«Ποιον πρέπει να καλέσω εάν θέλω να μιλήσω με την Ευρώπη;», φέρεται να είχε αναρωτηθεί ο πιο γνωστός από τους υπουργούς Εξωτερικών των ΗΠΑ, ο Χένρι Κίσινγκερ, αναδεικνύοντας (με το γνωστό του ύφος) την έλλειψη ενιαίας στάσης και ικανής ηγεσίας στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Πού να φανταστεί, όμως, ότι κάτι ανάλογο θα μπορούσαν να κάνουν σήμερα όχι οι Ευρωπαίοι για τους Αμερικανούς, αλλά κάποιοι που θα είχαν λόγους να… πικάρουν συνολικά τη Δύση. Οπως είναι, για παράδειγμα, οι Κινέζοι και οι Ρώσοι, οι οποίοι διαπιστώνουν – μάλλον προς τέρψη τους – ότι δεν υπάρχει στο απέναντι στρατόπεδο κάποιος αδιαμφισβήτητος ηγέτης, που να κινεί τα νήματα και να παίρνει τις κρίσιμες αποφάσεις.

Δείτε, για του λόγου το αληθές, τι συμβαίνει στις ΗΠΑ, στην τελική ευθεία προς τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου: Το σενάριο της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο σημαίνει, εφόσον επικρατήσει, ότι οι Ευρωπαίοι (και όχι μόνο) θα έχουν απέναντί τους έναν πρόεδρο των ΗΠΑ στον οποίο δεν αναγνωρίζουν καμία δικαιοδοσία πάνω τους. Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση που συμβεί το αντίθετο, δηλαδή αν νικήσει η Κάμαλα Χάρις, η Αμερική θα είναι τόσο διχασμένη, πολιτικά και κοινωνικά, ώστε προτεραιότητά της θα είναι να γιατρέψει τις δικές της πληγές και όχι να διαχειριστεί το Πεκίνο και τη Μόσχα.

Μήπως, όμως, υπάρχει κάποιος-α στην Ευρώπη που να είναι σε θέση να καλύψει το κενό; Προφανώς και όχι! Οσοι και όσες αμφιβάλλουν, δεν έχουν παρά να ρίξουν μια ματιά προς το Παρίσι και το Βερολίνο: στην ανυπαρξία ισχυρής κυβέρνησης (σε κάθε περίπτωση) και αποδυνάμωσης του Μακρόν στη Γαλλία και στην εμφανή έλλειψη κύρους του Σολτς και τις εύθραυστες ισορροπίες στο εσωτερικό του τρικομματικού συνασπισμού στη Γερμανία, όπου επίσης θα διεξαχθούν εκλογές σε 13 μήνες. Ποιον, λοιπόν, πρέπει να καλέσουν Σι και Πούτιν αν θέλουν να μιλήσουν με Ευρώπη; Εδώ που τα λέμε, ίσως δεν κάνουν καν τον κόπο και απλώς προχωρήσουν τα σχέδιά τους.