Διαβάζοντας προσεκτικά τα λόγια του Πρωθυπουργού, ξεκίνησε με μια παραδοχή, «οι παραγωγοί ενέργειας έβγαλαν σαφέστατα ουρανοκατέβατα κέρδη». Συνέχισε με μια προαναγγελία, ότι «η κυβέρνηση θα φορολογήσει αυτά τα κέρδη επιβάλλοντας ένα έκτακτο τέλος, όπως είχε κάνει και στο παρελθόν» και με μια καταγγελία, ενδεχομένως προς διερεύνηση από τις αρμόδιες υπηρεσίες, με τη φράση «χαίρομαι διότι τις τελευταίες μέρες, ενδεχομένως και ως αποτέλεσμα των ανακοινώσεων της κυβέρνησης, οι τιμές επανήλθαν σε κανονικά επίπεδα». Με το τελευταίο υπονόησε με σαφήνεια ότι οι τιμές της χονδρικής δεν διαμορφώνονται ελεύθερα στο χρηματιστήριο ενέργειας, αλλά «επηρεάζονται» από τον φόβο φορολόγησής τους. Ο Πρωθυπουργός παραδέχτηκε δηλαδή ότι υπάρχει θέμα χειραγώγησης ή τέλος πάντων όχι και τόσο ελεύθερης διαμόρφωσης των τιμών του ρεύματος. Βαρύ να το λέει ένας πρωθυπουργός, σε μια αγορά ελεύθερη μεν, αλλά με συγκεκριμένη Αρχή ως ρυθμιστή και ύστερα από μια μεγάλη ενεργειακή κρίση, με την οποία πιστεύαμε ότι είχαμε ξεμπερδέψει. Γενικώς πρόβλημα όλα.

Ο όρος «ουρανοκατέβατα κέρδη» προέκυψε την περίοδο της μεγάλης ενεργειακής κρίσης και ήταν ένα πανευρωπαϊκό πρόβλημα, κάτι που οι παραγωγοί δεν μπορούσαν να αποφύγουν, για αυτό και η υπόθεση διεκπεραιώθηκε με συνοπτικές διαδικασίες με την πληρωμή ενός μεγάλου ποσού, το οποίο μεταφέρθηκε ως επιδότηση στους λογαριασμούς των καταναλωτών, πελατών των εταιρειών. Εκτακτες συνθήκες καθόσον γνωρίζω δεν συντρέχουν τώρα. Αρα όταν παρατηρούνται όσα αναφέρθηκαν από τον ίδιο τον κύριο Μητσοτάκη, συνήθως ακολουθεί ένα πόρισμα που εξηγεί στους πολίτες τι έγινε, σε διαφορετική περίπτωση δεν κάνει καλό στην αγορά ούτε στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτήν, ούτε στην εικόνα που έχουν για τον κλάδο οι πολίτες – καταναλωτές.

Με όλα αυτά ενισχύεται η εντύπωση ότι στην κυβέρνηση αιφνιδιάστηκαν από όσα έγιναν στην αγορά του ρεύματος τις τελευταίες εβδομάδες. Πίστεψαν ότι είχαν σταθεροποιήσει τη λειτουργία της εν λόγω αγοράς. Εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι έκαναν λάθος. Προσοχή, δεν ευθύνονται για αυτό σώνει και καλά οι εταιρείες. Οι εταιρείες έχουν κάθε δικαίωμα να επιδιώκουν το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος στην αγορά όπου δραστηριοποιούνται, φτάνει να τηρούνται οι κανόνες του ανταγωνισμού και η κείμενη νομοθεσία. Τα τελευταία, υπάρχουν αρμόδια όργανα του κράτους για να τα ελέγξουν. Πεδίο δόξης λαμπρό για ποινές, αν διαπιστώνονται παραβάσεις.

Όλα τα υπόλοιπα αποτελούν μια ατελή λειτουργία αγοράς, για την οποία κανείς δεν δικαιούται να δηλώνει περήφανος. Η χώρα έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα την τελευταία πενταετία. Από το ρυπογόνο και χρεοκοπημένο παλαιό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, έχει κάνει τη μετάβαση σε έναν «πράσινο» και υγιές από οικονομική άποψη κλάδο, με εταιρείες – κολοσσούς, εθνικούς πρωταθλητές. Είναι κρίμα, όμως, τα οφέλη αυτού του στόχου που επιτυγχάνεται να μην μπορεί να τα απολαύσει ο έλληνας καταναλωτής. Να είμαστε υποχρεωμένοι κάθε μήνα να παρακολουθούμε τις τιμές, να κάνει ο μέσος καταναλωτής τον «ντετέκτιβ των Βαλκανίων», επειδή δυσκολευόμαστε να ρυθμίσουμε τη λειτουργία του. Με λίγα λόγια, το θέμα ξεπερνά κατά πολύ την επιβολή ενός τέλους, σαν αυτό που θα ανακοινωθεί την Παρασκευή, έχει να κάνει με την ανάγκη θεσμικών αλλαγών στο σύνολο της αγοράς.