Μέχρι χθες για τις Αρχές ήταν άγνωστος ο ηθικός αυτουργός, ο οποίος φέρεται να είχε δώσει την εντολή για την εν ψυχρώ εκτέλεση του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, λίγα μέτρα έξω από το σπίτι του στον Αλιμο. Χθες, μετά την κατά πλειοψηφία, λόγω αμφιβολιών, απόφαση της Δικαιοσύνης και την αθώωση των δύο κατηγορουμένων που κάθισαν στο εδώλιο για συμμετοχή στη δολοφονική ενέργεια, οι έρευνες… ξαναγυρίζουν στο μηδέν, καθώς κανένας δεν κρίθηκε ένοχος για οποιαδήποτε μορφής συμμετοχική δραστηριότητα στην αξιόποινη αυτή πράξη που εκ των πραγμάτων παραμένει «ορφανή». Το μόνο δικονομικό ενδεχόμενο για να κριθεί εκ νέου η υπόθεση από τη Δικαιοσύνη είναι η άσκηση έφεσης από την Εισαγγελία κατά της αθωωτικής απόφασης, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν.

Ωστόσο, η άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου δεν είναι εκ των προτέρων δεδομένη, καθώς για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει να πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Και σε κάθε περίπτωση με βάση τη χθεσινή απόφαση, η δολοφονία Καραϊβάζ παραμένει, τουλάχιστον επί του παρόντος, «άλυτος γρίφος».

Ηταν λίγο πριν από τις δύο χθες το μεσημέρι όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου ανακοίνωσε την ετυμηγορία των τριών τακτικών δικαστών και των τεσσάρων ενόρκων, αποτέλεσμα της διάσκεψης που προηγήθηκε, κεκλεισμένων των θυρών, όπως απαιτεί ο νόμος, στο πλαίσιο της οποίας αξιολογήθηκαν και σταθμίστηκαν όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία. Η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν γεμάτη από κόσμο, συγγενείς του θύματος, συναδέλφους του, συγγενείς των κατηγορουμένων, ενώ και στον προαύλιο χώρο υπήρχαν ελληνικά και ξένα τηλεοπτικά συνεργεία για να αναμεταδώσουν την είδηση μετά την απόφαση της Δικαιοσύνης.

«Αθώοι, λόγω αμφιβολιών κατά πλειοψηφία». Μέσα σε αυτές τις πέντε λέξεις συνοψίζεται ολόκληρη η δικαστική απόφαση, που ήταν εν τέλει εκ διαμέτρου αντίθετη από την πρόταση της εισαγγελέως, η οποία είχε εισηγηθεί την ενοχή και των δύο κατηγορουμένων για ανθρωποκτονία από πρόθεση και άμεση συνέργεια σε αυτή. Είχε αντιμετωπίσει μάλιστα την υπόθεση, συναξιολογώντας το σύνολο των ενδείξεων, ως ανθρωποκτονία που τελέστηκε στο πλαίσιο οργανωμένου εγκλήματος. Η πλειοψηφία του δικαστηρίου όμως, δηλαδή οι τέσσερις ένορκοι και κατά περίπτωση και τα τακτικά μέλη της σύνθεσης, ανέτρεψαν την εισαγγελική πρόταση επί της ενοχής.

Συγκεκριμένα, ο 49χρονος κατηγορούμενος κρίθηκε αθώος λόγω αμφιβολιών, κατά πλειοψηφία με ψήφους 5-2. Μειοψήφησαν ο πρόεδρος και μία δικαστής, οι οποίοι είχαν την άποψη ότι πρέπει κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας να κηρυχθεί ένοχος για άμεση συνέργεια σε ανθρωποκτονία και οπλοφορία και αθώος και οπλοχρησία. Η απόφαση για την αθώωση του δεύτερου κατηγορουμένου ελήφθη με ακόμα μεγαλύτερη πλειοψηφία και συγκεκριμένα με ψήφους 6 έναντι 1. Σε αυτή την περίπτωση η μοναδική που μειοψήφησε, όπως ανακοινώθηκε από έδρας, ήταν η τακτική δικαστής που «ψήφισε» υπέρ της ενοχής και του πρώτου κατηγορουμένου, ενώ ο πρόεδρος συντάχθηκε με την άποψη της πλειοψηφίας.

Αντίθετα συναισθήματα

Τα συναισθήματα, όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις υποθέσεις, είναι εντελώς αντίθετα ανάμεσα στις δύο πλευρές. Για τους κατηγορούμενους η απόφαση αυτή σημαίνει άμεσα έξοδο από τη φυλακή, καθώς ήταν προσωρινά κρατούμενοι. Η οικογένεια του θύματος άκουσε την ετυμηγορία της Δικαιοσύνης με αξιοπρέπεια και με σεβασμό. Γι’ αυτούς εξάλλου όποια και αν ήταν η απόφαση δεν μπορούσε να φέρει πίσω στη ζωή τον άνθρωπό τους.

Από την πλευρά του τέλος ο δικηγόρος Αντώνης Ξυλουργίδης, ο οποίος ήταν στην υποστήριξη της κατηγορίας, επισήμανε σε δηλώσεις του ότι δεν νοείται κράτος δικαίου όσο δρα ανεξέλεγκτα το οργανωμένο έγκλημα.