Mέχρι πού μπορεί να φθάσει η νοσταλγία της πορείας των προγόνων και η αγάπη της πατρίδας και της οικογενειακής ιστορίας; Βρέθηκα πρόσφατα στα βάθη της Μικράς Ασίας, εκεί όπου παλιά χτυπούσε με δύναμη η καρδιά ενός δυναμικού και ζωντανού Ελληνισμού. Περπάτησα στα χώματα της γεωλογικά μοναδικής Καππαδοκίας. Λίγο πιο ανατολικά από τη Φρυγία και τον ιστορικό Γόρδιο, όπου ο Μέγας Αλέξανδρος με το ξίφος του ξετύλιξε το πεπρωμένο της Ασίας, λίγο βορειότερα από την Κιλικία, όπου ξετυλίχθηκαν συγκρούσεις ανάμεσα στους μακεδόνες διαδόχους και επιγόνους στα ελληνιστικά χρόνια, και νοτίως της Παφλαγονίας, που φθάνει βόρεια μέχρι τον ιστορικό Πόντο, η Καππαδοκία καταλαμβάνει το κεντρικό μέρος του μικρασιατικού υψιπέδου. Αυτό που ξεκινά λίγο πιο πάνω από τα παράλια του Αιγαίου, τη Σμύρνη, την Εφεσο και την Αλικαρνασσό και φθάνει μέχρι τα σύνορα με την Αρμενία, λίγο πιο πίσω από το όρος Αραράτ και τη λίμνη Βαν.

Οπου κι αν φθάσει το μάτι στις περιοχές αυτές, αντικρίζει εδάφη ποτισμένα από ιστορικό Ελληνισμό. Στην ιδιαίτερη μορφολογία του εδάφους στην Κεντρική Καππαδοκία, με τους ιδιαίτερους και αιχμηρούς στην κορυφή βραχικούς σχηματισμούς, τα χώματα από ασβεστόλιθο και τα ατελείωτα υπόσκαφα με καταφύγια για τρωγλοδύτες, αναγνωρίζεις περιοχές πάνω στις οποίες η Ιστορία άφησε ανεξίτηλα σημάδια. Εδώ ήταν που ο Ξέρξης συγκέντρωσε τις στρατιές του πριν ξεκινήσει για την εκστρατεία στην Ελλάδα. Που πέρασε από τις Θερμοπύλες και είχε ντροπιαστική κατάληξη στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές. Από εδώ πέρασε ο Αλέξανδρος κατεβαίνοντας από το όρος Ταύρος για τον θρίαμβό του στη μάχη της Ισσού. Εδώ από τους κλασικούς και τους ελληνιστικούς χρόνους υπήρξε έντονος ελληνικός αποικισμός και θαυμαστά πνευματικά επιτεύγματα.

Για πολλούς Ελληνες που έχουν ρίζες στα χώματα αυτά η συγκίνηση και μόνο της παρουσίας τους εδώ είναι καταλυτική. Ο Γιώργος Σεφέρης ταξίδεψε συγκινημένος στις περιοχές γύρω από τη Σινασό στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και συγκλονίστηκε από τα αποτυπώματα Ελληνισμού και τις εκκλησιές που αντίκρισε. Στο Μελοκόπι με τις υπόγειες πολιτείες, στην Καισάρεια όπου νιώθει κανείς στον αέρα το βάρος της ορθόδοξης κατάνυξης αλλά και στη Σινασό με τις δεκάδες εκκλησιές, άλλες καταχωμένες στα βράχια κι άλλες ολοζώντανες σε δημόσια θέα, η χριστιανική παράδοση είναι ολοζώντανη.

Η σημερινή Τουρκία δείχνει φιλική απέναντι σε προσπάθειες διάσωσης και συντήρησης αυτής της παράδοσης. Στο πλαίσιο αυτό οι προσπάθειες του Γρηγόρη Χατζηελευθεριάδη, στα προγονικά του εδάφη στη Σινασό, είναι συγκλονιστικές. Μια Ελλάδα ζωντανεύει στο οικογενειακό του αρχοντικό που αγόρασε από τον τοπικό δήμο, διέσωσε και συντήρησε. Με κόπο και ταλαιπωρία το μέγαρο του 1920, λίγο πριν από την ανταλλαγή των πληθυσμών δηλαδή, δεσπόζει πια σήμερα επιβλητικό στο κέντρο της Σινασού. Με την ελληνική και την τουρκική σημαία να κυματίζουν στο κεντρικό μπαλκόνι. Εξίσου κοπιώδεις είναι οι προσπάθειές του για τη διάσωση και αναστήλωση της παλιάς μητρόπολης της πόλης, της εκκλησίας των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, όπως και του μοναστηριού του Αγίου Νικολάου. Στόχος είναι να χτιστούν γέφυρες ανάμεσα στους δύο λαούς, σε αντικατάσταση αυτών που έχουν από δεκαετίες γκρεμιστεί.

Τον Σεπτέμβριο οργανώνεται από το Πανεπιστήμιο της Καππαδοκίας, στη Σινασό, μεγάλο διεθνές συνέδριο για την επέτειο των 100 ετών της ανταλλαγής των πληθυσμών. Με δεκάδες, μεταξύ άλλων, έλληνες και τούρκους εισηγητές. Ενα σημαντικό βήμα για την οικοδόμηση της γέφυρας συνεργασίας και συνεννόησης. Το επιβλητικό πολεμικό κάστρο Ουτσκισάρ κοντά στη Σινασό και στο Προκόπι, αλλά και η περίφημη Πεδιάδα των Σπαθιών (Κιλιτσλάρ), με τις εκατοντάδες προεξοχές βράχων σε σχήμα σπαθιών, δεν θα θυμίζουν το διχαστικό παρελθόν της περιοχής. Θα σηματοδοτούν μια Καππαδοκία του αύριο, με βαθιά ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά.