Για τις επόμενες ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία θα χρειαστούν ακόμα 14 μήνες. Αλλά η συγκεκριμένη ημερομηνία έχει ήδη οριστεί: Θα διεξαχθούν στις 28 Σεπτεμβρίου του 2025, σύμφωνα με την πρόταση της κυβέρνησης στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ την περασμένη Τετάρτη – σχεδόν ακριβώς με τη συμπλήρωση της τετραετούς θητείας της σημερινής Ομοσπονδιακής Βουλής.

Οριστικό είναι επίσης ότι ο σημερινός καγκελάριος Ολαφ Σολτς θα διεκδικήσει την επανεκλογή του. «Θα είμαι υποψήφιος για να γίνω ξανά καγκελάριος» είπε ο Σολτς στην παραδοσιακή «θερινή συνέντευξη Τύπου» στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες της «Μπούντες-πρέσε-κόνφερεντς» και ξένους ανταποκριτές την περασμένη Τετάρτη. Η διευκρίνιση ήταν στοχευμένη. Ο Σολτς ήθελε να κόψει εν τη γενέσει της μια συζήτηση για άλλον, δημοφιλέστερο υποψήφιο καγκελάριο του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, π.χ. το σημερινό υπουργό Αμυνας Μπόρις Πιστόριους.

Ορισμένα, λίγα, στελέχη του SPD, αλλά κυρίως σχολιαστές και αναλυτές, προβάλλουν τελευταία το σενάριο να παραδώσει ο Σολτς τη θέση του στον δυναμικό Πιστόριους, ο οποίος είναι πρώτος στη λίστα δημοφιλίας των πολιτικών της Γερμανίας.

Αλλά το αμερικανικό μοντέλο του Τζο Μπάιντεν που παρέδωσε τη σκυτάλη στην Κάμαλα Χάρις είναι εντελώς ξένο για τη Γερμανία και ακόμα πιο ξένο για τον Σολτς. «Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα είναι πολύ συσπειρωμένο», σημείωσε ο Σολτς, και «όλοι είναι αποφασισμένοι να δώσουν μαζί τη μάχη των επόμενων παγγερμανικών εκλογών και να την κερδίσουν».

Ειδικά το τελευταίο το πιστεύει αυτή τη στιγμή μόνον ο Σολτς. Αλλά και στις προηγούμενες εκλογές, το καλοκαίρι του 2021, το SPD ήταν βαλτωμένο στο 15%. Ο Σολτς ήταν και τότε ο μόνος που πίστευε ότι μπορεί να γυρίσει το παιχνίδι. Το κατάφερε, και αναδείχτηκε οριακά πρώτος με 25,7%. Ο Σολτς ελπίζει ότι θα επαναλάβει την έκπληξη του 2021. Με ποιον τρόπο; Με «σκληρή δουλειά» και «έργο» στον έναν και πλέον χρόνο που μένει, εξήγησε ο Σολτς στους δύσπιστους δημοσιογράφους. Ο καγκελάριος είναι πεπεισμένος ότι η πραγματικότητα της κυβέρνησής του και της χώρας είναι πολύ καλύτερη από τη δημόσια εικόνα τους.

Πράγματι, σε σύγκριση με τον σεισμό που προκάλεσαν οι ευρωεκλογές στη γειτονική Γαλλία, η Γερμανία μοιάζει να είναι λιμάνι σταθερότητας για την Ευρώπη σε δύσκολους καιρούς. Ποια ήταν τα λάθη και τι θα έκανε διαφορετικό βλέποντάς το εκ των υστέρων;

«Πιστεύω ότι ήταν σωστό να σχηματιστεί μια κυβέρνηση που ενδιαφέρεται για το μέλλον της Γερμανίας μετά τη χαλαρότητα και η στασιμότητα των τελευταίων δεκαετιών» ήταν η στερεότυπη σχεδόν απάντηση του Σολτς. «Πήραμε τις σωστές αποφάσεις σε περιόδους μεγάλου κινδύνου» συμπλήρωσε. Η κυβέρνησή του κλήθηκε να διαχειριστεί τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία που έφερε το τέλος του ρωσικού φυσικού αερίου για τη Γερμανία. Επιπρόσθετα ήρθε το Συνταγματικό Δικαστήριο και το «φρένο χρέους» που δημιούργησαν ασφυκτικές συνθήκες για τον δημοσιονομικό σχεδιασμό της κυβέρνησης.

Λίγο πριν από τις θερινές διακοπές, ο καγκελάριος Σολτς και οι δύο κυβερνητικοί του εταίροι, ο Πράσινος υπουργός Οικονομίας και Κλίματος Ρόμπερτ Χάμπεκ και ο Φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ έλυσαν τον γρίφο του σχεδίου προϋπολογισμού για την επόμενη χρονιά. Η συμφωνία των τριών στις βασικές παραμέτρους του προϋπολογισμού δεν τερμάτισε τις ενδοκυβερνητικές κόντρες.

Κοινοβουλευτικά στελέχη και των τριών κομμάτων θα επαναφέρουν στη συζήτηση, που θα ξεκινήσει από τον Σεπτέμβριο μέχρι την ψήφιση του προϋπολογισμού τον Νοέμβριο, τα αιτήματά τους για χαλαρότερη δημοσιονομική πειθαρχία από αυτή που θέλει ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών Λίντνερ. Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινοι δεν μπορούν να μπουν στην προεκλογική χρονιά με έναν προϋπολογισμό «λιτότητας», οι Φιλελεύθεροι από την άλλη έχουν κάνει σημαία το «φρένο χρέους» και θα τιμωρηθούν στην κάλπη αν το παρακάμψουν.

Τι λένε οι δημοσκοπήσεις

Ολα αυτά προδιαγράφουν ένα «θερμό» φθινόπωρο για τον Σολτς και την κυβέρνησή του, που δημοσκοπικά βρίσκεται στο ναδίρ. Σύμφωνα με το «Πολιτικό Βαρόμετρο» του δεύτερου γερμανικού καναλιού ZDF για τον Ιούλιο, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του έχει κολλήσει στο 14%, ενώ πρώτη είναι η συντηρητική Χριστιανική Ενωση CDU/CSU με 32%.

Οι Πράσινοι υποχώρησαν στο 13%, ενώ ο τρίτος κυβερνητικός εταίρος, οι Φιλελεύθεροι, έπεσε στο 4%, κάτω από το όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Το ακροδεξιό AfD βρίσκεται στο 17%. Η Αριστερά είναι στα όρια της ανυπαρξίας με 3%, ενώ στο 7% είναι το νεότευκτο κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ BSW που προέκυψε από την αποχώρησή της από την Αριστερά.

Για τον Σολτς και την κυβέρνησή του είναι η χειρότερη αφετηρία για τις περιφερειακές εκλογές σε τρία ανατολικά κρατίδια τον Σεπτέμβριο με πρώτη δύναμη το εξτρεμιστικό, ακροδεξιό AfD.