«Πώς είναι δυνατόν όλο το σκάνδαλο των υποκλοπών, μιας υπόθεσης που συνδέεται με τη λειτουργία των θεσμών, της Δικαιοσύνης και εν τέλει με την ίδια τη δημοκρατία, να… συρρικνώνεται σε ένα πλημμέλημα για το οποίο τελικά θα λογοδοτήσουν μόνο ιδιώτες επιχειρηματίες;». Το ερώτημα αυτό έθεταν χθες νομικές πηγές μόλις έγινε γνωστή η είδηση για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης ως προς τυχόν ποινικές ευθύνες προσώπων που είχαν υπηρετήσει από οποιοδήποτε θεσμικό πόστο στην ΕΥΠ.
Πολλώ δε μάλλον, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, όταν εντελώς συμπωματικά (;) ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά 28 πρόσωπα – υπουργοί, πολιτικοί, στελέχη του Δημοσίου, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ και υψηλόβαθμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, δημοσιογράφοι και άλλοι – περίπου το ίδιο χρονικό διάστημα που κάποιοι είχαν φροντίσει να παγιδεύσουν τα κινητά τους τηλέφωνα μέσω του κακόβουλου λογισμικού Predator είχαν τεθεί υπό παρακολούθηση και από την ΕΥΠ, καθώς είχε διαταχθεί η άρση του απορρήτου τους.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν ακόμα και μετά το τέλος της έρευνας είναι πολλά:
1. Ηταν όλο το σκάνδαλο των υποκλοπών ένα απλό πλημμέλημα για παραβίαση απορρήτου επικοινωνιών; Για το κακούργημα της παραβίασης των προσωπικών δεομένων των – τουλάχιστον – 28 διπλών στόχων, το οποίο αρχικά, κατά πληροφορίες, είχε συμπεριληφθεί στο κάδρο των ερευνών δεν προέκυψε κανένα στοιχείο;
2. Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού όλες οι ποινικές ευθύνες εστιάζονται μόνο στους επιχειρηματίες που κλήθηκαν ως ύποπτοι;
3. Αν τελικά όλοι οι δρόμοι οδηγούν σε αυτούς τους επιχειρηματίες (σ.σ.: οι ίδιοι στα υπομνήματα παροχής εξηγήσεων προς τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου αρνήθηκαν κάθε ανάμειξή τους) μόνοι τους επέλεξαν τους στόχους, και με ποια άραγε κριτήρια; Και επιπλέον πώς δικαιολογείται 28 από τα πρόσωπα αυτά να ήταν και στο στόχαστρο της ΕΥΠ;
4. Σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα για την έκδοση των εισαγγελικών διατάξεων άρσης απορρήτου επικοινωνιών για όλες τις περιπτώσεις τηρήθηκε απαρέγκλιτα η νομιμότητα. Αραγε δικαιολογείται κανείς να σκεφτεί ότι εν τέλει καλώς παρακολουθούνταν ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, υπουργοί, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και ο άλλοτε οικονομικός εισαγγελέας, ο οποίος χειριζόταν άκρως σοβαρές υποθέσεις;
5. Οταν οι ίδιοι οι πραγματογνώμονες που συνέταξαν την έκθεση μετά την έφοδο στην ΕΥΠ, παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αχιλλέα Ζήση, δέχονται επί της ουσίας ότι ένας στους τέσσερις παρακολουθούμενους ήταν κοινός στόχος ΕΥΠ – Predator, η διαπίστωση αυτή από μόνη της δεν δημιουργεί υποψίες για κοινό κέντρο παρακολούθησης;
6. Γιατί όταν στο τέλος της έρευνας έγινε η έφοδος στην ΕΥΠ και διαπιστώθηκε, πέραν πάσης αμφιβολίας, η κοινή παρακολούθηση συγκεκριμένων προσώπων δεν κλήθηκαν όσοι εξ αυτών δεν είχαν ήδη εξεταστεί να καταθέσουν; Και γιατί δεν δόθηκε το χρονικό περιθώριο στους παθόντες, που έχουν δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας, να καταθέσουν τα δικά τους υπομνήματα συνδράμοντας το έργο της Δικαιοσύνης;
7. Ενα επιπλέον ερώτημα που παραμένει επί δύο χρόνια αναπάντητο έχει να κάνει με τι γνώριζε το Μέγαρο Μαξίμου που ανέλαβε από το 2019, εκτός από την πολιτική και τη διοικητική εποπτεία της ΕΥΠ.
+1 Και ενώ τα ερωτήματα αυτά αναζητούν απαντήσεις, υπάρχει και ένα ακόμα που τίθεται από νομικούς και που ξεπερνά αυτή καθαυτή την υπόθεση τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, καθώς έχει να κάνει με τη διαπίστωση ότι ήταν σύννομες όλες οι εισαγγελικές διατάξεις παρακολούθησης και ας μη γνωρίζουν ούτε οι άμεσα ενδιαφερόμενοι – δηλαδή οι στόχοι – γιατί θεωρήθηκαν επικίνδυνοι για την εθνική ασφάλεια. «Η ανησυχία σε αυτή την περίπτωση», κατά τις ίδιες πηγές, «έχει να κάνει με το παράθυρο που ανοίγεται μέσω της νομιμοποίησης όλων ανεξαιρέτως των παρακολουθήσεων».