Τον περασμένο Σεπτέμβριο, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπου έκανε πρεμιέρα η τότε νέα του ταινία «Poor Τhings», ο Γιώργος Λάνθιμος είχε αναρωτηθεί: «Είναι περίεργο, δεν είναι; Γιατί δεν υπάρχει σεξ στις ταινίες;». Το σχόλιό του ήρθε σε συνέχεια ερώτησης για την έντονη σεξουαλικότητα του φιλμ που επιδεικνύεται πολύ περήφανα, πράγμα τόσο σπάνιο και σχεδόν αναπάντεχο για τη σημερινή κινηματογραφική βιομηχανία. Εθιξε όμως ένα φαινόμενο που τα τελευταία χρόνια αρχίζει να χαρακτηρίζει το Χόλιγουντ, με την έλλειψη των σεξουαλικών σκηνών από τη μεγάλη οθόνη. Είναι άραγε αυτό μια στροφή στον πουριτανισμό, στον απόηχο του κινήματος #MeToo ή μια πλασματική αλήθεια;

Την απάντηση θέλησε να δώσει ο Στίβεν Φόλοους, αναλυτής κινηματογραφικών δεδομένων. Για λογαριασμό του περιοδικού «Economist» εξέτασε τις 250 ταινίες με τα υψηλότερα έσοδα στην Αμερική κάθε χρόνο από το 2000 μέχρι σήμερα. Επιστρατεύοντας δεδομένα από φορείς αξιολόγησης ταινιών και πληροφορίες από βάσεις δεδομένων, κατέταξε τις σκηνές της καθεμιάς με σεξ και γυμνό σε μια κλίμακα από «καθόλου» έως «σοβαρό». Διαπίστωσε λοιπόν ότι το σεξουαλικό περιεχόμενο στις κινηματογραφικές δουλειές το συγκεκριμένο διάστημα έχει μειωθεί κατά σχεδόν 40%. Παράλληλα, αυξήθηκαν οι παραγωγές εκείνες που απέφυγαν εντελώς οποιαδήποτε πλάνα σεξουαλικής φύσης. Χαρακτηριστικά, το 2000 λιγότερο από το 20% των πιο εμπορικών ταινιών δεν είχαν γυμνές ή ερωτικές σκηνές. Σήμερα, τη συγκεκριμένη πρακτική φαίνεται πως ακολουθούν σχεδόν οι μισές από αυτές (47%). Αν και η πορεία της ποσότητας των συγκεκριμένων σκηνών είναι πτωτική με την πάροδο των χρόνων, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα του #MeToo, κατέγραψε μια ραγδαία μείωση, με το 50% των νέων παραγωγών να στερείται τέτοιου περιεχομένου.

Η τάση για λιγότερο σεξ ενδεχομένως επηρεάζεται από τις αλλαγές στο γούστο του κοινού, όπου με την επικράτηση της γενιάς Ζ το ενδιαφέρον πέρασε από τη γλαφυρή αναπαράσταση των ερωτικών στιγμών στη διαχείρισή τους με μεγαλύτερη διακριτικότητα. Την ίδια ώρα, έχουν μεταβληθεί και τα κοινωνικά πρότυπα. Ο δημόσιος διάλογος για τη συναίνεση και την αναπαράσταση των φύλων έχει πιθανότατα συμβάλει σε μια πιο προσεκτική προσέγγιση των σεξουαλικών σκηνών που ίσως προκαλούσαν αντιδράσεις. Τον δικό τους ρόλο στο φαινόμενο αυτό παίζουν και οι εταιρείες παραγωγής, οι οποίες, προκειμένου να έχουν ταινίες με περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας διεθνώς, αφαιρούν σκηνές που θα αύξαναν την ηλικία στη σήμανση καταλληλόλητας ή θα λογοκρίνονταν. Μια άλλη πιθανή εξήγηση για την κατάσταση βρίσκεται στην αυγή της εύκολα προσβάσιμης πορνογραφίας στο Διαδίκτυο, η οποία μείωσε την ανάγκη των σκηνοθετών να διεγείρουν τους θεατές με αυτόν τον τρόπο. Ταυτόχρονα, η άνοδος των υπηρεσιών streaming με τις προσαρμοσμένες εμπειρίες θέασης έριξε τη ζήτηση σεξουαλικού περιεχομένου σε ταινίες ευρείας κυκλοφορίας. Μια επιπλέον μεταβλητή στην ίδια εξίσωση είναι και η παρουσία των συντονιστών οικειότητας στα κινηματογραφικά πλατό ώστε να χορογραφήσουν το ευαίσθητο περιεχόμενο βήμα βήμα, με την προϋπόθεση πάντα ότι αυτό εξυπηρετεί έναν κρίσιμο αφηγηματικό σκοπό.

Λιγότερες αλλά πιο έντονες σκηνές

Οπως επισημαίνει ο «Economist», ακόμα και περιορισμένες, οι σεξουαλικές σκηνές που εντάσσονται στις ταινίες είναι πιο έντονες από ποτέ. Αν το 1992 η υποψία εμφάνισης των γεννητικών οργάνων της Σάρον Στόουν στην κάμερα τρέλανε το κοινό και τους κριτικούς, το ολόσωμο γυναικείο γυμνό στις ταινίες «Joy Ride» και «No hard feelings» του 2023 δεν σόκαρε διόλου. Την αντοχή των θεατών δοκίμασαν για τα καλά τα περσινά «Fair Play» και «Saltburn» που είχαν ακόμα και χαρακτήρες να κάνουν στοματικό σεξ στους εραστές τους ενώ είχαν έμμηνο ρύση, αλλά και το «Poor things» του Γιώργου Λάνθιμου με τις γλαφυρές αναπαραστάσεις σεξ σε πορνείο. Η συγκεκριμένη πραγματικότητα δείχνει να συνδέεται με την απόρριψη των μέχρι τώρα προτύπων παρουσίασης του σεξ, κυρίως μέσω ενός ανδρικού βλέμματος, και την υιοθέτηση μιας πιο σύγχρονης προσέγγισης του ζητήματος, με τρόπο πιο αυθεντικό.