ και πόσο τον… αγαπάει!
Πώς; Τι; Ε, τα ‘χουν αυτά οι μεγάλοι έρωτες… Αμα τον αγαπάει τόσο λοιπόν, ποιος να σταθεί εμπόδιο; Να τον πάρει πίσω. Είναι δυνατόν να τον διώξει για μικροπράγματα; Στο κάτω κάτω, καθένας έχει τον χαρακτήρα του. Οχι, ο Στέφανος πρέπει να του ζητήσει να γυρίσει. Δεν μπορεί να χωρίσουν έτσι οι δρόμοι τους για μια κακή στιγμή. Είμαστε πάνω απ’ όλα άνθρωποι – και αν ήταν και κακή δηλαδή… Γιατί τι έκανε; Κάτι που θα το… ξανάκανε! Αμ πώς, που έλεγε και ο Χατζηχρήστος. Αλλωστε δεν είναι και όλοι εναντίον του. Υπάρχουν και οι υπερασπιστές του, όπως ο Βελόπουλος. Τι; Τώρα δεν είναι δημοκράτης ο Βελόπουλος; Τι; Ούτε ο Πολάκης;
Το γκροτέσκο είναι ότι όλα αυτά για λίγες ώρες έμοιαζαν ως τα πλέον συμβολικά για τα πενήντα χρόνια της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας από οτιδήποτε είχε συμβεί τις αμέσως προηγούμενες ημέρες για την επέτειο της αποκατάστασής της από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που βέβαια θα τρίζουν τα κόκαλά του. Μόλις είχε ανακοινωθεί. Φαινόταν ότι δεν ήταν λόγια και, ιδίως, ευχολόγια, όπως πλήθος άλλα που ακούστηκαν, τόσο φτηνά και κενά περιεχομένου. Αλλά πράξη. Και σημαίνουσα: μια Αριστερά που θα έπρεπε να ντρέπεται σύσσωμη γι’ αυτές τις άθλιες τις συμπεριφορές εδώ και χρόνια να βλέπει να εκφράζουν τις γραμμές της εξευτελίζοντάς τη, θα έπρεπε εκείνη τη στιγμή να νιώθει τη μέγιστη ανακούφιση. Αλλά να που αμέσως μετά ήρθαν οι… αγαπούλες. Και τώρα ουδείς γνωρίζει τι, πώς και γιατί.
Ο δε Τσίπρας που πλέον κάνει τον… σοφό κήνσορα του πολιτεύματος (τι άλλο θα δουν τα μάτια μας;) γράφει, λένε, περί Μεταπολίτευσης ότι «μείναμε, αλλά δεν γίναμε Ευρώπη». Μάλιστα. Τι να πει κανείς τώρα για το «μείναμε» στον Τσίπρα; Αλλά τι να του πει και για το «δεν γίναμε», όταν ο Πολάκης του, ο δικός του ο αψύς (πάλαι ποτέ πλέον βέβαια), στην Ευρώπη για την οποία τώρα ο Τσίπρας δίνει μαθήματα ότι «δεν γίναμε», δεν θα έστεκε ούτε δυο μέρες. Και αν τον κρατούσε όπως εδώ έπραξε, ούτε κι εκείνος. Και τώρα κάνει μαθήματα δημοκρατίας και Ευρώπης κουνώντας το δάχτυλο. Ποιος; Αυτός που εξέθρεψε πλήθος τερατώδεις συμπεριφορές πανταχόθεν προερχόμενες. Γιατί λοιπόν να φταίει ο Πολάκης;
Τέλος, το πιο σημαντικό: υπάρχουν και εκείνοι που στέλνουν τον αψύ σταθερά στη Βουλή. Μην το ξεχνά κανείς. Είναι ένα κομμάτι του υπερήφανου ελληνικού λαού που με την ψήφο του επιβάλλει συστηματικά το τραμπουκοκουρέλιασμα της δημοκρατίας. Και η χούντα είχε ψηφοφόρους. Και μάλιστα πολλούς. Και όπως είπε κι ο αψύς, μόνο ο λαός διαγράφει. Και ο δικός του λαός έχει διαγράψει τη δημοκρατία οριστικά. Αυτό δηλώνει εκλέγοντάς τον κατά συρροή…