Από τη μικρή μας ηλικία μπορεί να έχουμε έρθει αντιμέτωποι με την απώλεια πολύ αγαπημένων ανθρώπων. Σε μεγαλύτερη ηλικία, όμως, πολλοί μπορεί να αισθάνονται ακόμα και ενοχές που έφυγαν τέτοια πρόσωπα, από γονιό μέχρι σύντροφο. Γιατί όμως «μαστιγώνονται» οι άνθρωποι, όταν ένας θάνατος ;
Σύμφωνα με μελέτη του The Pandemic Grief Project που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα πάνω από 200 πενθούντων που έχασαν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο λόγω κορωνοϊού, η πλειοψηφία ανέφερε κάποια μορφή αυτοκατηγορίας. Ένας γρήγορος θάνατος μας ακινητοποιεί.
«Ακόμα δεν έχω βρει μια συναισθηματική και απόλυτη που να είναι σχεδόν παρόμοια με το πένθος», λέει ο αναπληρωτής καθηγητής ψυχολογίας στο Κρίστοφερ Νιούπορτ στη Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια Σέρμαν Λη, ο οποίος είναι ένας εκ των συντακτών της έρευνας.
Αυτό δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο, σύμφωνα με τον κλινικό ψυχολόγο Ρόμπερτ Νιεμάγιερ, διευθυντή του Portland Institute for Loss and Transition, ενός αμερικανικού ινστιτούτου που παρέχει βοήθεια εκπαίδευση για την διαχείριση του πένθους και της θλίψης.
«Όταν συμβαίνει ξαφνικά ένας θάνατος και δεν έχουμε την ευκαιρία να διαπραγματευτούμε το χρονικό διάστημα του τέλους του βίου κάποιου, τότε καταλαβαίνουμε τις συνέπειες μιας ημιτελούς “δουλειάς”-η αίσθηση ότι κάτι μένει ανείπωτο ή ανεπίλυτο- είναι μεγαλύτερες και τείνουν να μας προβληματίζουν βαθύτερα», εξηγεί ο Νιεμάγιερ.
Όπως και κάποιες άλλες φαινομενικά δυσμενείς διαδικασίες, ωστόσο, η αυτοκατηγορία μπορεί να είναι αποτελεσματική για πολλούς πενθούντες. Οι κοινές αποχρώσεις του περιλαμβάνουν τη λύπη («Μακάρι να έκανα κάτι διαφορετικά»), την ενοχή («έκανα κάτι κακό») και τη ντροπή («Είμαι κακός»).
Σε καταστάσεις θλίψης, αυτές οι απαντήσεις μπορούν να σηματοδοτήσουν μια λαχτάρα για έλεγχο, λέει ο ελληνοαμερικανίδα ψυχοθεραπεύτρια Λίτσα Γουίλιαμς. Το να πάρεις την ευθύνη μπορεί να σε κάνει να νιώθεις σαν να έχεις αποσπάσει έναν ελάχιστο έλεγχο, ακόμη και άνεση, σε «αυτόν τον κόσμο όπου [πρέπει] να είσαι ένα άτομο που τώρα ξέρει ότι τα χειρότερα πράγματα μπορούν να συμβούν», εξηγεί η Γουίλιαμς.
Είναι, μια τακτική που την εφαρμόζει και η συγγραφέας στις ΗΠΑ, Ντιλέινι Ριντέρνικ, η οποία έχασε πρόσφατα τον αγαπημένος της πατέρα. «Τόσο πριν από το θάνατο του πατέρα μου όσο και έκτοτε, αυτομαστιγώνομαι, προσπαθώντας να «διορθώσω» το μόνο πράγμα που έχω ακόμα στα χέρια μου –τον εαυτό μου– όταν όλα γύρω μου έχουν μετατραπεί σε χάος» αναφέρει.
Δέσιμο με τον νεκρό
Για πολλούς, μερικές φορές, η αυτοκατηγορία είναι επίσης ένα μέσο για τη δημιουργία ενός «συνεχούς δεσμού» με τον νεκρό. .«Μερικοί από τους πελάτες μου, μου είπαν ότι δεν θέλουν να μετριάζω το αίσθημα ενοχής τους», λέει η αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Renmin της Κίνας, Τζία Λι.
Για αυτούς τους πενθούντες, τα αισθήματα ενοχής σημαίνουν ότι «δεν έχουμε τελειώσει και όσο αυτή η ενοχή υπάρχει στο μυαλό μου, νιώθω κοντά σου» και έτσι, στη θλίψη, μπορεί να ενσωματώσει τη διαρκή σύνδεση του πενθούντος με το αγαπημένο τους πρόσωπο που έφυγε.
