Να ξεκαθαρίσουμε κάτι απ’ την αρχή. Δεν πρόκειται με κανέναν τρόπο να πω τη γνώμη μου για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι.

Πάμε πάρα κάτω. Πάρα κάτω έχουμε αυτό το παιχνίδι θανάτου που αρχίζει από την Ουκρανία και αλλάζοντας θρησκείες γλώσσες και νεκρούς φτάνει μέχρι τα Εμιράτα και την Υεμένη, αφού βέβαια έχει περάσει από όλη τη φλεγόμενη Μέση Ανατολή.

Στην απέναντι μεριά τώρα έχουμε έναν ηλικιωμένο παράφρονα, με μαλλί βαμμένο και χτενισμένο σε στυλ ψόφιο κουνάβι, που διακηρύσσει πως έτσι και βγει πρόεδρος θα εγκαθιδρύσει μονοήμερη δικτατορία και επίσης βεβαιώνει πως αν τον ψηφίσουν τώρα, δεν θα χρειαστεί να ξαναψηφίσουν ποτέ. (Μην επιμένετε, σας είπα, δεν πρόκειται με κανέναν τρόπο να πω τη γνώμη μου για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι.)

Κι ερχόμαστε σε πράγματα πιο κοντινά μας. Δικά μας, γραικικά. Ο Κασσελάκης διαγράφει με πόνο καρδιάς τον Πολάκη, όχι εντελώς. Εξ ημισείας. Και μετανιωμένος κλαίει γονυπετής, θρηνεί κι αιματοστηθοδέρνεται και σαν άλλη Μαρινέλα τραγουδά

«Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει,

πόσο σ’ αγαπώ, πόσο σ’ αγαπώ-ώ

γέρνεις και ο ίσκιος σου μ’ αγγίζει

κι εγώ ριγώ, κι εγώ ριγώ».

Περνώντας στον δικαστικό χώρο τώρα θα σταθώ εμβρόντητος σε δύο αποφάσεις, πρώτον, στο θέμα των υποκλοπών που καταλήγει στην ενοχή 5 ιδιωτών και μόνον, και δεύτερον στην αθώωση των κατηγορουμένων για τον φόνο του δημοσιογράφου Καραϊβάζ. Βέβαια η Δικαιοσύνη ως γνωστόν είναι τυφλή. Αλλά μέχρις αυτού του σημείου; (Καλά θα μ’ αφήσετε ήσυχο επιτέλους. Είπαμε δεν θα πω λέξη για την τελετή των Ολυμπιακών, λυσσάξατε πια με το Παρίσι.)

Και συνεχίζουμε με τον κύριο Δούκα. Εξαλλος, λέει, με τον Τζιτζικώστα που πάει επίτροπος στην Κομισιόν. Λες να ήθελε να πάει αυτός; Γιατί όχι, μια χαρά θα τα κατάφερνε και δήμαρχος και πρόεδρος ΠΑΣΟΚ και επίτροπος στην Κομισιόν. Ο κύριος Δούκας από την εκλογή του στον δήμο και μετά έχει πάρει ο πόνος του αέρα, έχει ψηλώσει ο νους του, το ‘χει ρίξει στου τσάμικου τις φούρλες. Σιγά ρε μάγκα τις στροφές, θα σου στραβώσει η χωρίστρα. Καλά του λένε πως αν δεν βγει η Κάμαλα η Χάρις, θα βγει ο Χάρης (Δούκας).

Ευτυχώς που μας έστειλε την ευχητήρια κάρτα του, έστω και ηλεκτρονικώς πως, ο κύριος Αρης Σπηλιωτόπουλος σε ένα ενσταντανέ με τον ίδιο να κάνει ποδόλουτρο στην πισίνα με καλογυαλισμένα γόνατα και τα χεράκια σταυρωτά, κι από κάτω «Καλό Αύγουστο», κι ούτε ένα νι στη μέση. Φάτσα φόρα η χασμωδία, να σκάσει κι εμάς λίγο το χειλάκι μας. (Σας είπα. Λέξη για την τελετή. Αϊ σιχτίρ κι εσείς και τα Παρίσια.) Απ’ τη βδομάδα που φεύγει μόνο δυο στιγμές, δυο ακριβές στάλες συγκίνησης. Μια νίκη, κι ένα πένθος. Ο Απόστολος Χρήστου ο κολυμβητής από ασήμι και η Τζένη Μαστοράκη στους ουρανούς «Μ’ ένα στεφάνι από φως».

Διαβάζω τους στίχους της.

«Οι μεγάλοι κουβαλούν πάντα μέσα τους το παιδί που υπήρξαν στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το κορίτσι που δεν πρόφτασαν να φιλήσουν έναν αγιάτρευτο καημό λαχανίδας. Το πρώτο χνούδι στο πανωχείλι τους τους Βαρβάρους του Καβάφη και μια παλιά φυματίωση. Τις μέρες τους καταχωρισμένες σε δελτία τροφίμων. Ένα καρφί στον τοίχο μπορούσε να σημαδέψει μια εποχή – τα καλοκαίρια ξυριζόντουσαν με τον καθρέφτη κρεμασμένο στο παράθυρο. Όνειρα συνοικιακά σα μια μοτοσυκλέτα με καρότσα για πολυμελείς οικογένειες. Εμείς κουβαλάμε, απλούστατα, μέσα μας τους μεγάλους».

Χαιρετώ.