Ολυμπιακοί Αγώνες 2000. Οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες της νέας χιλιετίας. Στο Dome του Σίδνεϊ οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν τη Γαλλία στον τελευταίο αγώνα της πρώτης φάσης του τουρνουά μπάσκετ. Περίπου 4 λεπτά μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου ο Γκάρι Πέιτον αστοχεί σε λέι απ, ο Βιν Μπέικερ χάνει το φόλοου και οι Γάλλοι προσπαθούν να βγάλουν αιφνιδιασμό, όμως ο Γιαν Μπονατό κάνει λάθος πάσα.
Ο Βινς Κάρτερ κλέβει την μπάλα. Σηκώνει το κεφάλι και βλέπει πως το μοναδικό εμπόδιο στον δρόμο του προς το καλάθι είναι ένα… όρθιο χιλιόμετρο. Ο γάλλος σέντερ Φρεντερίκ Βάις δεν κάνει κίνηση για να τον κόψει, απλώς περιμένει. Ο Κάρτερ σκέφτεται: «Αν σηκωθώ στον αέρα πριν πηδήξει, δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση στο εκατομμύριο να με σταματήσει». Πατά γερά στα πόδια του και απογειώνεται.
Συμπαίκτες, αντίπαλοι, όλος ο κόσμος μέσα στο γήπεδο και μπροστά στις τηλεοπτικές οθόνες βλέπει με κομμένη την ανάσα να συμβαίνει μπροστά στα μάτια του το αδιανόητο.
Ο Βινς Κάρτερ πηδάει πάνω από τα 218 εκατοστά του κορμιού του Φρεντερίκ Βάις και καρφώνει με μανία! Προσγειώνεται, τεντώνει τα χέρια και βγάζει μια άναρθρη κραυγή.
Στην αρχή… παγωμάρα. «Το κοινό στην εξέδρα αντέδρασε καθυστερημένα. Προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε συμβεί. Τι είχαν δει τα ματάκια τους», λέει ο Κρεγκ Μίλερ, υπεύθυνος επικοινωνίας της ομάδας των ΗΠΑ, που καθόταν στην εξέδρα.
Με το στόμα ανοικτό
Μετά… δυσπιστία. «Κοιταζόμαστε μεταξύ μας αποσβολωμένοι. Επρεπε να δούμε το ριπλέι. Ηταν σαν να αρνιόμαστε να πιστέψουμε αυτό που μόλις είχε συμβεί μπροστά στα μάτια μας», θυμάται ο δημοσιογράφος Σον Πάουελ, που καθόταν στην κερκίδα Τύπου.
Στη συνέχεια… άρνηση. «Εμεινα με το στόμα ανοικτό για λίγα δευτερόλεπτα. Αισθάνθηκα δέος. Σκέφτηκα ότι δεν είχε συμβεί στ’ αλήθεια αυτό που μόλις είχα δει», λέει ο προπονητής τότε των Αμερικανών, Ρούντι Τομγιάνοβιτς, που παρακολουθούσε όρθιος μπροστά από τον πάγκο.
Και τελικά… έκσταση, υστερία. Μέσα στο παρκέ ο Κέβιν Γκαρνέτ πήγε κι έριξε μια σπρωξιά στον Κάρτερ ουρλιάζοντας. Στον πάγκο οι άλλοι αμερικανοί παίκτες τρελάθηκαν. Ο Τζέισον Κιντ φώναζε εκστασιασμένος: «Ημασταν εδώ, ήμασταν εδώ και το είδαμε»! Ο Ρέι Αλεν δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του: «Στ’ αλήθεια έκανε αυτό που μόλις είδα»; Κι ο Τιμ Χαρνταγουέι, που καθόταν στον πάγκο… «πήδηξα πιο ψηλά κι από τον Βινς! Πετάχτηκα πάνω και κόντεψα να μπω στο παρκέ. Επρεπε πραγματικά να συγκρατηθούμε πάρα πολύ για να μην μπούμε όλοι μέσα». Ακόμα και οι Γάλλοι παραληρούσαν.
Ο Μουσταφά Σονκό από τον πάγκο ούρλιαζε με τα χέρια υψωμένα λες και είχε καρφώσει συμπαίκτης του και όχι αντίπαλος. Και ο σχολιαστής της γαλλικής τηλεόρασης, Ζορζ Εντί, θυμάται: «Ηταν απίστευτο. Μόνο σε βιντεοπαιχνίδια βλέπεις τέτοιες φάσεις. Κάποιοι είπαν ότι ο Βάις έπρεπε να κάνει φάουλ, αλλά ευτυχώς δεν έκανε. Διότι θα είχαμε χάσει το καλύτερο κάρφωμα όλων των εποχών».
Οι γαλλικές εφημερίδες την άλλη μέρα ήταν αυτές που έδωσαν σε αυτή τη φάση το όνομα που τη συνοδεύει μέχρι σήμερα. «Le dunk de la mort», το κάρφωμα του θανάτου.
Κι είναι μια φάση που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στους Αγώνες του Σίδνεϊ.
Είναι σίγουρα το καλύτερο κάρφωμα στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων. Πολλοί πιστεύουν ότι είναι το καλύτερο κάρφωμα που έχει γίνει ποτέ. Και δεν θα το είχαμε δει ποτέ αν μερικές εβδομάδες νωρίτερα δεν τραυματιζόταν ο Τομ Γκουλιότα και αναγκαζόταν ο Ρούντι Τομγιάνοβιτς να τον αντικαταστήσει με τον Κάρτερ, που δεν βρισκόταν στις αρχικές επιλογές για τη 12άδα των Αγώνων του 2000. Ή αν ο Βινς Κάρτερ άκουγε τη λογική του: «Αν το σκεφτόμουν, δεν θα έκανα ποτέ αυτό το κάρφωμα. Δεν θα περνούσα ποτέ πάνω από έναν τύπο με ύψος 2,18μ., γιατί θα φοβόμουν μην χτυπήσω! Υπάκουσα στο ένστικτό μου και απλώς βγήκε», λέει σήμερα.
Και θυμάται ότι δεν κατάλαβε αρχικά τι είχε κάνει: «Ο γιος ενός από τους συμπαίκτες μου το κατέγραψε με κάμερα στην εξέδρα και το έφερε στα αποδυτήρια μετά το παιχνίδι. Εκεί το είδα. Το έβλεπα ξανά και ξανά και δίπλα μου ο Σμιθ, ο Χαρνταγουέι και ο Πέιτον με κοιτούσαν σαν τρελοί. Τότε κατάλαβα…».
Ο Φρεντερίκ Βάις είχε καταλάβει από την αρχή, αλλά προσπάθησε να αντιμετωπίσει την κατάσταση στωικά: «Ηξερα ότι ο Κάρτερ πηδά ψηλά, άλλα όχι και ότι μπορούσε να πηδήξει από πάνω μου. Τώρα όλοι θα γνωρίζουν το πρόσωπό μου ή τουλάχιστον τον αριθμό της φανέλας μου. Θα γίνω αφίσα, σίγουρα», δήλωσε. Αλλά όταν λίγες μέρες αργότερα ο Κάρτερ προσπάθησε να καρφώσει ξανά μπροστά του στον τελικό του ολυμπιακού τουρνουά, δεν τον άφησε. Του έκανε φάουλ. Κι ο Βινς Κάρτερ χαμογέλασε με νόημα…