Ωστόσο, η Λι, πιστεύει ότι είναι τόσο μεγάλο το ψυχολογικό κόστος αυτής της ενοχής, που η ίδια συμβουλεύει άλλους τρόπους διαχείρισης του πένθους.
Έχοντας εντρυφήσει στην εκπαίδευση και συμβουλευτική σε ανθρώπους που πενθούν, ο Νιεμάγιερ προτείνει να εφαρμόζουν οι άνθρωποι που βασανίζονται αυτό που αποκαλεί «κόκκο αλήθειας» στις ενοχές τους.
«Η ζωή δεν είναι απλά μαύρη ή άσπρη, καλή ή κακή. Δεν είμαι ούτε υπεύθυνος ούτε ανεύθυνος», λέει ο Νιεμάγιερ. Επομένως, είναι χρήσιμο να «αναγνωρίσουμε ότι το παράδοξο και η αμφιθυμία διαπερνούν κάθε στιγμή». Κάθε σχέση. Κάθε γεγονός. Συμπεριλαμβανομένου του θανάτου ενός αγαπημένου προσώπου.
Μια τέτοια αναγνώριση αντισταθμίζει τη σιωπή γύρω από τα αισθήματα ενοχής. Το να ξεπεράσουμε αυτό που η καθηγήτρια στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αριζόνα, Τζοάν Κατσιατόρε, αποκαλεί «συλλογική πολιτισμική αποφυγή» της αυτοκατηγορίας απαιτεί από εμάς να σκεφτόμαστε -και να αφηγούμαστε- πιο εκδηλωτικά.
«Ψάχνουμε να φτιάξουμε μια ιστορία που να είναι αρκετά ολοκληρωμένη και πολύπλοκη, που έχει χώρο ακόμη και να χωρέσει τα άσχημα κομμάτια. Αλλά χωρίς αυτά να κυριαρχούν στην ιστορία», τονίζει ο Νιεμάγιερ. «Και αυτό μας δίνει την ελευθερία να είμαστε λιγότερο από τέλειοι επίσης».
«Αυτή η πρακτική είναι τόσο συναρπαστική όσο και αποθαρρυντική» αναφέρει η συγγραφέας Ντιλέϊνι Ριντέρνικ, η οποία την εφαρμόζει, αφού έχασε τον αγαπημένο της πατέρα. «Για φευγαλέες στιγμές, είμαι σε θέση να κρατήσω τις ευθύνες του πατέρα μου μου στο θάνατό του σε συνδυασμό με με όλους τους τρόπους που θα μπορούσα να του είχα σταθεί καλύτερα. Αντί να είμαστε το θύμα ή ο κακός, γινόμαστε και οι δύο ολόκληροι άνθρωποι. Και οι δύο παίρνουμε χάρη και και οι δύο μεγαλώνουμε».
«Με την καθοδήγηση του Νιεμάγιερ, φαντάστηκα να λέω στον μπαμπά μου ότι αισθάνομαι υπεύθυνη για τον θάνατό του και να ζητάω συγγνώμη για όλους τους τρόπους που τον απογοήτευσα. Τότε, «άκουσα» την απάντησή του, με τις λέξεις να ξεπηδούν στο μυαλό πιο εύκολα από τις δικές μου: «Ανησυχείς πάρα πολύ, μικρή. Είμαι περήφανος για σένα, και σε αγαπώ. Μείνε ασφαλής».
«Ο πόνος που βιώνεις», λέει ο Nιεμάγιερ, «είναι στη σχέση με έναν πατέρα που υπάρχει ακόμα στο μυαλό σου. Και με αυτόν τον πατέρα πρέπει να έρθεις σε διαφορετικό [μέρος].» Επιπλέον, λέει: «Μπορείς να έχεις πρόσβαση στον μπαμπά που πάντα χρειαζόσουν. Και με έναν όμορφο και λυτρωτικό τρόπο, μπορείτε να του δώσετε την ευκαιρία να είναι αυτό».
Όταν ο θεραπευτής της Ριντέρνικ τη ρώτησε πως τα πηγαίνει με το πένθος της, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του πατέρα της, εκείνη απάντησε: «Αισθάνομαι [κατι] σαν αγάπη. Η λάσπη της αυτοκατηγορίας, που ξεπλένεται και λάμπει, είναι επίσης αγάπη. Βαθιά αγάπη για έναν άνθρωπο που έχει φύγει, αλλά πάντα είναι εδώ».
Με πληροφορίες από Psyche